Η παρούσα εργασία:
ΤΙ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ
Κρασπεδοχελώνα - Ελληνικό Κέντρο Περίθαλψης Άγριων Ζώων
Εργασία:
Ζορμποπούλου Μαρία
E-mail:
zorbopoulou@yahoo.com
Home
 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Περιεχόμενα

 Α' ενότητα: ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ
Α' ενότητα

 Β' ενότητα: ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ
Β' ενότητα

 Γ' ενότητα: Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ
Γ' ενότητα

 Δ' ενότητα: ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ - Η ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ
Δ' ενότητα

Χρήσιμες Συνδέσεις:

Ερευνητικό Πρόγραμμα
"Το Ποτάμι"

Monachus monachus

Αρκτούρος

Ελληνικό Κέντρο Περίθαλψης Άγριων Ζώων

Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία

W.W.F.
Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση

Βιότοποι της Ελλάδας
(Υ.Πε.Χω.Δ.Ε.)

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία

H ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ
Παρασκευή Γεωργαντά

Πληροφορίες για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση
1ο Γυμνάσιο Ξάνθης

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
(Ξενόγλωσση και Ελληνική)

Η Έσω Θάλασσα
ΕΝΙΑΙΟΥ ΠΟΛΥΚΛΑΔΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Γιώργος Bεκίνης

Η ίδρυση του Κέντρου Περιβαλλοντικής Αγωγής (Κε.Π.Α.) του Πανεπιστημίου Αθηνών

"Θάλασσα"
Ένα Project για την προστασία της Θάλασσας

Δραστηριότητες στα πλαίσια πειραματικών διδασκαλιών
Κέντρο εξ Αποστάσεως Επιμόρφωσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Παύλος Μαύρος
Τμήμα Χημείας
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Φοιτητικά Θέματα

Ξενόγλωσσες Συνδέσεις:

U.S. Geological Survey (USGS)
Water Science for Schools

Hydrology

Federal Resources for Educational Excellence

Drinking Water

Water Quality Studies

North American Lake Management Society
Pond Life Game

Groundwater Foundation

Urban Entomology of the San Francisco Bay area

Insectclopedia

Freshwater and Marine Image Bank

Crayfish Home Page

Animals-B-Gone

S.I. Guide




1. Εισαγωγή





1.1 Ο Άνθρωπος και το Περιβάλλον.

Ζούμε σε μια εποχή που έχουμε αρκετή πληροφόρηση, ώστε έχουμε την αίσθηση ότι η κοινωνία μας βρίσκεται σε μια σοβαρή κρίση: οικονομική κρίση, απειλή πολέμου, περιβαλλοντική κρίση.

Σ' όλες τις εποχές οι κοινωνίες περνούσαν στην εξέλιξή τους κρίσεις μικρές ή μεγάλες. Αλλά είναι η πρώτη φορά που η κρίση έχει πάρει διαστάσεις παγκοσμιότητας. Στον τομέα του περιβάλλοντος, όλοι έχουμε λίγο ή πολύ ακούσει για την απειλή του φαινομένου του θερμοκηπίου, την τρύπα του όζοντος, την απειλή εξαφάνισης φυτών και ζώων, τη ρύπανση των θαλασσών, την πορεία της γης προς τη μετατροπή της σ' έναν απέραντο σκουπιδότοπο, στον οποίο θα είναι αδύνατο να ζούμε.

Η ανθρωπότητα έχει προσβληθεί από μια σοβαρή ασθένεια. Οι τρόποι που μέχρι τώρα χρησιμοποιούσε η κοινωνία για να θεραπεύει τις αρρώστιες της ήταν η προσπάθεια ακύρωσης των συμπτωμάτων και όχι η ουσιαστική θεραπεία, η θεραπεία της αιτίας. Ίσως γιατί δεν είχαμε συνειδητοποιήσει πως πρόκειται για αρρώστια. Έτσι κάποια συμπτώματα έφευγαν για κάποιο διάστημα και ξαναεμφανίζονταν σε μια άλλη κοινωνία, με κάποια παρόμοια, συχνά χειρότερη μορφή. Και η αρρώστια παρέμενε.

Η σημερινή ασθένεια είναι στην ουσία μια κρίση πολιτισμική που έχει διαμορφωθεί στην εξέλιξη της ανθρωπότητας.

Στην εποχή μας η τεχνολογία και οι τάσεις οικονομικής και πολιτιστικής παγκοσμιοποίησης, το συμφέρον που έχει επικρατήσει να νοείται με τη βραχυπρόθεσμη οικονομική του έννοια, μεγενθύνουν τρομακτικά τα περιβαλλοντικά προβλήματα.

Το ζητούμενο είναι η θεραπεία της ασθένειας που έχει προσβάλει πλέον βαθιά την ανθρωπότητα, και ο μόνος τρόπος είναι η αντιμετώπιση της πραγματικής αιτίας που την προκαλεί.

Ο μόνος τρόπος που θα βοηθήσει να θεραπεύσουμε τη Γη είναι να αντιληφθούμε ότι η κρίση που ζει ο πλανήτης δεν είναι εκεί πέρα, δεν είναι έξω από εμάς, αλλά είναι εδώ, είναι μέσα μας. Η παρατήρηση αυτή είναι το πρώτο βήμα, αλλά και αυτό δεν είναι αρκετό. Χρειάζεται σεβασμός του εγκέφαλου προς το σώμα, του Ανθρώπου προς τη Φύση και τους μηχανισμούς της. Χρειάζεται μια πιο ουσιαστική, μια πιο ριζική αλλαγή: η καθημερινή βελτίωση πρέπει να γίνει πράξη στον καθένα μας.

Η βία ή η αγάπη που ασκούμε στον εαυτό μας, εκφράζεται με την τροφή που τρώμε, τον αέρα που αναπνέουμε, τις σκέψεις που κάνουμε, και αυτά είναι τα σημαντικότερα που μπορούμε να συνεισφέρουμε στο σύνολο. Ένα κύτταρο που δεν συνεισφέρει στο σύνολο, που σκέφτεται ατομιστικά, μέσα σ' έναν οργανισμό, είναι ένα τρελό καρκινικό κύτταρο, που σκοπός του είναι να πολλαπλασιάζεται ανεξέλεγκτα, πιστεύονας πως αναπτύσσεται, αδιαφορώντας για τις συνέπειες στον υπόλοιπο οργανισμό.

Όμως ο ρόλος μας είναι άλλος. Είμαστε εκείνα τα μικρά κομματάκια που απολήγει η ρίζα του δέντρου, τα ριζικά τριχίδια, κι' όταν εμείς στέλνουμε δηλητήριο, δηλητηριάζουμε ολόκληρο το δέντρο, που είναι η Ανθρωπότητα. Όταν ο καθένας μας δώσει την καλή ενέργεια, την υγεία, την αγάπη, στον εαυτό του και στο Μεγάλο Δέντρο, τότε, αν είμαστε πολλοί, κάτι θα μπορέσουμε να κάνουμε. Πρέπει να αποκτήσουμε τη συνείδηση ότι είμαστε μικροί, αλλά σημαντικοί για το Μεγάλο Δέντρο!

Το σύνθημα της οικολογίας "σκέψου συνολικά, δράσε τοπικά" έχει ακριβώς αυτό το νόημα. (Μοιράγιας, 1991).



1.2 Η έννοια της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.

Καταρχήν, η UNESCO (1977) έδωσε τον πρώτο ορισμό για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση:

Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση προωθεί την ανάπτυξη σαφούς αντίληψης και ενδιαφέροντος για την οικονομική, κοινωνική, πολιτική και οικολογική αλληλεξάρτηση. Είναι μια εκπαιδευτική διαδικασία ικανή να διαμορφώσει πολίτες με επίγνωση των σχέσεων που τους συνδέουν με το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, ικανούς και πρόθυμους να προτείνουν λύσεις και να συμμετέχουν στη λήψη και εκτέλεση αποφάσεων.

Παρέχει σε κάθε άτομο δυνατότητα απόκτησης γνώσεων, αξιών, στάσης, αφοσίωσης και δεξιοτήτων που χρειάζονται για να προστατεύσει και να καλυτερεύσει το περιβάλλον.

Συμβάλλει στη δημιουργία νέων προτύπων συμπεριφοράς των ατόμων, ομάδων, κοινωνιών προς το περιβάλλον.

H Φλογαϊτη (1993) αναφέρει ότι η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση είναι καρπός της συνειδητοποίησης του οικολογικού προβλήματος και του κοινωνικού αιτήματος για την αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής κρίσης.


1.2.1 Οι σταθμοί στην πορεία της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.

  • Η I.U.C.N. το 1966 οργάνωσε στην Ελβετία το "Συμπόσιο για την εκπαίδευση διατήρησης της φύσης", ενώ το 1970 οργάνωσε συνάντηση εργασίας με θέμα την "Περιβαλλοντική Εκπαίδευση" στη Νεβάδα των ΗΠΑ (IUCN, 1970 από Φλογαΐτη, 1993).

  • Υπάρχει η άποψη ότι η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση άρχισε να υλοποιείται μετά τη "Διακυβερνητική Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Ανθρώπινο Περιβάλλον" στη Στοκχόλμη το 1972, διότι τότε για πρώτη φορά αναγνωρίστηκε από τη διεθνή κοινότητα η αναγκαιότητα της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.

  • Το 1975 οργανώθηκε το "Διεθνές Συνέδριο του Βελιγραδίου", με στόχους: α) τη συζήτηση για τις τάσεις και τα προβλήματα της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και β) τη διαμόρφωση κατευθυντήριων αξόνων για τη διεθνή ανάπτυξη της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (UNESCO, 1977 από Φλογαΐτη, 1993).

  • Σταθμό για την πορεία της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης αποτέλεσε η "Διάσκεψη της Τυφλίδας" στις 14-26 Οκτωβρίου 1977, καθώς σ' αυτήν καθορίστηκαν οι στόχοι της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, οι σκοποί της, τα χαρακτηριστικά, το περιεχόμενό της και οι βασικές μέθοδοι προσέγγισης για την επίτευξη των στόχων. Επίσης, προτάθηκαν πολιτικές και στρατηγικές σε εθνικό και διεθνές επίπεδο για την ενσωμάτωση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα της εκπαιδευτικής διαδικασίας (UNESCO, 1977 από Φλογαΐτη, 1993). Έτσι, καθορίστηκαν ως στόχοι της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης να προσφέρει σε κοινωνικές ομάδες ή μεμονωμένα άτομα:
    • Ενημέρωση η οποία θα βοηθήσει στην κατανόηση και ευαισθητοποίησή τους απέναντι στα περιβαλλοντικά και συναφή προβλήματα - θέματα.
    • Ευαισθησία για απόκτηση ποικιλίας εμπειριών και μιας φυσικής κατανόησης και συνειδητοποίησης των περιβαλλοντικών - και όσων σχετίζονται με αυτά - προβλήματων.
    • Στάσεις: να βοηθήσει τους πολίτες και τις κοινωνικές ομάδες να διαμορφώσουν αξίες και να αναπτύξουν ενδιαφέρον για το περιβάλλον καθώς και διάθεση για ενεργό συμμετοχή στη βελτίωση και την προστασία του περιβάλλοντος.
    • Ικανότητες: να βοηθήσει τους πολίτες και τις κοινωνικές ομάδες να αποκτήσουν τις απαραίτητες ικανότητες για τον προσδιορισμό και την επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων.
    • Συμμετοχή: να δώσει στους πολίτες και τις κοινωνικές ομάδες τη δυνατότητα ανάληψης δράσης και ενεργού συμμετοχής σε όλα τα επίπεδα για την πρόληψη και αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων.

    Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση θεωρείται κυρίως ως:

    1. Εκπαιδευτική διαδικασία / εκπαιδευτικό σύστημα.
    2. Διδακτική μεθοδολογία (ενεργητική βιωματική μάθηση - μέθοδος project).
    3. Θεματική περιοχή.
    4. Σχολική εκδήλωση - δραστηριότητα.

    Η σύνδεση μεταξύ περιβάλλοντος και εκπαίδευσης έχει τρεις όψεις που χαρακτηρίζουν την Περιβαλλοντική εκπαίδευση (Sterling et al 1992, UNESCO No 17, 1985).

    1. Εκπαίδευση δια μέσου του περιβάλλοντος.
    2. Εκπαίδευση για το περιβάλλον.
    3. Εκπαίδευση για χάρη του περιβάλλοντος.

    Οι τρεις αυτές όψεις του παραπάνω μοντέλου πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μέρη μιας συνολικής προσέγγισης και όχι ξεχωριστά (Γεωργόπουλος-Τσαλίκη, 1993).


    Ω Φύσις !
    εκ σού Πάντα,
    εν σοί Πάντα,
    εις σέ Πάντα.

    ΜΑΡΚΟΣ ΑΥΡΗΛΙΟΣ, "Τα εις εαυτόν", Δ', 23.





    1.2.2 Σημαντικά βήματα για την εισαγωγή της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στην τυπική Ελληνική εκπαίδευση.

    1. Σύνταξη έκθεσης - πρότασης για την εισαγωγή της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στην Α'/θμια και Β'/θμια Εκπαίδευση από 15μελή επιστημονική ομάδα της Γραμματείας του Εθνικού Συμβουλίου Χωροταξίας και Περιβάλλοντος (1977).
    2. Αποστολή 20 εκπαιδευτικών της Β'/θμιας Εκπαίδευσης για επιμόρφωση 45 ημερών σε Περιβαλλοντικά Κέντρα της Γαλλίας (1981).
    3. Εφαρμογή των πρώτων πειραματικών προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης σε σχολεία της Αθήνας στα πλαίσια δραστηριοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης (1982-83).
    4. Συγκρότηση ομάδας εργασίας στο ΚΕΜΕ (Παιδαγωγικό Ινστιτούτο) ως εισηγητικό όργανο για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση (1983). Η ομάδα ατόνησε και διαλύθηκε μετά από τρία χρόνια ενώ το έργο της δεν αξιοποιήθηκε ποτέ.
    5. Λειτουργία γραφείων για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στις Δ/νσεις Σπουδών της Β'/θμιας αρχικά και της Α'/θμιας Εκπαίδευσης αργότερα.
    6. Αποστολή ετήσιων εγκυκλίων προς όλα τα σχολεία της Β'/θμιας Εκπαίδευσης, από το 1984 και μετά ανελλιπώς, με συστάσεις προς τους εκπαιδευτικούς για την εθελοντική ανάληψη εφαρμογής προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Αργότερα αυτό γίνεται και στα σχολεία της Α'/θμιας.
    7. Οργάνωση με πρωτοβουλία του ΥΠΕΠΘ 4-5 επιμορφωτικών σεμιναρίων 3-10 ημερών για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση (1984-89).
    8. Επίσημη θεσμοθέτηση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ως τμήμα των αναλυτικών προγραμμάτων της Β'/θμιας Εκπαίδευσης με διάταξη του Ν. 1892/90. Με την ίδια διάταξη δημιουργήθηκε ο θεσμός των υπεύθυνων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και θεσμοθετήθηκε η δυνατότητα ίδρυσης Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (ΚΠΕ). Με Υ.Α. επεκτείνονται τα παραπάνω και στην Α'/θμια εκπαίδευση.
    9. Πραγματοποιούνται Καλοκαιρινά Προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στην τριετία 1989-91.
    10. Ορίζονται οι πρώτοι υπεύθυνοι Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, ένας σε κάθε Δ/νση Εκπαίδευσης, με τριετή θητεία και αποκλειστική απασχόληση με την Π.Ε. Πραγματοποιούνται επιμορφωτικές συναντήσεις για την ενημέρωσή τους.
    11. Με την Υ.Α. Γ2/4867/92 καθιερώνεται ο θεσμός των σχολικών δραστηριοτήτων, στις οποίες υπάγονται και τα προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.
    12. Ιδρύεται το πρώτο πειραματικό Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στην Κλειτορία του Ν. Αχαίας (1993).
    13. Με Υ.Α. καθορίζονται οι σκοποί και οι αρμοδιότητες των Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και ιδρύονται έξι ΚΠΕ σε διάφορες περιοχές της χώρας, με δαπάνες του 2ου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (1995), (Τα στοιχεία εδόθησαν από Περδίκη Γ., προσωπική επικοινωνία του Κυρίμη Χ., 1998)

    Η ανάγκη ενίσχυσης των προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης αναγνωρίζεται από πολλούς ερευνητές παγκοσμίως (Ηausbeck et al, 1992 - Gambro & Switzky, 1996). "Οραματιζόμαστε την περιβαλλοντική εκπαίδευση ως μία συνέχεια που ξεκινά με την ενημέρωση, συνεχίζει με την απόκτηση γνώσης και τεχνικής και καταλήγει στη δράση" (Weilbacher, 1993). Οι μαθητές υστερούν στο δεύτερο στάδιο, δηλαδή στην απόκτηση σχετικής γνώσης, η οποία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη μετάβαση στο επόμενο στάδιο, αυτό της δραστηριοποίησης που είναι και το ζητούμενο. Όπως δηλώνουν και οι Gambro & Switzky (1996), όχι μόνο οι μαθητές αλλά και "το κοινό πρέπει να είναι ενημερωμένο περιβαλλοντικά, με την ελπίδα ότι η αυξημένη γνώση και κατανόηση των περιβαλλοντικών προβλημάτων θα οδηγήσει σε πιο υπεύθυνη συμπεριφορά απέναντι στο περιβάλλον".


    Στη χώρα μας:

  • Η περιβαλλοντική γνώση που παρέχει το σχολείο είναι ανεπαρκής. Επιβάλλεται η ενίσχυση των προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, η βελτίωση - ενημέρωση των σχολικών βιβλίων, καθώς και η αύξηση των ωρών διδασκαλίας για οικολογικά και περιβαλλοντικά θέματα.

  • Η γνώση των παιδιών για ορισμένα περιβαλλοντικά προβλήματα και για κάποιους φυσικούς πόρους είναι περιορισμένη.

  • Στη διαμόρφωση θετικής στάσης φαίνεται πως παίζουν ρόλο το σχολείο και τα Μ.Μ.Ε.

  • Η ποιότητα ζωής συνδέεται περισσότερο με τη ζωή στη φύση, παρά με τα υλικά αγαθά. (Ντούβλη, 1997)

    Η Hausbeck και οι συνεργάτες της (1992), σε έρευνά τους βρίσκουν αναποτελεσματική την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στα σχολεία της Νέας Υόρκης και προτείνουν ότι ένα κατάλληλο πρόγραμμα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης πρέπει:

    1. Να αντλεί σχετική γνώση τόσο από τις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες, όσο και από τις ανθρωπιστικές σπουδές.
    2. Να περιλαμβάνονται βασικές έννοιες μάθησης, ώστε οι μαθητές να είναι σε θέση να κάνουν ανάλυση, μαθαίνοντας να σκέφτονται ολιστικά. Το περιβάλλον δεν μπορεί να γίνει κατανοητό με το μηχανιστικό τρόπο σκέψης αιτίας - αποτελέσματος.
    3. Να εξετάζει περιβαλλοντικά προβλήματα που οι μαθητές αντιμετωπίζουν στην περιοχή τους.
    4. Να περιλαμβάνει συζητήσεις με αντιπαρατιθέμενες ομάδες, ώστε να αποσαφηνίζονται αξίες και ηθικοί συλλογισμοί. Με τον τρόπο αυτό δεν θέλουμε να επιβάλλουμε αξίες, αλλά να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά να ξεκαθαρίζουν τις αξίες τους και να παίρνουν σωστές αποφάσεις με αυτοπεποίθηση.
    5. Να αναλύει όχι μόνο τα τοπικά αλλά και τα παγκόσμια περιβαλλοντικά προβλήματα και τις κοινωνικο - πολιτικές επιδράσεις.
    6. Να φέρνει τα παιδιά σε επαφή με τη φύση.

    "Η μεγαλύτερη και σωστή ενημέρωση δημιουργεί μεγαλύτερες τάσεις συμμετοχής" (Παντελίδου-Μαζούτα, 1987 - Μιχαηλίδης-Νουάρος, 1987 - Φράγκος, 1977).

    Παρ όλη την περιορισμένη γνώση των μαθητών, παρουσιάζονται υψηλά επίπεδα ανησυχίας για το περιβάλλον. Οι Szagum & Mesenholl (1993) στη Γερμανία βρήκαν ότι η περιβαλλοντική ηθική των εφήβων ήταν ισχυρή: "Τα μεγαλύτερα προβλήματα της ανθρωπότητας γίνονται προσωπικά προβλήματα των εφήβων, που ζητούν άμεση λύση, και αποτελούν το κέντρο της συναισθηματικής ζωής του εφήβου" (Μιχαηλίδης-Νουάρος, 1987).

    Σύμφωνα με την Lawrenz (1988), ο τελικός στόχος της εκπαίδευσης στον τομέα της ενέργειας είναι η ανάπτυξη καλά πληροφορημένου κοινού, με θετική στάση προς τη διατήρηση και την οικονομία στην ενέργεια. Παρ' όλο που διατίθενται στην εκπαίδευση εργαλεία ποιότητας και η στάση των δασκάλων είναι θετικές, η μεταφορά τόσο της γνώσης όσο και της θετικής στάσης από το δάσκαλο στο μαθητή δεν είναι αποτελεσματική (Lawrenz, 1988). Υπάρχουν επομένως άλλοι παράγοντες που παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη γνώσης και στάσης σχετικά με ενεργειακά θέματα. Βρέθηκε ότι το ψυχο-κοινωνικό περιβάλλον μάθησης μέσα στην αίθουσα σχετίζεται με τη γνώση και τη στάση των παιδιών για την ενέργεια.

    Τα μικρότερα παιδιά φαίνεται ότι αναπτύσσουν θετικότερη στάση σ' ένα φιλικό περιβάλλον και πρέπει να αισθάνονται ότι η θετική στάση προς τα θέματα ενέργειας είναι καλό πράγμα και ότι όλοι έχουν αυτές τις αξίες. Επειδή στα μεγαλύτερα παιδιά η γνώση και η στάση τους διέπονται από ένα βαθμό ανταγωνισμού και προστριβής μέσα στην τάξη, γι' αυτό προτείνεται στο δάσκαλο να υποθέτει ανταγωνιστικό περιβάλλον μάθησης, με συζητήσεις για ενεργειακά θέματα που αναπτύσσονται στην τάξη μεταξύ ομάδων.

    Σύμφωνα με άλλους ερευνητές, η αντίφαση μεταξύ θετικής στάσης και αρνητικής δράσης, έχει να κάνει με τα άσκημα μηνύματα που δέχονται οι μαθητές. Αυτά τα μηνύματα είναι επιφανειακά, ανώδυνα, χωρίς να εκφράζουν την κριτική λογική της οικολογικής σκέψης (Παντής et al., 1996). Σύμφωνα με τους παραπάνω ερευνητές, αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχουν δυο εκδοχές της οικολογίας: Η πρώτη εκδοχή προβάλλει τη σχέση ανθρώπου-φύσης, θέτοντας ζητήματα όπως αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων, διαφορετικού τύπου ανάπτυξη κλπ. Η άλλη εκδοχή είναι η διαχειριστική λογική που προσπαθεί να κρατήσει της σημερινές κοινωνικές και οικολογικές ισορροπίες.

    Η διαχειριστική λογική που ενσωματώνεται στο υπάρχον μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης ενσωματώνει την οικονομική κρίση χωρίς να μεταβάλει τα θεμελιακά χαρακτηριστικά του. Η αποτυχία των αρμόδιων φορέων, των μη κυβερνητικών οργανώσεων κλπ να κινητοποιήσουν τη νεολαία στα οικολογικά θέματα επισημάνθηκε από ερευνητές (Παντής et al., 1996).

    Οι δυνατότητες αύξησης της ευαισθησίας που δέχονται οι νέοι/ες στα περισσότερα θέματα πρέπει να αξιοποιηθούν. Σε θέματα που η προβολή τους ήταν συστηματική και μακρόχρονη (η χελώνα Careta careta, η μεσογειακή φώκια Monachus monachus κλπ), η ευαισθητοποίηση των νέων ήταν μεγαλύτερη. Η ελλιπής ενημέρωση που έχουν οι νέοι/ες στα περισσότερα θέματα κάνει έντονη την ανάγκη προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και ενημέρωσης (Παντής et al., 1996). Δηλαδή αν και οι νέοι έχουν θετική στάση για το περιβάλλον, επειδή απουσιάζει η εμπειρία και σε συνδυασμό με τα ισχυρά κοινωνικά πρότυπα, δεν μπορεί αυτή η θετική στάση να μετατραπεί σε ενεργή συμπεριφορά, μπροστά σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Επομένως η εμπειρία είναι ένας βασικός παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά τον σχεδιασμό ενός προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.

    Τα παιδιά και κυρίως οι μαθητές είναι ο μεγαλύτερος (εν δυνάμει και εν εξελίξει) ενεργειακός πόρος ενός έθνους.

    Κάθε έθνος οφείλει την εθνική του υπόσταση και ταυτότητα στο περιβάλλον του. Εάν τα παιδιά του, που είναι οι μελλοντικοί πολίτες, δεν μπορέσουν να συνειδητοποιήσουν τις σχέσεις και αλληλεπιδράσεις μεταξύ των τοπικών, εθνικών και παγκόσμιων κοινωνιών με το περιβάλλον, τότε ο χρόνος θα δράσει αρνητικά, και η στάση και οι συμπεριφορές των αυριανών πολιτών θα είναι σε συνεχή σύγκρουση με το περιβάλλον τους. Σε μια τέτοια δυσάρεστη περίπτωση, μπορεί ο καθένας ν' αναρωτηθεί και ν' αμφιβάλει για το μέλλον ενός τόπου και των παιδιών του.




  • 2. Σκοπός και Στόχοι





    2.1 Η διεθνής και η ελληνική εμπειρία.

    Ο σημαντικότερος λόγος που απέτρεψε μια μεγάλη μερίδα των καθηγητών από την ενασχόληση με την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση ήταν ο φόβος ότι δεν έχουν τις κατάλληλες γνώσεις για ν ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του προγράμματος (60,2%), ενώ το δεύτερο σε σπουδαιότητα εμπόδιο φαίνεται ν' αποτελεί (για το 35,5% των καθηγητών) η μη ολοκληρωμένη κατάρτισή τους. Το 1/4 των καθηγητών (24,7%) αντιμετωπίζει ως κυριότερο πρόβλημα την έλλειψη στόχων και κατευθύνσεων. Από τους καθηγητές που έχουν ασχοληθεί με την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, το 34,3% θέτει ως σημαντικότερο πρόβλημα την έλλειψη κατάρτισης (Ρακιτζής, 1998).

    Το επίπεδο των γνώσεων των καθηγητών επηρεάζεται σημαντικά μόνο μέσα από την εφαρμογή προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Ωστόσο το επίπεδο των γνώσεών τους δε διαφοροποιεί σημαντικά τη στάση τους. Περισσότερο θετική στάση δείχνουν οι καθηγητές που υπηρετούν σε σχολεία αγροτικών περιοχών, οι οποίοι έχουν και περισσότερες δυνατότητες για συχνή επαφή με το περιβάλλον. Οι καθηγητές που έχουν ασχοληθεί ενεργά με το περιβάλλον μέσω της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης έχουν πολύ πιο θετική στάση απέναντι σαυτό, απ' ό,τι οι υπόλοιποι συνάδελφοί τους, αποτέλεσμα που συμφωνεί με τα ευρήματα του Jaus (1982). Γενικά η στάση δεν αλλάζει παρά μόνο στις περιπτώσεις που κάποιος έχει τη δυνατότητα ν ασχοληθεί ενεργά με το περιβάλλον (Ρακιτζής, 1998).

    Εξάλλου, η εμπειρία, οι αξίες και η συμπεριφορά των άλλων ανθρώπων μπορούν επίσης να επηρεάσουν τις παραπάνω συνιστώσες. "Ακόμη και αν αντιστεκόμαστε στην κοινωνική επίδραση, αυτοί γύρω μας που είναι σημαντικοί για την κοινωνική και συναισθηματική μας ισορροπία, επηρεάζουν σε κάποιο βαθμό τη συμμόρφωσή μας". Η στάση μαθαίνεται με την εμπειρία, και άρα μπορεί και να διδαχθεί (Shrigley et al, 1988).

    Έτσι λοιπόν σύμφωνα με την UNESCO (Deutsche UNESCO-Kommission 1990, από Kastenholz & Erdmann, 1994), οι εκπαιδευτικοί πρέπει να είναι ικανοί να κρίνουν τις σύγχρονες κοινωνικές τάσεις και να εκτιμήσουν την επίδρασή τους πάνω στην ικανότητα για δράση των μαθητών τους. Για να μπορέσουν οι εκπαιδευτικοί να εξαντλήσουν τις διδακτικές τους δυνατότητες χρειάζεται να υιοθετήσουν στάση απέναντι στα σύγχρονα πολιτικά, οικονομικά ή κοινωνικά γεγονότα, εκτός από το ότι θα πρέπει να μπορούν να παρέμβουν στη διαμόρφωση των συναισθημάτων των μαθητών τους.




    2.2 Αντικείμενο της παρούσας εργασίας.

    Για την επίτευξη των στόχων της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, ζωτικό ρόλο παίζει η εκπαίδευση των καθηγητών. Σύμφωνα με τις παραπάνω αντιλήψεις, η παρούσα εργασία προσπαθεί αρχικά να διερευνήσει τις γνώσεις και τη στάση των καθηγητών που αφορούν τα περιβαλλοντικά ζητήματα, την επιστήμη της Βιολογίας και τις σχέσεις τους με τους μαθητές. Λαμβάνοντας υπ' όψη τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας, και συνδυάζοντας αυτά με τα αποτελέσματα της έρευνας της Λάγιου (1998), ότι δηλαδή κυρίως μέσω των καθηγητών είναι δυνατόν να ευαισθητοποιηθούν οι μαθητές για τα περιβαλλοντικά προβλήματα, επιχειρεί τη συγκέντρωση βιβλιογραφίας για τη διαμόρφωση εκπαιδευτικού υλικού για μια Περιβαλλοντική Εκπαίδευση σχετική με το Ποτάμι.

    Η έλλειψη βιβλιογραφίας που να στηρίζει τη διεξαγωγή προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης έχει επισημανθεί από τους Wilson et al., (1996) αλλά και από καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, οι Wilson et al., τονίζουν ότι αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για την πραγματοποίηση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης η ανυπαρξία, σχεδόν, πληροφοριών στην επαγγελματική βιβλιογραφία, σχετικά με τους τρόπους που μπορεί να ενσωματωθεί η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στα μαθήματα του σχολείου. Επίσης, πολλοί καθηγητές που συμμετείχαν στα συνέδρια-συζητήσεις στα πλαίσια του δικτύου "GREEN" για τα ποτάμια, ανέφεραν ως σημαντικότερη δυσκολία την έλλειψη βιβλιογραφίας σχετικής με τα ποτάμια, που θα εμπλούτιζε τις γνώσεις τους και θα πρότεινε συγκεκριμένη μεθοδολογική προσέγγιση.

    Η παρούσα εργασία σκοπεύει να συμβάλει, καλύπτοντας μέρος του κενού που υπάρχει στη χώρα μας, στο κομμάτι της βιβλιογραφίας και της συγκεκριμένης μεθοδολογικής προσέγγισης, στην ανάπτυξη γνώσεων, αλλαγής στάσης και ίσως και συμπεριφορών μέσω της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης για τα Ποτάμια.




    3. Μεθοδολογία





    Η δουλειά ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1997 και είχε ως γενικό θέμα την
    Παρέμβαση ενημέρωσης και εκπαίδευσης των μαθητών Μέσης Εκπαίδευσης.

    Η παρούσα εργασία εντάσσεται σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο για την εφαρμογή ενός προγράμματος
    Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με θέμα "το Ποτάμι"
    που αποτελείται από τρεις μεταπτυχιακές εργασίες.

    Τα θέματα των τριών εργασιών και τα ονόματα των μεταπτυχιακών φοιτητών αντίστοιχα είναι τα εξής:

    1. Καταγραφή και αξιολόγηση γνώσεων, απόψεων, στάσης και συμπεριφοράς μαθητών Μέσης Εκπαίδευσης
    από την κα Ευτέρπη Λάγιου.

    2. Παρέμβαση ενημέρωσης και εκπαίδευσης των καθηγητών Μέσης Εκπαίδευσης
    από την κα Μαρία Ζορμποπούλου.

    3. Παρέμβαση ενημέρωσης και εκπαίδευσης των μαθητών Μέσης Εκπαίδευσης
    από τον κ. Χρήστο Κυρίμη.

    Θεωρήθηκε αναγκαία η συνεργασία σε διάφορους τομείς και των τριών μεταπτυχιακών φοιτητών. Οι εργασίες έπρεπε να συνδεθούν μεταξύ τους για την ολοκλήρωση και εφαρμογή του προγράμματος Περιβαλλοντική Εκπαίδευση με θέμα "το Ποτάμι".



    3.1 Γενικός σχεδιασμός της έρευνας.

    Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας της Λάγιου (1998): οι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν σημαντικά τις γνώσεις αλλά και τη στάση των μηθητών για τα ποτάμια και το περιβάλλον είναι στο σχολείο και οι καθηγητές τους. Αυτοί συντελούν πολύ στη διαμόρφωση μια θετικής εικόνας και στάσης, ωραιοποιώντας όμως συχνά τις καταστάσεις.

    Έτσι λοιπόν η έρευνα προσανατολίστηκε στους καθηγητές και οργανώθηκε ως εξής:


    3.1.1 Συνεντεύξεις καθηγητών.

    Πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις με τρεις καθηγητές της Μέσης Εκπαίδευσης, βασισμένες σε ημι-δομημένα ερωτηματολόγια του κ. Στάμου Γ. Πρόκειται για τη μέθοδο των ανοιχτών συνεντεύξεων η οποία εφαρμόζεται συνήθως σε 3-5 άτομα. Κατόπιν έγινε ανάλυση και σύνθεση των αναλύσεων των συνεντεύξεων, και εξαγωγή συμπερασμάτων από αυτές.


    3.1.2 Διερευνητικά ερωτήματα και τύπος απαντήσεων.

    Τα διερευνητικά ερωτήματα που τέθηκαν μέσω των ερωτήσεων του ερωτηματολογίου αφορούσαν:

    1. το ενδιαφέρον των καθηγητών για τα περιβαλλοντικά ζητήματα.
    2. τις γνώσεις τους για τα περιβαλλοντικά ζητήματα και την οικολογία.
    3. την αντίληψή τους για το επιστημονικό φαινόμενο.
    4. την αντίληψή τους για το ρόλο της τεχνολογίας.
    5. τη γνώμη τους για τη Βιολογία.
    6. τις σχέσεις τους με τους μαθητές και το εκπαιδευτικό σύστημα.

    Ο τύπος των απαντήσεων όλων των ερωτημάτων ανήκε σε μια επταβάθμια κλίμακα από το 1 (Διαφωνώ ριζικά) έως το 7 (Συμφωνώ απόλυτα), εκτός από τις ερωτήσεις των γνώσεων στις οποίες είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν μιαν απάντηση μεταξύ αρκετών διαφορετικών απαντήσεων.


    3.1.3 Χρήση του ερωματηματολογίου κατά τις συνεντεύξεις.

    Κατά τις συνεντεύξεις οι καθηγητές έβλεπαν κάθε φορά μόνο τη συγκεκριμένη ερώτηση που τους έθετε ο ερωτών. Στις ερωτήσεις που αφορούσαν τις σχέσεις τους με τους μαθητές, τους ζητήθηκε και η γνώμη τους για τις αντιλήψεις των υπολοίπων συναδέλφων τους, για τις σχέσεις μαθητών-καθηγητών και για το εκπαιδευτικό σύστημα. Μ' αυτή τη μέθοδο, που ονομάζεται Μέθοδος της Προβολής, έγινε προσπάθεια για περισσότερη εις βάθος διερεύνηση των αντιλήψεών τους, αφού ο κάθε άνθρωπος προβάλλει στους άλλους αυτά που ο ίδιος πιστεύει για τον εαυτό του.

    Στο τέλος των συνεντεύξεων ακολούθησε μια ελεύθερη συζήτηση όπου αναζητήθηκαν κάποιες γνώμες και αντιλήψεις τους για τη θέση και το ρόλο των καθηγητών απέναντι στην ΠΕ αλλά και την κοινωνία.



    3.2 Απόκτηση εμπειριών πάνω στην Π.Ε.

    Η απόκτηση εμπειριών πάνω στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση προσεγγίστηκε με τους παρακάτω τρόπους:

  • Με προσωπική διερεύνηση από συζητήσεις με καθηγητές Π.Ε. της Β΄/θμιας εκπαίδευσης:
    Έγιναν συναντήσεις και συζητήσεις με καθηγητές της Β΄/θμιας εκπαίδευσης, Έλληνες και ξένους, μεμονωμένες είτε σε ομάδες, στα πλαίσια κάποιων άλλοτε οργανωμένων συναντήσεων όπως σεμινάρια, συνέδρια, και άλλοτε φιλικών συναντήσεων, όπου και μας εκτέθηκαν οι απόψεις, οι εμπειρίες, οι γνώμες, οι δυσκολίες, και οι προβληματισμοί τους σε προγράμματα Περιβαλλοντικης Εκπαίδευσης που είχαν εφαρμόσει. Ζητήθηκε η γνώμη τους για το τι πιστεύουν ότι είναι η Π.Ε., τα θετικά της και τα αρνητικά της, και πώς την αντιμετωπίζουν οι μαθητές.

  • Με την παρακολούθηση σεμιναρίων και συνεδρίων με θέματα την Π.Ε.
    1. "Σεμινάριο για τα προβλήματα της Θεσσαλονίκης και την Περιβαλλοντικη Εκπαίδευση", Παιδαγωγικό Τμήμα Α.Π.Θ. 11-14.11.98.
    2. Παρακολούθηση προσυνεδριακής ημερίδας στο πλαίσιο της διεθνούς διάσκεψης της UNESCO, με θέμα "Περιβαλλοντική αγωγή: Ευαισθητοποίηση των πολιτών για την αειφορία. Ο ρόλος του σχολείου, των Μ.Κ.Ο, των Μ.Μ.Ε και των Ο.Τ.Α." Θεσσαλονίκη 29.11.97.
    3. Παρακολούθηση της Διεθνούς Διάσκεψης "Περιβάλλον και Κοινωνία: Εκπαίδευση και Ευαισθητοποίηση των Πολιτών για την αειφορία". Θεσσαλονίκη 8-12.12.97.

  • Με την απόκτηση διδακτικών εμπειριών από πιλοτικές εφαρμογές δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στην εργασία μας:
    Έγινε μία δοκιμαστική εφαρμογή, σε μαθητές γυμνασίων γύρω από τη λίμνη Κερκίνη, μιας διδακτικής ενότητας που αφορούσε στη ρύπανση των ποταμών και μιας δραστηριότητας που αφορούσε στους βιολογικούς δείκτες. Η πιλοτική αυτή εφαρμογή βιντεοσκοπήθηκε και κατόπιν αναλύθηκε, ενώ επισημάνθηκαν λάθη και παραλήψεις.

  • Με τη βιβλιογραφική συλλογή και σύγκριση της Περιβαλλοντικης Εκπαίδευσης με την καθιερωμένη εκπαίδευση, δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στην υφιστάμενη κατάσταση της Π.Ε. στην Ελλάδα.
    Οι πληροφορίες αποκτήθηκαν με τη συλλογή νομοθεσίας σχετικά με την Π.Ε., τη συλλογή εκπαιδευτικού υλικού πάνω στην Π.Ε, κυρίως με θέμα τα ποτάμια, και από διάφορα άρθρα από περιοδικά.

    Ιδιαίτερα βοηθήματα αποτέλεσαν κάποια άλλα εκπαιδευτικά υλικά όπως τα:
    Lacs et rivières του Gerard Lacroix των εκδόσεων Ecoguides Bordas 1991,
    Water and water Life της RSPB, London 1994,
    Water in our Life της UNESCO-UNEP.

    Σ' αυτά γίνεται επίσης μια ολιστική προσέγγιση, ιδιαίτερα στο α' και λιγότερο στα άλλα δυο. Τα ποτάμια και τα λιμναία οικοσυστήματα διαχωρίζονται πιο ξεκάθαρα πάλι στο α'. Στα δυο τελευταία περιγράφονται αναλυτικότερα δομές, λειτουργίες και η ζωή γενικά στα υδρόβια περιβάλλοντα.

    Σε όλα τονίζεται ιδιαίτερα η σημασία του νερού και των ποταμών για τον άνθρωπο, και οι μεγάλες επιπτώσεις στα υδρόβια περιβάλλοντα κατά τις τελευταίες δεκαετίες από τις ανθρώπινες επεμβάσεις και χρήσεις. Τα δυο τελευταία πλαισιώνονται και από εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Στο παρόν εκπαιδευτικό υλικό ακολουθείται η ολιστική προσέγγιση του α' βοηθήματος αλλά γίνεται πολύ περισσότερη ανάλυση των δομών και λειτουργιών του ποταμού, ώστε να γίνουν κατά το δυνατόν κατανοητότερες οι ανθρώπινες επεμβάσεις και οι επιπτώσεις από αυτές, μέσω της οικολογικής προσέγγισης των ποταμών. Εξάλλου μόνο μέσω της γνώσης της οικολογίας των οικοσυστημάτων είναι δυνατή η εξεύρεση αλλά και κατανόηση διαχειριστικών πρακτικών και λύσεων.

  • Επίσης το παρόν εκπαιδευτικό υλικό πλαισιώθηκε από υποστηρικτικό υλικό όπως φωτογραφίες, πίνακες, κλείδες και ένα σύνολο δραστηριοτήτων (Κυρίμης, 1999) που τέθηκαν στη διάθεση των καθηγητών για την εκπαιδευτική προσέγγιση του θέματος αυτού από τους μαθητές.



    3.3 Δόμηση του υλικού.

    Σύμφωνα με τ' αποτελέσματα των συνεντεύξεων των καθηγητών αλλά και με τ' αποτελέσματα της έρευνας της Λάγιου (1998), συγκεντρώθηκε ελληνική και διεθνής βιβλιογραφία σχετική με το θέμα "Ποτάμι" η οποία χρησιμοποιήθηκε για τη δόμηση του εκπαιδευτικού υλικού. Αυτό αφού μορφοποιήθηκε κατάλληλα και πλαισιώθηκε από δραστηριότητες, φωτογραφίες, πίνακες κλπ, χρησιμοποιήθηκε από τον Κυρίμη (1999) για τη διεξαγωγή προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.



    3.4 Παρέμβαση.

    Το Βιολογικό Τμήμα του Α.Π.Θ. ζήτησε την άδεια του Υπουργείου Παιδείας για τη δοκιμαστική εφαρμογή του εκπαιδευτικού υλικού, η οποία και εδόθη. Επιλέχθηκαν 5 γυμνάσια για την εφαρμογή του εκπαιδευτικού υλικού. Τα γυμνάσια αυτά ήταν το 1ο και 5ο Γυμνάσια Ευόσμου Θεσσαλονίκης, και το Αμερικανικό Κολλέγιο Θεσσαλονίκης, οι μαθητές των οποίων δεν είχαν ασχοληθεί με την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, καθώς και το 2ο και 6ο γυμνάσιο Βέροιας, όπου πολλοί μαθητές είχαν συμμετάσχει σε κάποιο πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Μετά την παρέμβαση έγινε η αξιολόγησή της (Κυρίμης, 1999) της οποίας τ' αποτελέσματα χρησιμοποιήθηκαν για περαιτέρω τροποποιήσεις και βελτιώσεις ώστε το εκπαιδευτικό υλικό ν' αποκτήσει την τελική του μορφή.




  • 4. Αποτελέσματα των αναλύσεων των συνεντεύξεων των καθηγητών.





    4.1 Ενδιαφέρον

    Το ενδιαφέρον και η ευαισθησία των καθηγητών της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης είναι πολύ μεγάλο γι' αυτήν, και από δύο απ' αυτούς αποδόθηκε πιθανόν σε βιωματικές εμπειρίες που είχαν κατά την παιδική τους ηλικία, εφ όσον έζησαν και προέρχονται από χωριό ή πόλη της επαρχίας:

  • "Είμαι παιδί του χωριού, ανέκαθεν είχαμε κήπο, ζώα, στη Θεσ/νίκη αγγαρεία είναι ουσιαστικά που κάθομαι..."
  • "Είμαι απ' τη Φλώρινα, που έχουμε καθαρό περιβάλλον..."

    Αναφέρθηκε πάντως από κάποιον ότι το ενδιαφέρον των καθηγητών θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο, εάν δεν ένιωθαν εκτεθειμένοι απέναντι στα παιδιά, λόγω της αδυναμίας τους να τα βοηθήσουν να πάρουν θέση και να εκφράσουν άποψη έναντι των περιβαλλοντικών προβλημάτων:

  • "Είμαστε καλά μόνο στα λόγια..."
    ...επειδή...
  • "...όταν ξέρουμε τι γίνεται, μήπως μπορούμε στα σχολεία απλά να λέμε λόγια;..."
    Και η αδυναμία αυτή οφείλεται σε εξωτερικούς παράγοντες:
  • "Όταν έρχεται η ώρα να πάρουμε θέση, μας σταματούν απότομα..."
    ... όπως στο σύστημα της εκπαίδευσης που δεν βοηθάει τους καθηγητές:
  • "...Χρειαζόμασταν κάποια αντιδραστήρια, δεν μπορούσα να τα βρώ..."
    ...σε πιέσεις που ασκούνται από τον έξω κόσμο (οικονομικά συμφέροντα) αλλά και στο ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα:
  • "Ο υπεύθυνος της Π.Ε. μας είπε να μην αγγίξουμε αυτό το θέμα, γιατί καίει..."

    Έτσι οι καθηγητές αναγκάζονται να συμβιβαστούν μ' αυτή την κατάσταση...

  • "...πάλι κάναμε ένα συμβιβασμό..."
    ...και νιώθουν αναξιόπιστοι απέναντι στα παιδιά:
  • "...λέμε στα παιδιά ένα μεγάλο ψέμα πάλι..."

    Πιστεύουν ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, αν και ισχυρίζονται ότι θα ήθελαν:

  • "Δεν φταίω εγώ, εγώ θα 'θελα, αλλά δε μπορούσα να κάνω τίποτα πάνω σ' αυτό..."

    Βλέπουμε λοιπόν συμπερασματικά μιά επίρριψη ευθυνών πάνω στο εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και στο κράτος γενικά, για την αναξιοπιστία των καθηγητών και την αδυναμία τους για αυτενέργεια και ανάληψη πρωτοβουλιών μέσω της Π.Ε.

    Θεωρούν πιθανώς ότι το σύστημα γενικά δεν επιτρέπει στα σχολεία μια πραγματική ανάμειξη στα κοινωνικά, οικολογικά ή όποια προβλήματα υπάρχουν, αλλά προσπαθεί να τα κρατήσει απομονωμένα και ξεκομμένα από τον εξωτερικό κόσμο.

    Πιστεύουν επίσης ότι αυτοί προσωπικά, αν και θέλουν, δεν μπορούν να κάνουν τίποτε.





    4.2 Γνώσεις

    Πιστεύουν ότι η Οικολογία πρέπει να μελετά και να ασχολείται κυρίως με τις σχέσεις του αθρώπου με το περιβάλλον του...

  • "Το πρόβλημα δε είναι να κάνουμε απλά ανακύκλωση, αλλά να τοποθετήσουμε τις σχέσεις του ανθρώπου με το περιβάλλον..."
    ...και γενικά με οτιδήποτε μας περιβάλλει, ίσως λίγο περισσότερο με τη ρύπανση.

    Θεωρούν τον άνθρωπο ως το κέντρο, και όλα τα υπόλοιπα να τον περιβάλλουν και να εξαρτώνται από αυτόν, που μπορεί να παίζει, εάν θέλει, τον πρωταγωνιστικό ρόλο του ρυθμιστή και του καλού αφεντικού, και να διορθώσει όλα τα κακώς κείμενα:

  • "Ο άνθρωπος δημιουργεί τα προβλήματα, είναι ένα είδος ηγεμόνα, κυρίαρχου, αλλά κακού κυρίαρχου, θα έπρεπε να δίνει στη φύση τη δυνατότητα να αναπαράγει τον εαυτό της, θα μπορούσε αντί να την καθυποτάξει, να ζήσει αρμονικά διδασκόμενος απ' αυτήν, π.χ. αντί να χρησιμοποιεί air condition, να φυτεύει περισσότερα δέντρα..."

    Διαφαίνεται ότι υπερεκτιμώντας τις ικανότητες του ανθρώπου, μέσα από τις καταστροφές βεβαίως που έχει προκαλέσει, θεωρούν ότι είναι αυτός και πάλι που θα επιτρέψει να αποκατασταθεί η ισορροπία και η αρμονία στη φύση.

    Πιστεύουν πως οτιδήποτε κι' αν εκλείψει από τις τροφικές αλυσίδες, το τροφικό πλέγμα κινδυνεύει να καταστραφεί, όμως μεγαλύτερο πρόβλημα θα δημιουργηθεί από την εξαφάνιση των φυτών κυρίως...

  • "...επειδή αποτελούν τη βάση της τροφικής αλυσίδας..."
    ...αλλά και των αποικοδομητών και του ανθρώπου.

    Πιστεύουν ότι το πιό τοξικό μέταλλο είναι ο μόλυβδος και ακολουθεί ο υδράργυρος...

  • "...τα πουλιά και τα ψάρια δηλητηριάζονται από μόλυβδο και υδράργυρο..."

    Βλέπουμε ότι αν και δεν έχουν ουσιαστικές γνώσεις Βιολογίας, οι απαντήσεις τους δείχνουν πως είναι αρκετά καλά ενημερωμένοι, αλλά ίσως ενδιαφέρονται περισσότερο για θέματα που αφορούν τη ρύπανση, επειδή προβάλλεται πολύ τώρα τελευταία, και από τα μέσα ενημέρωσης, και από άλλες διάφορες πηγές, αλλά και γιατί ενδιαφέρει άμεσα και αφορά την υγεία των ανθρώπων. Υπάρχει διάχυτος ένας ανθρωπο-κεντρισμός. Ο άνθρωπος καταδεικνύεται ως ο πιό σημαντικός άξονας, γύρω από τον οποίο πιστεύουν ότι κινείται η οικολογία, και από τον οποίο εκπορεύονται τα πάντα: και τα καλά και τα άσχημα.





    4.3 Αντίληψη του Επιστημονικού Φαινομένου

    Η αντίληψη του επιστημονικού φαινομένου διαφέρει αναλόγως και των εξωτερικών συνθηκών, π.χ. η εγκυρότητα των πειραμάτων που κάνουν οι μαθητές εξαρτάται από τις εκάστοτε συνθήκες:

  • "Δεν έχουμε τα μέσα, η αναλογία των χημικών ουσιών μπορεί να μην είναι σωστή, τα σφάλματα παραμένουν σφάλματα..."
    Εξαρτάται από την εμπειρία των παιδιών:
  • "...πειράματα αρκετά έγκυρα από παιδιά..."
  • "...παιδιά χωρίς προηγούμενη πείρα..."
  • "...τα παιδιά δεν μπορούν ν' αξιολογήσουν σωστά τα πειράματα, τ' αποτελέσματά τους, και τη σκοπιμότητα..."
    ...καθώς κι' από την εμπειρία του καθηγητή τους:
  • "Δεν είναι όλοι οι καθηγητές της Π.Ε. θετικής κατεύθυνσης..."

    Υπάρχει ωστόσο και η άποψη ότι τα παιδιά καταλαβαίνουν πολλά πράγματα.

    Οι καθηγητές διαφωνούν στο ότι για να είναι κάτι επιστημονικό, αρκεί να συμφωνούν οι επιστήμονες μεταξύ τους...

  • "Το να σηκωθώ εγώ και να λέω ό,τι να 'ναι, δε νομίζω ότι λύνει το πρόβλημα..."
    ...αλλά θα πρέπει και να μπορούν να το αποδείξουν, αν και ακόμα και σ' αυτή την περίπτωση, οι επιστήμονες πείθουν δύσκολα τον κόσμο:
  • "Δεν επηρεάζουν πολύ, πείθουν δύσκολα τον κόσμο..."

    Δέχονται λοιπόν ότι υπάρχει μιά αλήθεια αντικειμενική...

  • "...κάπου υπάρχει και μιά αλήθεια που είναι αντικειμενική για όλους..."
    ...που αποδεικνύεται, της οποίας όμως η αποκάλυψη, καθώς και το αν θα εφαρμοσθεί ή όχι...
  • "...αλλά η αλήθεια υπάρχει, ασχέτως αν δεν την φανερώνουν..."
    ...εξαρτάται από τις ηθικές κρίσεις της εποχής...
  • "...δεν εφαρμόζονται επιστημονικά δεδομένα ανεξάρτητα από την ηθική κρίση..."
    ...εξαρτάται από οικονομικά συμφέροντα...
  • "...αν κάποιοι χρηματοδοτούνται για να βγάλουν μια μελέτη, μπορεί να βγούν κι' εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα..."
  • "Η εφαρμογή της επιστημονικής γνώσης είναι προς το συμφέρον των βιομηχανιών..."
    ...αλλά και από το είδος της επιστήμης:
  • "Στον τομέα της Φυσικής δεν είναι έντονο το πρόβλημα της ηθικής κρίσης, όπως στη Βιολογία, Γενετική, Ιατρική..."

    Βλέπουμε λοιπόν κυρίως μια σχετικιστική αντίληψη του επιστημονικού φαινομένου, λόγω της επίδρασης των πολλών εξωτερικών παραγόντων, δέχονται όμως την ύπαρξη μιας αντικειμενικής αλήθειας που αποδεικνύεται.

    Η επιστήμη προοδεύει γενικεύοντας τα αποτελέσματα των πειραμάτων (επαγωγικά):

  • "...μπορούμε να ξεκινήσουμε από κάτι μερικό και να φτάσουμε σε κάτι ολικό, ψάχνοντάς το ακόμα περισσότερο..."
  • "...υπάρχουν επιστήμες όπως είναι η Βιολογία, η Φυσική, η Χημεία, όπου πρέπει να δεις κάτι και με αφορμή και ερέθισμα αυτό να καταλήξεις κάπου..."
    ...αλλά σε ορισμένες επιστήμες ισχύει και ακριβώς το αντίθετο:
  • "...μπορούμε να ξεκινήσουμε από κάτι γενικό και να πάμε να το ελέγξουμε αν αυτό στα ειδικά πράγματα αληθεύει..."
  • "...υπάρχουν επιστήμες στις οποίες πρέπει να σκεφτείς κάποια πράγματα, όπως στα Μαθηματικά, και να καταλήξεις στην απόδειξή τους..."

    Πολλά προβλήματα (π.χ. ορισμένες ασθένειες) πρέπει να διερευνώνται λειτουργώντας αναγωγικά και ψάχνοντας συγκεκριμένους παράγοντες για την επίλυσή τους:

  • "Οι περισσότερες ασθένειες βασίζονται στην κληρονομικότητα, όταν μπορέσουμε να προσδιορίσουμε κάποια πράγματα στο γενετικό υλικό, θα μπορέσουμε και να τις θεραπεύσουμε..."
  • "Μιά αναγωγή στη Φυσική, στη Χημεία, μπορούν να μας δώσουν λύσεις για τα περιβαλλοντικά προβλήματα..."
  • "Δεν είναι δυνατόν το οικοσύστημα να αποτελεί τόσο αδιαίρετο σύνολο, ώστε να μη μπορούν τα επι μέρους στοιχεία ν απομονωθούν, τουλάχιστον για διδακτικούς λόγους. Έτσι πιστεύω ότι θα μπορέσουμε να μελετήσουμε μόνο το μαυρόγυπα..."

    Θεωρεί δηλαδή ότι η μελέτη ενός οργανισμού μπορεί να γίνει με αναγωγικές διαδικασίες. Γιά την επίλυση όμως άλλων προβλημάτων (π.χ. περιβαλλοντικών ή άλλων ασθενειών) δεν αρκεί μιά αναγωγική προσέγγιση, αλλά είναι απαραίτητη μιά ολιστική αντιμετώπιση:


  • "Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες πάντα επιβαρύνουν σ' ένα πολύ μεγάλο ποσοστό..."
  • "Υπάρχει και το φαινόμενο του ευτροφισμού, οπότε δεν αρκεί λοιπόν μόνο να μετρήσουμε το οξυγόνο, ίσως θα πρέπει να μετρήσουμε κι' άλλους παράγοντες για να μας καθορίσουν αν είναι μολυσμένο ή όχι το νερό..."

    Οι όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις βοηθούν στο να κρίνουμε πολύ πιό άνετα:

  • "Εξαρτάται απ' το συγκεκριμένο πρόβλημα που ψάχνεις, τί ερευνάς..."

    Οι επιστημονικές αξίες έχουν αξία και δεν εγκαταλείπονται αν αποδίδουν κάπου και χρησιμεύουν σε κάτι, είτε στον οικονομικό τομέα, είτε στον τομέα της υγείας, είτε ως προσφορά γνώσεων:

  • "Δεν εγκαταλείπουμε μια θεωρία εάν αυτή παράγει συμπεράσματα καινούρια, εάν τελικά είναι χρήσιμη. Εάν αποδίδει, τότε αξίζει..."
  • "Όταν υπάρχει μια πρακτική, ένα αποτέλεσμα, πείθει περισσότερο..."
  • "Σίγουρα αξίζει να βρείς κάτι, εάν έχεις σκοπό να αποφέρεις κάποιο κέρδος. Σίγουρα αξίζει να κατασκευάσεις κάτι, να δημιουργήσεις με σκοπό να καλυτερεύσεις την υγεία των πολιτών, με σκοπό οι επόμενες γενιές να ξέρουν κάτι περισσότερο απ' ότι οι πρόγονοί τους..."

    Εδώ βλέπουμε να κυριαρχεί έντονα η αντίληψη της εργαλειακότητας της επιστήμης.

    Αυτό όμως που απομένει στο τέλος μιας επιστημονικής διαδικασίας είναι αυτό που αξίζει από την επιστημονική μόρφωση:


  • "Κάποια τελικά μου έμειναν και θυμάμαι, τα άλλα πρέπει να τα αναμοχλεύσω, να μπώ στη βιβλιοθήκη..."
  • "Το αποτέλεσμα τεκμηριώνει όλη την προηγούμενη δουλειά..."



    4.4 Ο ρόλος της Τεχνολογίας

    Η τεχνολογία βασικά είναι η εφαρμογή της επιστήμης:

  • "Και η εφαρμογή στα πειράματα τί θέλει; Την τεχνολογία..."
  • "Εσείς, αν δεν έχετε τις πιπέτες, τις μικροτόμους κ.λ.π. δεν θα κάνετε δουλειά..."
    είναι τεχνογνωσία...
  • "Να κάνουν μιά δικιά τους κατασκευή, για να δουν τις φάσεις της τεχνολογίας..."
    ...και απαιτεί εργαλεία, διαδικασίες, ινστιτούτα:
  • "Τα ινστιτούτα προετοιμάζουν ανθρώπους να κάνουν καλύτερες εφαρμογές..."

    Η επιστημονική έρευνα, αν και σπουδαιότερη, δε μπορεί να προχωρήσει χωρίς τον τεχνολογικό εξοπλισμό:

  • "...ακόμη και διαστημικά πειράματα μπορεί να δώσουν καλύτερους τρόπους ζωής στη γη..."

    Βασικά είναι ο ανθρώπινος παράγοντας, μέσα στην έννοια της τεχνολογίας και της επιστήμης, αυτός που επιλέγει και κατευθύνει την έρευνα και τις εφαρμογές της:

  • "Οι άνθρωποι είναι αυτοί που κάνουν κακή χρήση της επιστήμης, αυτοί είναι που θα επιλέξουν, θα χρησιμοποιήσουν κάτι για καλό ή κακό..."

    Μ' αυτή την έννοια η επιστήμη δεν ευθύνεται, και πρέπει να προχωρά:

  • "...την επιστήμη την κάνουμε εμείς οι ίδιοι, άρα δεν φέρει ευθύνη η επιστήμη, είναι ο ίδιος ο άνθρωπος που τη δημιουργεί..."

    Εδώ διακρίνουμε πάλι έναν ανθρωποκεντρικό τρόπο σκέψης.

    Η έρευνα πρέπει να προχωρά με πρωτοβουλία μόνον των επιστημόνων...

  • "Η έρευνα δεν πρέπει να καθοδηγείται από από πολιτικούς, ούτε από ομάδες πολιτών..."
  • "Τί σχέση έχουν οι πολιτικοί με τους επιστήμονες; Οι επιστήμονες δεν πρέπει να στηρίζονται σ' αυτούς, γιατί κατά το κοινώς λεγόμενο, ζήτω που καήκαμε..."
    ...επειδή έτσι κι' αλλιώς οι επιστήμονες ενδιαφέρονται για το κοινωνικό σύνολο, αν και θα έπρεπε και θα μπορούσε το κοινωνικό σύνολο να στρέφει την επιστήμη προς ορισμένους τομείς:
  • "...οι πολίτες θα μεταφέρουν τη γνώμη τους στους πολιτικούς, κι' αυτοί σε κάποιες υπηρεσίες και φορείς, ώστε μ' αυτόν τον τρόπο, δίνοντας κονδύλια και ενθαρρύνοντας κάποιες καταστάσεις, να κάνουν τους επιστήμονες να εξερευνήσουν κάποιους συγκεκριμένους τομείς..."

    Εδώ βλέπουμε για άλλη μια φορά ότι θεωρούν ότι η κατεύθυνση της επιστήμης θα πρέπει να επηρεάζεται και να σχετίζεται με εξωτερικούς παράγοντες.

    Η επιστημονική μέθοδος είναι πάντα η ίδια. Οι προτεραιότητες όμως αλλάζουν υπό την πίεση των διαφορετικών εξωτερικών παραγόντων:

  • "Σ' ένα ιδανικό καθεστώς θα δινόταν πολύ περισσότερη σημασία στο να θεραπεύσουν τον καρκίνο και όχι στο ν ανακαλύψουν το Viagra, ή στην επίλυση περιβαλλοντικών προβλημάτων, αντί για την κατασκευή πυρηνικών όπλων..."

    Βλέπουμε άλλη μια φορά το επιστημονικό φαινόμενο να εξαρτάται από εξωτερικούς παράγοντες και να κατευθύνεται από αυτούς.

    Η Βιολογία έχει πολλά κοινά με τη Φυσική:

  • "Και οι δυο έχουν πειράματα, θεωρία, την ίδια μέθοδο, κάνουν πολύ καλή παρέα, είναι συνδεδεμένες όλες οι θετικές επιστήμες, χρησιμοποιεί η μιά την άλλη..."
    ...αλλά διαφέρουν ως προς το αντικείμενο:
  • "Η Βιολογία μιλάει για το κύτταρο, τη μικρότερη μονάδα ζωής, η Φυσική για φυσικά φαινόμενα που παρατηρεί..."

    Η Βιολογία είναι μια ολοκληρωμένη επιστήμη...

  • "...είναι μια καθαρή επιστήμη, έχει τους δικούς της όρους, τα δικά της παιχνίδια..."
    ...η οποία στηρίζεται σε παρατηρήσεις κυρίως...
  • "...υπάρχουν επιστήμες που βλέπεις για να κάνεις κάτι θεωρία..."
    ...για να αναπτύξει τις ίσως όχι αρκετά δυνατές μέχρι σήμερα θεωρίες της.

    Θα εξελιχθεί όμως πολύ περισσότερο και θα βρεί πολύ μεγαλύτερες εφαρμογές στα επόμενα χρόνια:

  • "Πιστεύω ότι τα επόμενα χρόνια θα βρεί πολύ μεγαλύτερη εφαρμογή απ' ό,τι η Φυσική..."

    Είναι δύσκολη επιστήμη και απαιτεί περισσότερες γνώσεις εκτός από Φυσική και Χημεία:

  • "Χρειάζεται κι' άλλα πράματα, δε διδάχτηκα ποτέ Βιολογία στο σχολείο, και γνώσεις Φυσικής έχω, και γνώσεις Μαθηματικών, αλλά για να κάνω Βιολογία στην Γ τάξη διάβαζα 2.30 ώρες μόνη μου και 3.30 ώρες με διάβαζαν οι αδερφές μου..."

    Την απεχθάνονται και τη θεωρούν δυσνόητη, αν και:

  • "...δεν θέλει πολλές γνώσεις, ίσα-ίσα δεν έχει ούτε τύπους, ούτε εξισώσεις..."

    Βλέπουμε ότι ενώ θεωρούν πως γενικά η Βιολογία έχει πολλά κοινά με τις θετικές επιστήμες, όσον αφορά τη μεθοδολογία και τη χρηστικότητα οργάνων, διαφέρει ως προς το αντικείμενο τόσο πολύ, ώστε είναι αδύνατον να την κατανοήσει κανείς με γνώσεις μόνο Φυσικής και Χημείας. Χρειάζεται κάτι πολύ περισσότερο, χρειάζεται εκπαίδευση και γνωστικό υπόβαθρο σχετικό με τη Βιολογία. Διαφαίνεται μια μεγάλη έλλειψη βασικής γνώσης για την επιστήμη της Βιολογίας, για τους τομείς με τους οποίους ασχολείται και για τις θεωρίες της.





    4.5 Η σχέση Μαθητή - Καθηγητή.

    Οι περισσότεροι καθηγητές συμφωνούν ότι επηρεάζονται από προηγούμενες επιδόσεις κατά τη βαθμολόγηση ενός μαθητή, επειδή είναι η εύκολη λύση:

  • "Το να έχεις κάποια τεκμηριωμένη γνώμη πρωτύτερα είναι καλύτερα, είναι πιό εύκολο γι' αυτούς (τους καθηγητές), έτσι πατάς στα σίγουρα..."
    αλλά και:
  • "Δε μπορεί ένας μαθητής στο α' τρίμηνο να είναι χάλια και στο β' ξαφνικά να γίνει 20άρι, ας πούμε..."
  • "...επειδή υπάρχει ο φόβος να μην αδικήσουμε ένα παιδί..."

    Μερικοί πάντως δεν το θεωρούν σωστό αυτό, υπήρξε και αντίθετη άποψη:
  • "...εξετάζοντας με τέστ και διαγωνίσματα, και ανάλογα με το τι γράφει ένα παιδί, πιστεύω ότι βαθμολογούνται..."

    Βλέπουμε ότι οι περισσότεροι, θεωρώντας ότι η μάθηση έχει λειτουργήσει επικοδομητικά κατά τα προηγούμενα χρόνια, στηρίζονται σε βαθμολογικά δεδομένα που προϋπάρχουν για κάθε μαθητή.

    Πολύ περισσότερο επηρεάζονται θετικά από το ενδιαφέρον και τη συμμετοχή ενός μαθητή μέσα στην τάξη, θεωρώντας αυτό σαν αποτέλεσμα ενός ικανοποιητικού γνωστικού υπόβαθρου του παιδιού...

  • "Ένα παιδί που ενδιαφέρεται και συμμετέχει στην τάξη, θα ξέρει πέντε πράγματα..."
    ...ή για ανταμοιβή της προσπάθειας που καταβάλλει, άσχετα με την ικανότητα μάθησής του και τη βαθμολογία του...
  • "Όταν δείχνουν ένα φιλότιμο και προσπαθούν να καταλάβουν, να πούν κάτι, αυτό αμοίβεται..."
    ...ή και γιατί πάλι έτσι τους βολεύει:
  • "Ο άνθρωπος έχει τα οικογενειακά του προβλήματα κ.λ.π., τόσο τον σήκωσε, τόσο προφορικά, τόσο μέσος όρος..."
  • "Όλοι άνθρωποι είμαστε και λίγο βολεψιματάκηδες, κι' ένα παιδί που συμμετέχει, σε βοηθάει να κάνεις το μάθημά σου πιό ξεκούραστα..."

    Βλέπουμε λοιπόν ότι οι περισσότεροι επηρεάζονται έντονα από προηγούμενες αποδόσεις κι' από τη συμπεριφορά ενός μαθητή στην τάξη. Αναρρωτιέται όμως κανείς εάν πιστεύουν στ' αλήθεια ότι το σχολείο και οι μαθησιακές διαδικασίες έχουν λειτουργήσει εποικοδομητικά, ή απλά αυτό τους βολεύει για να ξεμπερδέψουν εύκολα και να επαναπαυθούν.

    Θεωρούν ότι η αδιαφορία των μαθητών προέρχεται κυρίως από δικά τους οικογενειακά ή προσωπικά προβλήματα ή απλώς από ανεπάρκεια να σταθούν στην τάξη:

  • "Ένα μεγάλο ποσοστό στο σχολείο μας, δηλαδή από τα 370 παιδιά που έχουμε, γύρω στα 200 έχουν σοβαρά οικογενειακά προβλήματα..."
  • "Από προσωπική πείρα, παιδιά χωρισμένων γονέων που είχαμε πέρυσι και φέτος, περιπτώσεις που οι γονείς πήγαν έξω (στο εξωτερικό) για σοβαρούς ιατρικούς λόγους κ.λ.π., αμέσως αλλάζουν, δηλαδή σκέφτονται το πρόβλημά τους και είναι σωματικά παρόντες και πνευματικά απόντες..."

    Ίσως η αδιαφορία να οφείλεται και σε κακές σχέσεις με τον καθηγητή...

  • "Σε μικρό ποσοστό μπορεί η αδιαφορία ορισμένων μαθητών να οφείλεται σε κακές σχέσεις με τον καθηγητή..."
  • "Εγώ ως μαθητής δεν ενδιαφερόμουν για ένα μάθημα, όχι γιατί δεν μου άρεσε το μάθημα, αλλά επειδή δεν μου άρεσε ο διδάσκοντας, και έκανα φασαρία..."
    ...και δε σημαίνει οπωσδήποτε έλλειψη σεβασμού προς τον καθηγητή, αν και μερικοί καθηγητές το εισπράττουν κατ' αυτόν τον τρόπο:
  • "...μερικοί μπορεί να το θεωρούν έτσι, ως έλλειψη σεβασμού..."
  • "Ναι, συμφωνώ απόλυτα, είναι έλλειψη σεβασμού..."

    Βλέπουμε ότι υπάρχει μια τάση για απόδοση σε εξωτερικά αίτια της αδιαφορίας των μαθητών. Όμως ίσως αυτό να δείχνει και μιά προσπάθεια αποποίησης της προσωπικής ευθύνης του καθηγητή, για την αδιαφορία και τη μη συμμετοχή των μαθητών στο μάθημα. Έτσι μόνο ως ένα μικρό βαθμό αποδέχονται αυτή την πιθανότητα και οι περισσότεροι οχυρώνονται πίσω από την θεωρητική έλλειψη σεβασμού των νεαρών παιδιών, και δεν προβληματίζονται ίσως καθόλου, ούτε και προσπαθούν ν ανακαλύψουν τα αίτιά της. Θεωρούν ότι η έλλειψη σεβασμού αποτελεί πρόβλημα των παιδιών, το εκλαμβάνουν δηλαδή ως εξωτερικό αίτιο που δεν μπορεί να σχετίζεται προσωπικά με αυτούς. Υπάρχει λοιπόν μια έντονη διάθεση εφησυχασμού στους καθηγητές, αφού όλα τα προβλήματα απόδοσης ή κοινωνικής ένταξης των παιδιών θεωρούν ότι είναι έξω απ' αυτούς, και αυτοί προσωπικά δεν μπορούν να κάνουν τίποτε.

    Μερικοί καθηγητές αισθάνονται αρκετά επαρκείς και λόγω των σταθερών βιβλίων που δεν αλλάζουν για πολλά χρόνια...

  • "...από του χρόνου με τα καινούρια βιβλία θα χρειάζεται διάβασμα..."
    ...ή γιατί...
  • "...κάποιοι που χρόνια ολόκληρα δουλεύουν δέσμες, πραγματικά ξέρουν τα πράγματα όπως είναι..."
  • "Μετά από 20 χρόνια δουλειάς δε χρειάζομαι βοηθήματα, αλλά να βάλω περισσότερο τη φαντασία μου για να κεντρίσω το ενδιαφέρον των παιδιών για το μάθημά μου..."
    ...ή γιατί άλλοι βαριούνται να ενημερώνονται συνεχώς...
  • "...αρνούνται να πάρουν κάποια άλλη τάξη μη τυχόν κι' αναγκαστούν και μάθουν πέντε πράγματα παραπάνω..."
  • "...υπάρχουν και κάποιοι που είναι έτσι, de facto, μάθανε τα πράγματα που μάθανε..."
  • "Ο άνθρωπος έχει κάποια οικογενειακά προβλήματα και βάρη..."
  • "Ρουτινιάζουν στο Δημόσιο, αν περάσει η ηλικία..."
    ...ή γιατί το Σύστημα δεν βοηθά για κάτι τέτοιο:
  • "Ο καθηγητής ενημερώνεται αποκλειστικά και μόνο με δικό του προσωπικό ενδιαφέρον, πληρώνοντας από την τσέπη του..."
  • "Δεν υπάρχει κάποιος που να σε βοηθήσει, έγινε ένα σεμινάριο στην αρχή της χρονιάς, και σου λένε: κολυμπήστε μόνοι σας..."
    Υπάρχουν όμως και...
  • "...συνάδελφοι που πραγματικά ενημερώνονται και ψάχνουν..."
  • "Πλήρωσα δικά μου χρήματα για να το κάνω..."
  • "Το χαίρεσαι αυτό το πράγμα..."

    Γιατί όμως; Πού οφείλεται τελικά αυτό;

  • "Είναι ωραίο πράγμα η γνώση, στέκεσαι πιό καλά μέσα στην τάξη, για χίλιους λόγους, είναι προσωπικό στον καθένα, είναι εγωιστικό, αισθάνομαι ότι αν δεν κάνω καλό μάθημα έχω κάνει κάτι πολύ κακό, θα ντραπώ να ρθουν μαθητές να πουν: Κύριε, δεν κατάλαβα, ή να ρθουν γονείς να παραπονεθούν, η δουλειά μου είναι να με καταλαβαίνουν..."
  • "Όλους τους καθηγητές τους ενδιαφέρει τι γνώμη έχει γι' αυτούς ο κάθε μαθητής..."

    Βλέπουμε άλλη μια φορά αυτή τη διάθεση εφησυχασμού, καθώς οι καθηγητές αισθάνονται επαρκείς μόνον όταν έχουν βολευτεί πίσω από την επανάληψη σταθερών βιβλίων και γνώσεων και δεν χρειάζεται να καταβάλουν προσπάθεια να διαβάσουν κάτι περισσότερο. Κατά τα άλλα αισθάνονται την ανεπάρκειά τους, αλλά οι περισσότεροι δε θέλουν να καλύψουν τα κενά τους, είτε λόγω τελμάτωσης μέσα σ' ένα ρουτινιάρικο σύστημα που ίσως και να τους βολεύει, είτε λόγω ηλικίας και προβλημάτων, ή εξ αιτίας της αδυναμίας του συστήματος να τους στηρίξει οικονομικά ωθώντας τους σε καινούριες ενημερωτικές και επιμορφωτικές διαδικασίες.

    Όποιοι τελικά, ξεπερνώντας όλα τα εμπόδια και τις δικαιολογίες, πληρώνουν από την τσέπη τους για την προσωπική τους ενημέρωση, κινούνται από προσωπικούς μόνο λόγους, και κινδυνεύουν να θεωρηθούν από το υπόλοιπο καθηγητικό κατεστημένο ως τα ψώνια:

  • "Είναι πολλές φορές ποιός θα δώσει το κίνητρο, ο τρελός που θα βρεθεί σε μιά δεδομένη στιγμή..."

    Αυτός λοιπόν που θα το κάνει, έχει τελικά να ξεπεράσει άλλο ένα εμπόδιο, την αρνητική στάση των συναδέλφων του...

  • "Ηταν όλοι απομακρυσμένοι..."
    ...που ωστόσο, αν συνεχίσει να κάνει αυτό που πιστεύει, μπορεί να την μεταστρέψει τελικά σε θετική:
  • "...μπήκε κι' άλλος καθηγητής μέσα, μπήκε κι' άλλος... πέρσι έκανα μόνη μου Περιβαλλοντική, φέτος ήρθαν άλλοι δυό, δεν είναι η άρνηση τόσο μεγάλη όσο νομίζουμε, το ωραίο είναι πάντοτε ωραίο..."

    Ένας επιστημονικός σύμβουλος θα ήταν πολύ χρήσιμος, αλλά μόνο για την προσφορά τεχνικής υποστήριξης και όχι ιδεών...

  • "Οι περισσότεροι συνάδελφοι δεν τον χρειάζονται... Αν είχαν ένα σύμβουλο να μου δώσει προγράμματα στο κομπιούτερ θα γλίτωνα την αντιγραφή..."
    ...ή για να τους λύνει κάποιες απορίες περισσότερο:
  • "...άλλωστε πολλές φορές λέει άσχετα πράγματα, σα να μην έχει μπεί ποτέ σε τάξη..."

    Βλέπουμε εδώ ότι παρ όλα τα παράπονα, ότι χρειάζονται δηλαδή βοήθεια και ενημέρωση από το σύστημα, και παρ όλον ότι συμφωνούν απόλυτα ότι χρειάζονται σύμβουλο, κανείς δεν αναφέρει ότι θα ήθελε κάτι ουσιαστικό απ' αυτόν. Ίσως αυτό να δείχνει ότι στην πραγματικότητα θεωρούν αρκετά ικανούς και επαρκείς τους εαυτούς τους ή ότι δεν έχουν συνειδητοποιήσει τις πιθανές ελλείψεις τους αλλά και τις δυνατότητες που θα μπορούσαν να αποκτήσουν μέσω του συμβούλου τους. Ως ένα βαθμό βέβαια δείχνει γι' άλλη μιά φορά ότι δεν έχουν εμπιστοσύνη στο σύστημα και στις ικανότητες του συμβούλου.

    Το αναλυτικό πρόγραμμα πιέζει ασφυκτικά για την κάλυψη της ύλης...

  • "Δεν φτάνει ο χρόνος, πάρα-πάρα πολύ μεγάλο το πρόβλημα, πάρα πολλά γνωστικά αντικείμενα να διδαχτούν σε ελάχιστο χρονικό διάστημα..."
  • "Το αναλυτικό πρόγραμμα μας κάνει να δυσανασχετούμε..."
    ...δεν επιτρέπει καμιά ελευθερία στον καθηγητή, ώστε να καλύψει κάποια κενά ή ανεπάρκειες των μαθητών, δεν δίνει ευκαιρία στους καθηγητές για αυτενέργεια:
  • "Όταν έχουμε το ίδιο αναλυτικό πρόγραμμα μ΄ ένα π.χ. ιδιωτικό, εγώ ή θα τα πω γρήγορα και δεν θα καταλάβουν τίποτα, ή θα τους τα πω αργά, και θα πω τα μισά..."
  • "Βαθμούς ελευθερίας δεν έχεις..."
  • "Κάθε μέρα κρατάμε ένα βιβλίο ύλης το οποίο πρέπει να γράφουμε, κάθε μέρα πρέπει να λέω κάτι διαφορετικό στο βιβλίο ύλης, μας υποχρεώνει το σύστημα..."

    Άλλοι καθηγητές δυσανασχετούν μ' αυτήν την κατάσταση:

  • "Μ' ενοχλεί αυτό πάρα πολύ..."
  • "Θα πρεπε να δίνουν τα παιδιά εξετάσεις (όπως στην Αγγλία), να βλέπουν σε ποιό επίπεδο είναι..."
  • "...θα πρεπε να ξέρω τις προσωπικές ανάγκες του καθενός..."
  • "...και τι έγινε; τα παιδιά τι μάθανε;..."
  • "Να υπάρχει κάτι, ίσως κάποια ύλη, κάποια πράγματα, αλλά..."

    Όμως πολλοί συμφωνούν:

  • "Οι περισσότεροι συνάδελφοι θεωρούν ότι τα παιδιά σ' αυτήν την ηλικία είναι ανώριμα, και τα βλέπει κανείς σαν μονάδες, σαν αντικείμενα, ενώ πρέπει να τα δει σαν άτομα, σαν προσωπικότητα..."
  • "...δεν με νοιάζει ποιός θα τα μάθει και ποιός όχι..."
  • "...μπαίνουν μέσα, λένε το μάθημα, κι' όποιος το ακούσει, το άκουσε..."
    ...ή απλά βολεύονται μ' αυτό το σύστημα:
  • "Έχουν την ασφάλεια, εγώ τα είπα, καθάρισα..."
  • "Έτσι είναι ασφαλισμένοι..."
    Και τελικά ποιός ευθύνεται γι' αυτή την κατάσταση;
  • "Μου λέει ο σύμβουλος: εσύ θα μπαίνεις κάθε μέρα, θα λες το μάθημά σου κι' από κει και πέρα να μη σε νιάζει τίποτε..."
    ...πίσω από τους συμβούλους, φταίει το σύστημα πάνω απ' όλα...
  • "...δε θέλω να τους αδικήσω, ίσως με τα χρόνια έφτασαν σ' αυτό το σημείο, γιατί τους ανάγκασαν να φτάσουν σ' αυτό το σημείο..."
    ...ευθύνεται κάποιος άλλος που τελικά δε ξέρουμε ποιός είναι:
  • "Δεν ξέρω τι πρόβλημα θα μπορούσε να δημιουργήσει ο προϊστάμενος, ή ο Χ προϊστάμενος, από 'κεί είναι το πρόβλημα, οι συνάδελφοι το δέχονται και το χαίρονται..." (την αποδέσμευση από το βιβλίο ύλης)

    Μετά απ' όλα αυτά φαίνεται αρκετά καθαρά ότι αν και πολλοί καθηγητές (ιδιαίτερα οι νέοι) δε συμφωνούν με το αναλυτικό πρόγραμμα, και μάλιστα θα ήθελαν να γίνουν πολλές τροποποιήσεις, που να τους δίνουν την ελευθερία να προσαρμόζουν κάθε φορά το πρόγραμμά τους ανάλογα με το επίπεδο και τις ιδιαιτερότητες των μαθητών τους, ωστόσο το ακολουθούν πιστά χωρίς να προβληματιστούν περισσότερο και επιρρίπτοντας και πάλι και μεταθέτοντας την ευθύνη κάπου αλλού.

    Οι αντιρρήσεις και οι διαφωνίες εκδηλώνονται με λόγια μόνο, και δεν μετουσιώνονται σε έργα. Φοβούνται το σύστημα, ή απλώς βολεύονται;

    Τι όμως φοβούνται ακριβώς, όταν δεν έχουν ακόμη έρθει ουσιαστικά αντιμέτωποι με αυτό;

    Συμφωνούν ότι ο ρόλος του δασκάλου είναι καθοδηγητικός, αφού...

  • "...οι δάσκαλοι διαμορφώνουν μέσω της δουλειάς τους τους μαθητές..."
    ...ή τουλάχιστον πρέπει να είναι καθοδηγητικός:
  • "Το να προσπαθείς απλά να γεμίζεις το κεφάλι ενός μαθητή με γνώση, όταν δε θέλει αυτός να μάθει, δεν καταφέρνεις πολλά πράγματα. Αν καταφέρεις να βρείς το ερέθισμα να πάει να ψάξει να βρεί αυτός μόνος του, να τον καθοδηγήσεις πώς πρέπει να ψάξει να βρεί, έχει μάθει, έχει μάθει το παιδί..."

    Αλλά ενώ (άποψη ενός) δεν αρκεί ο ρόλος να είναι μόνο καθοδηγητικός...

  • "Είναι και μιά ανάπτυξη σχέσης με το μαθητή, πιό κοντινής, πιό ανθρώπινης, είναι πώς θα προσεγγίσεις το παιδί να αγαπήσει αυτό που του λες, να σε προσέξει, δεν είναι καθοδηγητικός μόνον ο ρόλος. (...) Θα πρέπει (ο μαθητής) να τον βλέπει (τον καθηγητή) περισσότερο σα φίλο, σαν το γονιό του. (...) Τους λέω και κάτι άλλο που είναι περισσότερο χρήσιμο γι' αυτούς, ξεφεύγω λίγο από το μάθημά μου..."
    ...οι περισσότεροι δάσκαλοι (άποψη όλων)...
  • "...μπαίνουν μέσα, λένε το μάθημα κι' όποιος το ακούσει, το άκουσε..."
  • "...ορισμένοι το παίζουν αυστηροί, νομίζουν ότι έτσι το παιδί θα πειθαρχήσει, θα διαβάσει..."
    Και όχι μόνον αυτό, αλλά πολλοί καθηγητές...
  • "...μπαίνουν μέσα στην τάξη και είναι βασιλιάδες..."
  • "...είναι προβληματικοί άνθρωποι, τα δικά τους τα απωθημένα τα βγάζουν μέσα στην τάξη μάλλον..."
  • "Δε θα πρέπει ο δάσκαλος να είναι κυρίαρχος, και ο μαθητής να τον βλέπει σα μπαμπούλα..."
    Πάντως:
  • "Σε κάποια, σε οποιαδήποτε σχέση είτε ανθρώπου, είτε παιδιών, (άραγε τα παιδιά δεν είναι άνθρωποι;), είτε φιλικές, πρέπει να βάζεις κάποια όρια, και το παιδί καλό είναι να ξέρει ότι αυτά τα όρια δεν πρέπει να τα ξεπεράσει σε μια σχέση, για να μπορέσει να..."

    Στην ερώτηση εάν ο ρόλος του δάσκαλου είναι κυρίαρχος, οι δυό το εισέπραξαν ως κυρίαρχος μέσα στην τάξη, και το απέρριψαν, αλλά μόνον ο ένας με κατηγορηματικό τρόπο, ενώ ο άλλος είπε απλά ότι η λέξη κυρίαρχος ηχεί άσκημα. Ο τρίτος το εξέλαβε ως κυρίαρχος ρόλος έναντι των άλλων ανθρώπων του κοινωνικού συνόλου:

  • "Δεν είναι κυρίαρχος γιατί εγώ πιστεύω ότι δεν υπάρχει ο απαιτούμενος σεβασμός ούτε από την πολιτεία, ούτε απ' τον απλό πολίτη απέναντι στο δάσκαλο..."

    Μετά το συνδυασμό των απαντήσεών τους στις δυο τελευταίες ερωτήσεις, προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:

    Συμφωνούν όλοι ότι ο ρόλος του δάσκαλου πρέπει να είναι καθοδηγητικός, και απορρίπτουν (όπως είναι φυσικό) το ρόλο του κυρίαρχου δάσκαλου μέσα στην τάξη. Όμως δέχονται ότι οι περισσότεροι συνάδελφοί τους παίζουν αυτόν ακριβώς το ρόλο (για πολλούς και διάφορους λόγους).




    Στοιχεία Ψυχολογίας και η Μέθοδος της Προβολής.

    Η αντίφαση που περιέχει το παραπάνω συμπέρασμα, σύμφωνα με την Ψυχολογία, μπορεί να ερμηνευτεί ως εξής: Οι καθηγητές πιστεύουν πραγματικά ότι ο καθοδηγητικός ρόλος είναι ορθότερος και θα ήθελαν η συμπεριφορά τους να είναι καθοδηγητική και όχι κυριαρχική, όμως σε πολλές περιπτώσεις (ίσως και ποτέ) δεν το καταφέρνουν, γιατί δεν έχουν την ολοκληρωμένη, τη βιωματική εμπειρία ενός τέτοιου ρόλου. Ο καθοδηγητικός ρόλος δεν μπορεί να εφαρμοστεί μηχανιστικά, με κανόνες, οδηγίες και συμβουλές.

    Για να είναι κάποιος καθοδηγητικός πρέπει ο ίδιος να εμπνέει το σεβασμό, ή καλύτερα, να κερδίζει το σεβασμό με τη συμπεριφορά του. Την αποτυχία του να κερδίσει το σεβασμό, προσπαθεί συνήθως να την καλύψει επιβάλλοντάς τον, όμως τότε έχει ήδη γλιστρήσει σε συμπεριφορά κυριαρχική, και η ανταπόκριση των μαθητών δεν μπορεί να είναι σεβασμός, αλλά είτε υποταγή είτε απείθεια. Είτε ο καθηγητής πετύχει την υποταγή των μαθητών (που συχνά ο ίδιος τη βαφτίζει σεβασμό), είτε όχι, δεν μπορεί να καθοδηγήσει, με συμπεριφορά μη καθοδηγητική, με συμπεριφορά κυριαρχική, αν και συνήθως αισθάνεται ότι κάτι δεν πάει καλά. Αυτός ο ψυχολογικός μηχανισμός είναι ένας εσωτερικός ψυχολογικός φαύλος κύκλος αξιών, στόχων, συμπεριφορών, αποτελεσμάτων και συναισθημάτων, όπου καταλυτικό ρόλο παίζει το συναίσθημα "πάλι δεν τα κατάφερα", και γι' αυτό, το άτομο ξαναπροσπαθεί, με τα ίδια όμως αρνητικά αποτελέσματα. Ο μόνος τρόπος να βγει κάποιος από τον προσωπικό του φαύλο κύκλο, είναι να συνειδητοποιήσει πως όλη του η προσπάθεια είναι ένα επαναλαμβανόμενο κουρδιστό παιγνίδι, χωρίς αποτέλεσμα. Αυτή η συνειδητοποίηση είναι τα πρώτα βήματα προς την αυτογνωσία, και οδηγεί σταδιακά στη μείωση των συναισθημάτων ενοχής για το "δεν τα καταφέρνω".

    Όσοι έχουν κάνει, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα, τέτοια βήματα αυτογνωσίας, δεν θα αρνηθούν, μέσα στις απαντήσεις τους, κάποιο μερίδιο προσωπικής ευθύνης τους, για το ότι δεν τα καταφέρνουν και τόσο καλά στον καθοδηγητικό ρόλο, αν και είναι σίγουρο ότι τώρα τα καταφέρνουν καλύτερα από πριν. Μοιάζει λίγο παράδοξο, αλλά ακριβώς αυτοί είναι πλησιέστερα σ' ένα πραγματικά καθοδηγητικό ρόλο.

    Οι άλλοι, που εξακολουθούν να μένουν με τις ενοχές του "δεν τα καταφέρνω", δεν δέχονται κανένα μερίδιο ευθύνης για τον εαυτό τους. Όχι τόσο γιατί ντρέπονται να το ομολογήσουν στον συνομιλητή τους (αυτή είναι μια συνηθισμένη λογική εξήγηση), αλλά γιατί περισσότερο δε θέλουν να ομολογήσουν στον ίδιο τον εαυτό τους την επαναλαμβανόμενη αποτυχία τους να λειτουργήσουν καθοδηγητικά. Υπάρχει εγκατεστημένη μέσα τους μια απαγόρευση να παραδεχτούν την αποτυχία που αισθάνονται για τον εαυτό τους. Κάποιοι, στην προσπάθειά τους να μετατρέψουν το συναίσθημα της αποτυχίας σε επιτυχία, υιοθετούν αυταρχικότερες συμπεριφορές, όμως οι ενοχές παραμένουν.

    Σύμφωνα με την παραπάνω ανάλυση, αν ρωτήσουμε το συνομιλητή μας "ποιά είναι η συμπεριφορά σου", για ένα θέμα που "τσούζει", θα πάρουμε μια απάντηση που, τουλάχιστον λεκτικά, δε θα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, γιατί θα λειτουργήσει η εσωτερική του απαγόρευση. Ίσως, σε κάποιες περιπτώσεις ένας έμπειρος ψυχολόγος θα μπορούσε να αποκρυπτογραφήσει συναισθήματα και συμπεριφορές, όπως αμηχανία, ταραχή, εκνευρισμό κλπ και να πάρει έμμεσα την απάντηση που θέλει.

    Αναπτύχθηκε λοιπόν μια μέθοδος, που μπορούν με αρκετή ευκολία να τη χρησιμοποιήσουν ερευνητές χωρίς εκτεταμένες γνώσεις Ψυχολογίας, που ονομάζεται Μέθοδος της Προβολής και μπορεί να πάρει απαντήσεις σε θέματα που "τσούζουν" το συνομιλητή μας. Προκαλούμε πρώτα μια μικρή συζήτηση γύρω από το θέμα που απασχολεί την έρευνά μας, για να ξυπνήσουμε λίγο τους ψυχολογικούς μηχανισμούς του συνομιλητή μας. Στην περίπτωση της έρευνάς μας, προηγήθηκε μια ολόκληρη συζήτηση γύρω από την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, που είχε ταυτόχρονα και τους δικούς της στόχους, αφήνοντας τελευταία τα ερωτήματα που θα αναλυόντουσαν με τη Μέθοδο της Προβολής. Ρωτήσαμε στη συνέχεια για "τη συμπεριφορά των άλλων πάνω στο συγκεκριμένο πρόβλημα". Ιδιαίτερη σημασία παίρνουν τα στοιχεία των απαντήσεων που προσδιορίζουν γιατί οι άλλοι συμπεριφέρονται με τον τρόπο αυτό. Τις απαντήσεις τις μετασχηματίζουμε ως εάν έλεγε ο συνομιλητής μας:
    "Όταν εγώ συμπεριφέρομαι με τον τρόπο αυτό, το κάνω για τον τάδε και τάδε λόγο..."

    Τα συμπεράσματα της μεθόδου είναι περισσότερο ποιοτικά και σε αρκετό βαθμό υποκειμενικά, αφού δε στηρίζονται αποκλειστικά στη λεκτική επικοινωνία κατά τη συνέντευξη, αλλά και στη μη λεκτική επικοινωνία, π.χ. βλέμμα, συναισθήματα, χειρονομίες κλπ. Όμως θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε και σε κάποια ποσοτικά συμπεράσματα, βλέποντας πως όσο περισσότερες ευθύνες φορτώνονται σε άλλους, μέσα σ' αυτές τις απαντήσεις, τόσο μεγαλύτερες είναι και οι ενοχές για τη χρήση της συγκεκριμένης συμπεριφοράς από τη μεριά του συνομιλητή μας.

    Για παράδειγμα η απάντηση:

  • "...είναι προβληματικοί άνθρωποι, τα δικά τους τα απωθημένα τα βγάζουν μέσα στην τάξη μάλλον..."
    μετασχηματίζεται με τη Μέθοδο της Προβολής σε:
  • "...κάποιες φορές έχω προβλήματα, και τότε τα δικά μου απωθημένα τα βγάζω μέσα στην τάξη..."

    Όμως, για το πόσο συχνά λειτουργεί έτσι ο συγκεκριμένος άνθρωπος, δεν μπορούμε να βγάλουμε συμπέρασμα. Αυτό που μπορούμε να πούμε με αρκετή βεβαιότητα είναι ότι ο ίδιος έχει κάποιες ενοχές για κάποιες δικές του παρόμοιες συμπεριφορές, και εκφράζει τις ενοχές αυτές προβάλλοντας τις δικές του συμπεριφορές στους άλλους (γι' αυτό και ονομάζεται "μέθοδος της προβολής"). Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να έχει συμβεί κάτι τέτοιο μόνο μία φορά στην καριέρα του σαν καθηγητή, αλλά για τελείως προσωπικούς του λόγους να το φέρει βαρέως. Κάποια ποσοτική προσέγγιση θα μπορούσε να γίνει εξετάζοντας το σύνολο των απαντήσεων του συγκεκριμένου ατόμου.

    Έτσι, είτε άμεσα είτε έμμεσα, συμπεραίνουμε ότι οι περισσότεροι δάσκαλοι κρατούν ένα ρόλο κυριαρχικό μέσα στην τάξη, απέναντι στους μαθητές τους, τουλάχιστο σε κάποιο βαθμό, αν και θα ήθελαν να είναι περισσότερο καθοδηγητικοί. Όμως από την άλλη πλευρά, η ίδια η φύση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης όχι μόνο απαιτεί, αλλά και οδηγεί έμμεσα σε λιγότερο αυταρχικές μεθόδους.

    Θα μπορούσαμε άραγε να πούμε με αρκετή βεβαιότητα πως οι καθηγητές που ασχολήθηκαν με την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, σε κάποιο βαθμό, έστω και ελάχιστα, βελτίωσαν την διδακτική τους πρακτική και στα άλλα μαθήματα που διδάσκουν, περνώντας σε λιγότερο κυριαρχικές και περισσότερο καθοδηγητικές συμπεριφορές; Ακόμη και αν η απάντηση είναι ναί, το θέμα είναι τόσο σοβαρό ώστε δεν πρέπει να αφεθεί σε αυτορρύθμιση. Χρειάζεται κάποιου είδους παρέμβαση.




  • 5. Συμπεράσματα - Προτάσεις.





    Από την ανάλυση και τη σύνθεση των συνεντεύξεων των καθηγητών διαπιστώθηκε ότι οι απόψεις τους:

    Για τα περιβαλλοντικά ζητήματα:

    • Στηρίζονται σε μια ανθρωποκεντρική αντίληψη για το περιβάλλον.
    • Αναφερόμενοι στο περιβάλλον σκέφτονται κυρίως τη θέση του ανθρώπου σ' αυτό ως διαχειριστή του, μάλλον επειδή νιώθουν ότι κινδυνεύει και ο άνθρωπος. Τονίζουν ότι πρέπει να μην το υποβαθμίζει, αλλά να αποκαταστήσει την ισορροπία και την αρμονία στη φύση.
    • Έτσι:
      • έχουν περισσότερες γνώσεις για θέματα ρύπανσης
      • κάποιοι θεωρούν ότι μπορεί ένα τροφικό πλέγμα να καταστραφεί με την εξαφάνιση του ανθρώπου.

    Για το ρόλο της τεχνολογίας:

    • Πιστεύουν ότι τεχνολογία είναι κυρίως τεχνογνωσία και τεχνολογικός εξοπλισμός και ότι η επιστημονική έρευνα δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς αυτήν.
    • Πιστεύουν ότι ο άνθρωπος ευθύνεται για την κατεύθυνση που θα πάρει η επιστημονική έρευνα και οι εφαρμογές της.

    Για την αντίληψη του επιστημονικού φαινομένου:

    • Αναγνωρίζουν ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν οι διάφορες επιστήμες διαφέρουν ανάλογα με το αντικείμενό τους και ότι η Βιολογία ακολουθεί κυρίως επαγωγικές μεθόδους.
    • Καταλαβαίνουν ότι τα βιολογικά φαινόμενα συσχετίζονται με εξωτερικούς παράγοντες, αλλά δεν μορούν να συλλάβουν το μέγεθος της επίδρασης αβιοτικών, βιοτικών, κοινωνικών και πολιτισμικών παραγόντων, ειδικά μέσω μιας εξελικτικής διαδικασίας.
    • Για τη διερεύνηση και επίλυση περιβαλλοντικών προβλημάτων κάποιοι νομίζουν ότι θα αρκούσε να τα ερευνήσουμε μεμονωμένα, αλλά κάποιοι αναγνωρίζουν ότι απαιτείται ολιστική προσέγγιση. Φάνηκε ωστόσο ότι είναι δύσκολο να κατανοήσουν τις λεπτές ισορροπίες των δυνάμεων που αλληλεπιδρούν στη φύση, τις οποίες διερευνά η επιστήμη της Βιολογίας και διατυπώνει τις θεωρίες της με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ολιστική προσέγγιση και θεώρηση των πραγμάτων.
    • Όλοι υποστήριξαν ότι η επιστήμη πρέπει να έχει κάποιο αποτέλεσμα προς όφελος της ανθρωπότητας και ότι αυτό που αξίζει από την επιστημονική μόρφωση είναι αυτό που απομένει στο τέλος μιας επιστημονικής διαδικασίας.

    Επίσης θεωρούν ότι η Βιολογία:

    • Έχει πολλά κοινά με τις άλλες θετικές επιστήμες αλλά διαφέρει πάρα πολύ ως προς το αντικείμενο.
    • Έτσι, είναι δύσκολο να κατανοήσουν τη Βιολογία μόνο με γνώσεις Φυσικής και Χημείας.
    • Μάλλον αυτό σχετίζεται με το ότι η Φυσική και η Χημεία ερμηνεύουν τα φαινόμενα μέσω απλουστεύσεων και γενικεύσεων, ώστε οι νόμοι τους να είναι σταθεροί και αναλλοίωτοι σε όλα τα επίπεδα της ζωής, ενώ η Βιολογία ερευνά τα πάντα με μια ολιστική προσέγγιση και υπό το πρίσμα της εξελικτικής αλλαγής.
    • Θεωρούν ότι η Βιολογία και ειδικά η Οικολογία μελλοντικά θα αναπτυχθούν περισσότερο ως επιστήμες.

    Τα συμπεράσματα αυτά, που φανερώνουν μιαν ανθρωποκεντρική αντίληψη του περιβάλλοντος και μιαν αδυναμία σύλληψης της ολιστικότητας με την οποία η επιστήμη της Βιολογίας προσεγγίζει τόσο το περιβάλλον όσο και την εξελικτική μεταβλητότητα των φαινομένων που μελετά, συμφωνούν με τα συμπεράσματα του Ρακιτζή (1997), ότι δηλαδή:

    "Οι αδυναμίες στο επίπεδο των γνώσεων παρατηρούνται κυρίως σε θέματα που αφορούν στις σχέσεις μεταξύ οργανισμών και περιβάλλοντος, στον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούνται ορισμένες φυσικές διαδικασίες και στις αιτίες και διεργασίες που οδηγούν σε φαινόμενα ρύπανσης σε παγκόσμιο ή τοπικό επίπεδο" (Ρακιτζής, 1997)

    Για τις σχέσεις καθηγητών - μαθητών πιστεύουν ότι:

    • Κάποιοι καθηγητές επηρεάζονται (στη βαθμολόγηση) από τις προηγούμενες επιδόσεις των μαθητών και από τη συμπεριφορά τους στην τάξη, κυρίως γιατί είναι η εύκολη λύση, και λιγότερο για να μη τους αδικήσουν.
    • Πιστεύουν ότι η χαμηλή απόδοση και αδιαφορία των μαθητών οφείλεται μόνο σε εξωτερικούς παράγοντες, και όχι στην απόδοση του καθηγητή. Έτσι επαναπαύονται.
    • Θεωρούν το ρόλο του δασκάλου καθοδηγητικό και όχι κυρίαρχο, αν και στην πράξη συχνά εφαρμόζουν το αντίθετο. Ίσως αυτό αποτελεί ένα λόγο που δεν είναι ικανοποιητική η προσέγγισή τους στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση.

    Tα συμπεράσματα αυτά υποδηλώνουν στάση επανάπαυσης και εφησυχασμού των καθηγητών απέναντι στους μαθητές αλλά και μια συμπεριφορά που επηρεάζεται από το γενικότερο κλίμα του σχολείου και της Εκπαίδευσης. Οι καθηγητές έχουν προσαρμοστεί στο καθιερωμένο σχολικό περιβάλλον (αλλά και σε κάποιο βαθμό το διαμορφώνουν και το συντηρούν οι ίδιοι) και είναι δύσκολο να αλλάξουν συμπεριφορά σε ένα μόνο συγκεκριμένο μάθημα με διαφορετικές απαιτήσεις, δηλαδή στην Π.Ε.

    Τα συμπεράσματα που αναφέρθηκαν αποτελούν αρνητικά στοιχεία για την ενασχόληση των καθηγητών με θέματα Π.Ε. που αφορούν το περιβάλλον, είτε όχι. Ακόμη και η στρατηγική που υιοθετείται από τους εκπαιδευτικούς είναι τις περισσότερες φορές λαθεμένη γιατί εστιάζουν στην ανάπτυξη των γνώσεων και των ικανοτήτων που καλλιεργούν στους μαθητές τους σ' ένα μόνο συγκεκριμένο θέμα (π.χ. κινδυνεύοντα είδη).

    Το αποτέλεσμα είναι οι μαθητές να δρουν με θετικό τρόπο σε σχέση με ένα περιβαλλοντικό πρόβλημα, αλλά να μην έχουν τη γνώση, τις ικανότητες και την προθυμία να εφαρμόσουν την ίδια συμπεριφορά στην καθημερινή τους ζωή. Βασικό στοιχείο της εκπαίδευσης, ώστε να επιτευχθεί μια θετική αλλαγή στην περιβαλλοντική συμπεριφορά των μαθητών, είναι μεν η διδασκαλία σημαντικών οικολογικών εννοιών, χωρίς όμως αυτό να επαρκεί (Ρακιτζής, 1997).

    Εξ άλλου, σημαντικό ρόλο για την εκδήλωση περιβαλλοντικά υπεύθυνης συμπεριφοράς παίζει όχι μόνο η γνώση για το περιβάλλον, αλλά και η στάση. Δεν είναι αυτονόητο ότι κάποιος, χρησιμοποιώντας μόνο τις γνώσεις του, θα κάνει μια περιβαλλοντικά σωστή και υπεύθυνη επιλογή μεταξύ των πιθανών επιλογών που έχει. Η μέθοδος μέσω της οποίας προσπαθεί ο εκπαιδευτικός να επηρεάσει τα συναισθήματα των μαθητών του είναι επίσης πολύ σημαντική, διότι μπορεί να φέρει αρνητικό αποτέλεσμα, παρά την ευσυνειδησία του και την προσπάθεια που θα καταβάλει. (Lozzi, 1989a,b).

    Το επίκεντρο μιας σωστής περιβαλλοντικής εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι η περιβαλλοντική ομάδα, η οποία αρχίζει να δημιουργεί μια δική της δυναμική. Ο δάσκαλος συμμετέχει σ' αυτή την ομάδα θέτοντας τις γνώσεις, τις εμπειρίες και την προσωπικότητά του στη διάθεση της ομάδας, μέσα από προτάσεις και όχι με εντολές ή διαταγές. Όταν τα αιτήματα αλλάξουν, πράγμα που είναι πολύ πιθανό στη ζωή μιας ζωντανής και δυναμικής ομάδας, τότε ο δάσκαλος πρέπει να ανταποκριθεί και να μην επιμένει στην ίδια στάση και ύφος. Μπορεί να δίνει κατευθύνσεις και οδηγίες, να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και ευθύνες, αλλά ΔΕΝ πρέπει να τις επιβάλει άμεσα ή έμμεσα στους μαθητές ή να έρθει σε σύγκρουση όταν αυτοί ζητήσουν να λειτουργήσουν διαφορετικά. Αντίθετα, μεριμνά να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και ευθύνες σεβόμενος τους ρυθμούς και τις ανάγκες τους, συμμεριζόμενος τους φόβους και τις επιθυμίες τους. Αυτό φυσικά προϋποθέτει μία ολόκληρη μεθοδολογία ανάδυσης και έκφρασης των αναγκών, ενδιαφερόντων και επιθυμιών των συμμετεχόντων (Lobrot, 1989 - Μπακιρτζής 1996).

    Η πρακτική αυτή χαρακτηρίζεται από τη διευκόλυνση της επικοινωνίας και το ενεργό ενδιαφέρον σε ό,τι απασχολεί και ενδιαφέρει τους συμμετέχοντες, και όχι από την απόσυρση και την αδιαφορία. Η επιρροή χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες σχέσεις και δεν μπορούμε να την αποφύγουμε, με ό,τι μέτρα και αν πάρουμε. Μπορούμε όμως να αποφύγουμε ή να περιορίσουμε τον αυταρχισμό μέσα από τη διευκόλυνση της επικοινωνίας, την ενσυναίσθηση, τη γνησιότητα, την ενθάρρυνση, την ανεπιφύλακτα θετική αποδοχή, που διευρύνουν τον ψυχικό κόσμο και μειώνουν το άγχος, το φόβο και την αγωνία, μπροστά σε κάθε καινούργιο και διαφορετικό. Το πρόβλημα δεν είναι η ποσότητα της επιρροής, αλλά η μη επιβολή της επιρροής, πράγμα όχι και τόσο εύκολο για ένα δάσκαλο που δεν έχει βιώσει ένα τέτοιο περιβάλλον.

    Όπως έλεγε και ο Κ. Lewin, "ο αυταρχισμός επιβάλλεται στον άνθρωπο, τη δημοκρατία πρέπει να τη μάθει".

    Οι καθηγητές, σε σχέση με το εκπαιδευτικό σύστημα:

    • Το κατηγορούν ότι δεν τους προωθεί να καλύψουν τα κενά ή την ανεπάρκειά τους. Όμως στην πραγματικότητα δεν έχουν πλήρη συναίσθηση της ανεπάρκειάς τους, αφού δηλώνουν ότι από τους συμβούλους δεν χρειάζονται περισσότερες γνώσεις ή ουσιαστική βοήθεια, παρά μόνον υλικοτεχνική υποστήριξη.
    • Όσοι καθηγητές, παρ όλες τις αντιξοότητες, επιλέγουν διαδικασίες ενημέρωσης και εκπαίδευσης για τον εαυτό τους και τους μαθητές τους, κινούνται από προσωπικό ενδιαφέρον και μόνο, και θεωρούνται πολλές φορές από τους υπόλοιπους καθηγητές ως "τα ψώνια".
    • Αισθάνονται ασφυκτικό το Αναλυτικό Πρόγραμμα, το οποίο κατηγορούν για την αδυναμία τους να αυτενεργήσουν και να παίξουν σημαντικό ρόλο. Αυτή η μεταφορά των ευθυνών τους οδηγεί σε εφησυχασμό και απραξία.

    Όσον αφορά στο ενδιαφέρον τους για τα περιβαλλοντικά προβλήματα:

    • Δείχνουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.
    • Επισημαίνουν ότι το εκπαιδευτικό σύστημα:
      • δεν προάγει την αυτενέργεια και την ανάληψη πρωτοβουλιών, ούτε μέσω της Π.Ε.
      • δεν επιτρέπει στα σχολεία μια ουσιαστική ανάμειξη στα κοινωνικά, οικολογικά κ.ά. προβλήματα.
    • Έτσι το σχολείο παραμένει απομονωμένο από τον υπόλοιπο κόσμο και οι καθηγητές δεν μπορούν εύκολα να κάνουν κάτι.

    Και πραγματικά, στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει γίνει προσπάθεια από το Υπ.Ε.Π.Θ. να δώσει κίνητρα στους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για να ασχοληθούν με την Π.Ε. (Papadimitriou, 1995). Η υποστήριξη που πρόσφερε το υπουργείο ήταν να διορίσει συμβούλους και να οργανώσει σεμινάρια. Η πλειοψηφία όμως των εκπαιδευτικών συνεχίζει να μην ασχολείται με το θέμα. Το κυριότερο εμπόδιο για την προσπάθεια αυτή φαίνεται ότι είναι το άκαμπτο και βιβλιοκεντρικό εκπαιδευτικό μας σύστημα. Το σύστημα αυτό καθιέρωσε μια παράδοση στην οποία οι εκπαιδευτικοί υλοποιούν μια συνταγή, σχεδόν χωρίς προσωπική παρέμβαση στα περιεχόμενα των σχολικών βιβλίων και χωρίς καμία πρωτοβουλία πάνω στη μεθοδολογία.

    Οι Simpson et al. (1989) διαπίστωσαν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό του χρόνου διδασκαλίας στο σχολείο καταναλώνεται για την ακαδημαϊκή μόρφωση και επίσης ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των καθηγητών χρειάζονται εκπαίδευση για να αποκτήσουν τις απαραίτητες γνώσεις και ικανότητες, μέσω των οποίων θα βοηθηθούν οι μαθητές να βελτιώσουν όχι μόνο την ακαδημαϊκή τους μόρφωση και τον επαγγελματικό τους προσανατολισμό, αλλά και την καθημερινή τους ζωή. Οι παραπάνω στόχοι θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα ιδεότυπο για το μελλοντικό σχεδιασμό των προγραμμάτων εκπαίδευσης και διαμορφώθηκαν από τον Harms μέσα από μια μελέτη που ονομάζεται Πρόγραμμα Σύνθεση (από Dulski et al. 1995).

    Έτσι, η περιορισμένη κατανόηση των περιβαλλοντικών θεμάτων από την πλευρά των καθηγητών, λόγω της ελάχιστης σχετικής εκπαίδευσης και υποστήριξης της οποίας τυγχάνουν, δεν τους επιτρέπει να εκτιμήσουν την παιδαγωγική ορθότητα των ιδεών τους ή να προσδιορίσουν με ποιό τρόπο το αντικείμενό τους μπορεί να συνδεθεί με ένα περιβαλλοντικό θέμα (Samuel, 1993).

    H Simmons (1993) διαπίστωσε εκτός από την έλλειψη γνώσεων, και την ανάγκη των εκπαιδευτικών σε τρεις κυρίως τομείς:

    1. Υποστήριξη (πληροφορίες, ειδικευμένους επιστήμονες, σχέδια μαθημάτων, εκπαίδευση κ.ά.)
    2. Εξοπλισμός (επιστημονικός εξοπλισμός, οδηγοί πεδίου, κ.ά.)
    3. Οικονομική ενίσχυση.

    Ως βασικοί λόγοι πάντως για τη στάση εφησυχασμού και απραξίας πολλών καθηγητών, αναφέρθηκε η έλλειψη οικονομικής ανταπόδοσης από το κράτος, που συνεπάγεται και την έλλειψη χρόνου (λόγω ταυτόχρονης απασχόλησης και αλλού) αλλά και προσωπικοί και άλλοι λόγοι που εμποδίζουν τους καθηγητές να ασχοληθούν περισσότερο όπως:

    • Ανησυχούν μήπως οι μαθητές αποτύχουν στις εξετάσεις τους αν δεν τηρηθεί το προκαθορισμένο πρόγραμμα διδασκαλίας.
    • Ισχυρίζονται ότι κάποια εμπόδια, όπως η αρνητική στάση των διευθυντών, μπορεί να δημιουργήσουν πολλά προβλήματα.
    • Ανησυχούν για την έλλειψη εμπειρίας στη διδασκαλία με νέες μεθόδους.
    • Δεν έχουν ουσιαστική υποστήριξη.
    • Αισθάνονται ασφαλείς όταν εργάζονται με προκαθορισμένες μεθόδους καθώς κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει.

    Οι ίδιοι λόγοι αναφέρθηκαν και από τον Ρακιτζή (1997).

    Πάντως κάτι που προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι η επισήμανση από όλους της έλλειψης εκτίμησης και σεβασμού για το έργο τους από το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο, αλλά και η συνειδητοποίηση της πραγματικής αδυναμίας εκπλήρωσης του ρόλου τους, ως βασικού πομπού γνώσης για τους μαθητές, σε μία εποχή που βομβαρδίζεται στην κυριολεξία όχι μόνον από γνώσεις, αλλά από ανεξέλεγκτες πηγές γνώσεων, συχνά αμφισβητούμενης εγκυρότητας ή σκοπιμότητας.

    Ίσως θα πρέπει συνειδητοποιώντας όλα αυτά, οι καθηγητές να αναθεωρήσουν τον παραδοσιακό τους ρόλο και να τον μεταστρέψουν αναγκαστικά, από πομπό γνώσης, σε κατευθυντήρια δύναμη προς πηγές γνώσεων, που θα οδηγούν στην ανάπτυξη απόψεων, στην καλλιέργεια στάσης και στην εκδήλωση θετικής συμπεριφοράς και δράσης από τους μαθητές.

    Είναι ανάγκη τα παιδιά, μέσα από την εκπαίδευση, να κατανοήσουν την ισχυρή συσχέτιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων με το σημερινό τρόπο ζωής μας. Να αποκτήσουν οικολογική λογική, ώστε αργότερα να διαμορφώσουν ένα νέο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, σύμφωνα με την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης και το πεπερασμένο των φυσικών πόρων.

    Στόχος της Π.Ε. δεν πρέπει να είναι η δημιουργία ατόμων που θα έχουν εκπαιδευτεί για κάτι συγκεκριμένο, ακόμη κι' αν αυτό αφορά τη βιώσιμη ανάπτυξη. Στόχος κάθε εκπαιδευτικού συστήματος πρέπει, πρώτα απ' όλα, να είναι η ανάπτυξη ελεύθερα σκεπτόμενων πολιτών, ικανών να συνθέτουν και να κρίνουν. Μέσα από την Π.Ε. τα παιδιά θα αποκτούν οικολογική γνώση, η οποία θα τους δίνει τη δυνατότητα ως ενήλικες να παίρνουν υπεύθυνες αποφάσεις και να δίνουν λύσεις που θα σέβονται το περιβάλλον (Ντούβλη, 1997).

    Βέβαια, ένας λόγος για τον οποίο προτείνονται θέματα Π.Ε. που αφορούν το περιβάλλον, είναι επειδή αυτού του είδους τα θέματα συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των παιδιών, κυρίως όταν αυτά συναντιώνται στην περιοχή τους (Hausbeck et al., 1992)

    Ακόμη, από μαρτυρίες των ίδιων των καθηγητών (προσωπική επικοινωνία) διαπιστώθηκε το ενδιαφέρον, η ευαισθητοποίηση και η συνεργασία των μαθητών για θέματα που αφορούν το περιβάλλον και που τους οδηγούν έξω από το σχολικό χώρο.

    Παρατηρήθηκε μάλιστα μέγιστο ενδιαφέρον και ευαισθητοποίηση από μαθητές προβληματικούς στην τάξη και με χαμηλές βαθμολογίες, συμπεριφορά που οι καθηγητές δεν μπόρεσαν να την ερμηνεύσουν.

    Οι μαθητές σήμερα ενδιαφέρονται και είναι περισσότερο ενημερωμένοι για το περιβάλλον, ταυτόχρονα όμως είναι και περισσότερο αγράμματοι οικολογικά παρά ποτέ (Weilbacher, 1993). Αυτό ισχύει και για τη χώρα μας (Βασάλα, 1996).

    Το περιβάλλον πρέπει να βρει τη θέση του μέσα στην εκπαίδευση. Η ανταπόκριση της εκπαίδευσης στις αλλαγές που συμβαίνουν στο περιβάλλον έχει οπωσδήποτε προχωρήσει, ο ρυθμός όμως των αλλαγών αυτών είναι κατά πολύ ταχύτερος από το ρυθμό με τον οποίο αλλάζει η εκπαίδευση. Ίσως αυτό που πρέπει να κάνουμε, είναι να αναμορφώσουμε την εκπαίδευσή μας (Smyth, 1995). Για να μπορέσουν οι αυριανοί πολίτες - σημερινοί μαθητές - να αναπτύξουν περιβαλλοντικά υπεύθυνη συμπεριφορά, θα πρέπει να πάρουν τα κατάλληλα εφόδια από τους καθηγητές τους.

    Οι Hines et al. (1986/87) (από Hungerford & Volk, 1990), υποστηρίζουν ότι η γνώση της οικολογίας και μόνο δεν οδηγεί σε περιβαλλοντικά υπεύθυνη συμπεριφορά, παρόλο που είναι ένας σημαντικός παράγοντας, αν σκεφθεί κανείς τη σημασία των οικολογικών εννοιών για τη λήψη αποφάσεων.

    Η γνώση όμως των οικολογικών εννοιών, σε συνδυασμό και με την υιοθέτηση της απαραίτητης στάσης, μπορούν κατά ένα ποσοστό να συμβάλουν στην περιβαλλοντικά υπεύθυνη συμπεριφορά (Hungerford & Volk, 1990).

    Οι Yount & Horton (1992) και Kinsey & Wheatley (1984) υποστηρίζουν ότι η διδασκαλία περιβαλλοντικών μαθημάτων μπορεί από μόνη της να μην αλλάζει τη στάση των μαθητών, μπορεί όμως να παρέχει επιχειρήματα για την υποστήριξη μιας απόφασης (defensibility), η οποία θα οδηγήσει στη λύση ενός περιβαλλοντικού προβλήματος. Η γνώση λοιπόν, και μάλιστα η οικολογική γνώση, είναι προαπαιτούμενο στην περίπτωση που πρέπει να παρθούν αποφάσεις για την αντιμετώπιση ενός προβλήματος (Kaplan & Monroe, 1988 - Ramsey, Hungerford & Volk, 1989).

    Στην Ολλανδία, η διδασκαλία περιβαλλοντικών θεμάτων (π.χ. το πρόβλημα των οικιακών απορριμάτων), σε συνδυασμό με την προσπάθεια για βελτίωση των μαθητών στον τομέα της λήψης αποφάσεων (Kortland, 1996), έδειξε ότι πράγματι η επιχειρηματολογία τους στην λήψη αποφάσεων, μετά την ολοκλήρωση του εκπαιδευτικού προγράμματος, βελτιώθηκε αρκετά.

    Οι Gambro & Switzky (1996) διαπίστωσαν ότι το επίπεδο των περιβαλλοντικών γνώσεων (σχετικά με το φαινόμενο του θερμοκηπίου και της όξινης βροχής) των μαθητών του γυμνασίου κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να πάρουν σωστές αποφάσεις για να αντιμετωπίσουν μελλοντικούς κινδύνους. Κατά τους ίδιους επιστήμονες, περιβαλλοντική γνώση είναι η ικανότητα κάποιου να καταλάβει και να εκτιμήσει την επίδραση της κοινωνίας στο οικοσύστημα.

    Έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε μαθητές γυμνασίων στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία και στον Καναδά (Barman et al., 1995) έδειξε ότι οι μαθητές διέθεταν βασικές μόνο γνώσεις για τα τροφικά πλέγματα και τις τροφικές αλυσίδες, και ότι πολλοί απ' αυτούς είχαν λανθασμένες αντιλήψεις πάνω στα θέματα αυτά. Το αποτέλεσμα είναι οι μαθητές αυτοί να μη μπορούν να κατανοήσουν πιο πολύπλοκα περιβαλλοντικά ζητήματα, που σχετίζονται μ' αυτές τις έννοιες. Η επιμόρφωση των καθηγητών πάνω σε θέματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης συνεισφέρει στην υιοθέτηση αποτελεσματικών πρακτικών διδασκαλίας.

    Η εκπαίδευση πάνω στην περιβαλλοντική επιμόρφωση μπορεί να αλλάξει μια ελαφρώς θετική στάση των μαθητών απέναντι στο περιβάλλον, σε μία αρκετά θετική (Jaus, 1982).

    Πολλοί καθηγητές επικεντρώνουν την προσπάθειά τους στον τομέα των γνώσεων και σχεδόν αποφεύγουν να ασχοληθούν με θέματα περιβαλλοντικών αξιών (Shrigley et al., 1988). Τη διαμόρφωση της στάσης απέναντι στο περιβάλλον καθορίζει και η μέθοδος την οποία θα ακολουθήσει ο εκπαιδευτικός.

    Η μετάδοση απλώς και μόνο πληροφοριών δεν οδηγεί σε μία ολοκληρωμένη εκπαίδευση. Τα παιδιά επηρεάζονται από τη στάση των ενηλίκων, καθώς και από την ιδιότητά τους να αποτελούν πρότυπα μίμησης. Στο χώρο του σχολείου υπάρχει η δυνατότητα να μεταδοθούν στο παιδί άλλα πρότυπα συμπεριφοράς, τα οποία να βασίζονται στη θεώρηση ότι οι ηθικές αξίες μπορούν να διαμορφώνονται αλλά και να τροποιούνται (Kastenholz & Erdmann 1994).

    Όλα αυτά παραπέμπουν και στα συμπεράσματα του Ρακιτζή (1997), ότι γενικά η πολιτεία πρέπει να ενισχύσει τους καθηγητές:

    1. για μια επιμόρφωσή τους όχι με κεντρικό άξονα τη στείρα παροχή πληροφοριών για το φυσικό περιβάλλον, αλλά με έμφαση στη βαθύτερη κατανόηση δομών και λειτουργιών των οικοσυστημάτων και αλληλεπίδρασης αυτών με ανθρωπογενείς δραστηριότητες.
    2. για μια εκπαίδευση του καθηγητή στην ανάλυση της επίδρασης των συναισθημάτων στις διαδικασίες της εκπαίδευσης (αυτογνωσία), δηλαδή:
      • Σε μια ικανοποιητική αντίληψη του γεγονότος ότι ο κάθε μαθητής α) έχει τη δυνατότητα να μαθαίνει, β) χρειάζεται καθοδήγηση και γ) διαμορφώνεται μέσα από την εκπαίδευση (γνώσεις γύρω από το παιδί).
      • Σε μια ανάλυση των σύγχρονων γεγονότων και της επίδρασής τους στη διαδικασία της εκπαίδευσης.
        Γενικά θα πρέπει να καθοριστεί σαφέστερα το πλαίσιο μέσα στο οποίο πραγματοποιείται η Π.Ε., όσον αφορά τις κατευθύνσεις και τη μεθοδολογία εφαρμογής των προγραμμάτων και ν αξιολογούνται συστηματικά τα αποτελέσματα του κάθε προγράμματος, με σκοπό τη βελτίωση τους.
    3. Είναι επιτακτική η ανάγκη για διάθεση περισσότερου χρόνου στην Π.Ε., η οποία μέχρι τώρα πραγματοποιείται κυρίως εκτός των ωρών του σχολικού προγράμματος.
    4. Είναι ανάγκη να υπάρξουν κίνητρα για τον προσανατολισμό των καθηγητών στην Π.Ε.





    6. Δόμηση του υλικού.





    Σύμφωνα με τ' αποτελέσματα των συνεντεύξεων των καθηγητών, που έδειξαν:
    • ότι είναι δύσκολο να κατανοήσουν τη Βιολογία μόνο με γνώσεις Φυσικής ή Χημείας.
    • ότι δεν μπορούν να συλλάβουν το μέγεθος της επίδρασης αβιοτικών, βιοτικών, κοινωνικών και πολιτισμικών παραγόντων στα βιολογικά φαινόμενα, ειδικά μέσω της εξελικτικής διαδικασίας.
    • ότι είναι δύσκολο να κατανοήσουν τις λεπτές ισορροπίες των δυνάμεων που αλληλεπιδρούν στη φύση, τις οποίες διερευνά η επιστήμη της Βιολογίας και διατυπώνει τις θεωρίες της με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ολιστική προσέγγιση και θεώρηση των πραγμάτων.
    • ότι οι γνώσεις τους στηρίζονται σε μια ανθρωποκεντρική αντίληψη για το περιβάλλον.
    • Κι' επειδή: οι αδυναμίες στο επίπεδο των γνώσεων παρατηρούνται κυρίως σε θέματα που αφορούν τις σχέσεις μεταξύ οργανισμών και περιβάλλοντος, στον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούνται ορισμένες φυσικές διεργασίες και στις αιτίες και διεργασίες που οδηγούν σε φαινόμενα ρύπανσης, σε παγκόσμιο ή τοπικό επίπεδο (Ρακιτζής, 1997).

    Αλλά, σύμφωνα και με τ' αποτελέσματα της έρευνας της Λάγιου (1998):

    • ότι οι μαθητές έχουν μια ανθρωποκεντρική κυρίως θεώρηση για το περιβάλλον που τους ωθεί σε μια ωφελιμιστική προοπτική αλλά και στην εκδήλωση παθητικής ή αρνητικής στάσης.
    • ότι οι μαθητές ενδιαφέρονται για μια ολιστική αντιμετώπιση του θέματος, θα ήθελαν δηλαδή μια ολοκληρωμένη εικόνα για τα ποτάμια και περισσότερο διεξοδική αναφορά σε διαχειριστικές πρακτικές. Οι μαθητές του Γυμνασίου είναι ενήμεροι για τα παγκόσμια περιβαλλοντικά προβλήματα καθώς επίσης και για μια σειρά φιλικών ή μη φιλικών δράσεων απέναντι στο περιβάλλον, αλλά δε μπορούν να συνδέσουν τα αίτια με ταποτελέσματα (Boyes & Stanisstreet, 1993).

    Γι' αυτό, στο συγκεκριμένο σύγγραμμα, γίνεται προσπάθεια κάλυψης όσο το δυνατόν περισσότερων τομέων της αλληλοσχέσης και αλληλεπίδρασής τους με τον άνθρωπο, με σκοπό μια ολοκληρωμένη εικόνα της δομής και λειτουργίας του ποταμού.

    "Η μη ολιστική προσέγγιση της φύσης είχε ως αποτέλεσμα ότι, όπως φάνηκε από τη δημοτικότητα των προγραμμάτων για τη φύση στην τηλεόραση, γενιές μαθητών οι οποίοι ενηλικιώθηκαν, αγαπούν τη φύση αλλά δεν έχουν ιδέα πώς να την προστατέψουν" (Classen-Bauer & Dussart 1993).



    6.1 Moρφή του εκπαιδευτικού υλικού.

    Στην προσπάθεια κάλυψης όσο το δυνατόν περισσοτέρων τομέων και της αλληλοσχέσης και αλληλεπίδρασής τους με τον άνθρωπο, με σκοπό μια ολοκληρωμένη εικόνα της δομής και λειτουργίας του ποταμού, τα θέματα που θίγονται και αναλύονται είναι παρά πολλά, ώστε το εκπαιδευτικό υλικό είναι πολύ αναλυτικό και εκτενές.

    Έτσι χρησιμοποιήθηκαν διάφορα είδη γραφής εκτός της κανονικής, όπως:

    η έντονη γραφή
    με την οποία επισημαίνονται τα πιο σημαντικά σημεία ενός θέματος,
    "η καλλιγραφική γραφή"
    η οποία αναφέρεται σε σημαντικά μικρά αποσπάσματα που θεωρήθηκε καλό να μεταφερθούν αυτούσια (ή σε ακριβή μετάφραση),
    μικρότερα γράμματα
    για την αναφορά παραδειγμάτων από τον ελληνικό και το διεθνή χώρο, καθώς και για την αναφορά πειραμάτων και ερευνών που τεκμηριώνουν τη θεωρία.

    Επίσης χρησιμοποιήθηκαν πλαίσια στο τέλος είτε σε κάποιο άλλο σημείο του υπό ανάπτυξη θέματος, στα οποία συνοψίζονται τα κυριότερα σημεία του κάθε θέματος, υπό τύπο περίληψης.

    Προστέθηκαν ερωτήσεις και θέματα προς συζήτηση που μπορεί να απευθύνει ο καθηγητής στους μαθητές.

    Έτσι μπορεί κάποιος καθηγητής, ελλείψει χρόνου ή σαν επανάληψη, να εντοπίσει τα σημαντικότερα σημεία κάθε θέματος, ώστε να κινηθεί γρήγορα και συνοπτικά.

    Το εκπαιδευτικό υλικό περιέχει επίσης φωτογραφίες και σχήματα, καθώς και συνοπτικούς πίνακες οι οποίοι υποβοηθούν στην κατανόηση των θεμάτων.

    Στην μορφή με την οποία η εργασία αυτή παρουσιάζεται στο διαδίκτυο (internet), τηρήθηκαν κατά το δυνατόν πιστότερα οι παραπάνω επιλογές, αλλά εμπλουτίστηκε ακόμη περισσότερο με εικόνες, σχήματα και δικτυακές παραπομπές (links), για να προσφέρει ακόμη περισσότερες επιλογές στους αναγνώστες.



    6.2 Δομή του εκπαιδευτικού υλικού.

    Για την καλύτερή του δόμηση, τη σφαιρική και όχι μόνο ανθρωποκεντρική θεώρηση, αλλά και για ευκολία χειρισμού του, το εκπαιδευτικό υλικό χωρίστηκε σε 4 επι μέρους ενότητες:

    Α΄ Ενότητα:
    Δημιουργία του ποταμού.

    Β΄ Ενότητα:
    Φυσικοχημικές ιδιότητες του νερού που συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ζωής του ποταμού.

    Γ΄ Ενότητα:
    Η ζωή του ποταμού.

    Δ΄ Ενότητα:
    Λειτουργίες του ποταμού - Η σχέση με τον άνθρωπο.


    Αναλυτικά:


    Η Α΄ Ενότητα, Δημιουργία του ποταμού, περιλαμβάνει τα θέματα:

  • Κατανομή του νερού στη φύση.
  • Ο κύκλος του νερού.
  • Η λεκάνη απορροής, μια λειτουργική ενότητα.
  • Ένας γλύπτης του τοπίου.
  • Ταχύτητα - Παροχή του ποταμού
  • Διάβρωση - Ιζηματογένεση - Μεταφορά φερτών υλών.
  • Κατά μήκος εξέλιξη του ποταμού.
  • Κατά πλάτος ανάπτυξη του ποταμού.
  • Χρονική διάσταση του ποταμού.

    Σ' αυτή την ενότητα περιγράφονται οι λειτουργίες οι οποίες συνεργαζόμενες σ' ένα πρώτο επίπεδο οδηγούν στην εκδήλωση εκείνων των φυσικών διαδικασιών που αλληλεπιδρώντας μεταξύ τους συντελούν στην εμφάνιση ενός πολύπλοκου σχηματισμού, του ποταμού.

    Μέσα από τις εποχιακές και περιοδικές διακυμάνσεις της ροής και της παροχής του και μέσω των διαδικασιών της διάβρωσης, ιζηματογένεσης και μεταφοράς φερτών υλών, ο ποταμός εξελίσσεται μέσα στο χρόνο και μεταβάλλεται αναλόγως της γεωμορφολογίας και των ανθρωπίνων παρεμβάσεων που συναντά στο πέρασμά του.

    Ως αποτέλεσμα αυτής της συνεχούς σύνθεσης και αλληλεπίδρασης φυσικοχημικών διαδικασιών και δυνάμεων, έχουμε την απόκτηση των τεσσάρων διαστάσεων του ποταμού, της κατά μήκος, της κατά πλάτος, της κατά βάθος και της χρονικής διάστασης.

    Η Β΄ Ενότητα, Φυσικοχημικές ιδιότητες του νερού που συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ζωής του ποταμού, περιλαμβάνει τα θέματα:

  • Το μόριο του νερού, ένα μόριο αντικομφορμιστικό.
  • Διαλυτική ικανότητα του νερού.
  • Επιφανειακή τάση.
  • Ιξώδες.
  • Πυκνότητα.
  • Θερμική συμπεριφορά του νερού.
  • Διαύγεια του νερού.
  • Συστατικά του νερού του ποταμού.
  • Αλατότητα του νερού.
  • Θρεπτικά άλατα.
  • Αέρια διαλυμένα στο νερό του ποταμού.
  • pH.

    Σ' αυτή την ενότητα περιγράφεται πώς οι φυσικοχημικές ιδιότητες του νερού συνέβαλαν στη διαμόρφωση ειδικών μορφολογικών, βιοχημικών και ηθολογικών προσαρμογών των οργανισμών μέσα από εξελικτικές διαδικασίες.

    Επίσης, πώς οι ανθρώπινες δραστηριότητες επηρεάζοντας τις φυσικοχημικές παραμέτρους του νερού, παρεμβαίνουν και τροποποιούν την έκφραση των φαινομένων της ζωής.

    Η Γ΄ Ενότητα, Η ζωή του ποταμού, περιλαμβάνει τα θέματα:

  • Παράγοντες που επηρεάζουν την κατά μήκος διαβάθμιση της ζωής του ποταμού.
  • Ροή.
  • Υπόστρωμα.
  • Θερμοκρασία.
  • Οξυγόνωση.
  • Κατά μήκος διαβάθμιση της ζωής του ποταμού.
  • Πηγές.
  • Ανώτερο τμήμα των ποταμών.
  • Μεσαίο τμήμα των ποταμών.
  • Κατώτερο τμήμα των ποταμών.
  • Ενδιαιτήματα του ποταμού.
  • Τροφικά πλέγματα.

    Σ' αυτή την ενότητα περιγράφεται πώς η εκδήλωση της ζωής μέσα και γύρω από τα ποτάμια είναι αποτέλεσμα συνεχών αλληλεξαρτήσεων και αλληλεπιδράσεων μεταξύ βιοτικών και αβιοτικών παραγόντων.

    Χαρακτηριστικές παράμετροι του ποταμού, συνεργαζόμενες με ένα σύνολο παραγόντων όπως ο βαθμός αυτοτροφίας ή ετεροτροφίας, η εισροή ενέργειας κ.ά., συντελούν στην κατά μήκος διαβάθμιση των οργανισμών του ποταμού.

    Οι παραποτάμιοι σχηματισμοί, μέσα στη χρονική διάσταση, συνέβαλαν στην ανάπτυξη μεγάλης βιοποικιλότητας. Οφείλουν τη δημιουργία τους στην κατά πλάτος ανάπτυξη του ποταμού για την οποία συνεργάζονται επίσης γεωμορφολογικοί και κλιματολογικοί παράγοντες.

    Η μεταφορά της ενέργειας μέσα από τις τροφικές σχέσεις των οργανισμών συμβάλλει στον καθορισμό της ποικιλίας και της αφθονίας αυτών.

    Η Δ΄ Ενότητα, Λειτουργίες του ποταμού - Η σχέση με τον άνθρωπο, περιλαμβάνει τα θέματα:

  • Η σημασία των ποταμών ως υγροτόπων.
  • Λειτουργίες των ποταμών.
  • Αξίες για τον άνθρωπο που απορρέουν από τις λειτουργίες τους.
  • Το δάμασμα των ποταμών μέσα από την ιστορία.
  • Πόσο άλλαξαν οι ελληνικοί υγρότοποι.
  • Οι σπουδαιότερες δυνάμεις που επέφεραν τις αλλαγές
  • Γεωργία.
  • Βιομηχανία.
  • Εξηλεκτρισμός.
  • Οικιστική ανάπτυξη.
  • Υλοτομία.
  • Συγκρούσεις για τη νομή του νερού.
  • Επιπτώσεις από τις παρεμβάσεις του ανθρώπου στην οικολογία του ποταμού.
  • Ρύπανση - Μετρήσεις.
  • Διαχειριστικές πρακτικές και παραδείγματα.

    Σ' αυτή την ενότητα αναλύονται οι λειτουργίες του ποταμού, ο οποίος, όπως ένας ζωντανός οργανισμός, αποτελείται από διαφορετικά οργανικά συστήματα που αρμονικά συνεργαζόμενα του προσδίδουν μοναδικές λειτουργίες.

    Λειτουργίες ζωτικές για όλους τους οργανισμούς, αλλά που τείνουν να μονοπωληθούν από έναν, τον άνθρωπο.

    Λειτουργίες που εξαρτώνται και επηρεάζονται από το βαθμό του πολιτισμού του ανθρώπου και τις ανάγκες των τοπικών του κοινωνιών, είτε είναι πραγματικές, είτε πλασματικές.

    Λειτουργίες τις οποίες χρησιμοποίησε ο άνθρωπος μέσα στο χρόνο, ώστε οι ποταμοί ν αποκτήσουν τη σημερινή τους κατάσταση.

    Λειτουργίες που αν δεν συνεχίσουν να αξιοποιούνται από όλους τους οργανισμούς, αλλά μόνον από τον άνθρωπο, τότε η μεγάλης σημασίας οικολογική ισορροπία θα ανατραπεί, με μή προβλέψιμα αλλά ίσως αναστρέψιμα αποτελέσματα.




  • 7. Παρέμβαση.





    Η εφαρμογή του υλικού, στην οποία συμμετείχα, έγινε σε 5 συναντήσεις, στα αντίστοιχα σχολεία που επιλέχθηκαν, και για διάστημα μεγαλύτερο του ενός μηνός. Επιλέχθηκαν οι κατάλληλες διδακτικές μέθοδοι (Κυρίμης, 1999), συγκεντρώθηκαν τα απαραίτητα υλικά για τις δραστηριότητες και έγινε η κατάλληλη προετοιμασία (πρόβες) πριν την εφαρμογή τους.

    Οι 4 πρώτες συναντήσεις σε κάθε σχολείο ήταν διάρκειας 2 ωρών έκαστη και έγιναν μέσα στο σχολικό χώρο, όπου δόθηκε η απαραίτητη πληροφόρηση κυρίως μέσα από δραστηριότητες, και με την επίδειξη φωτογραφικού υλικού και ταινιών. Η 5η συνάντηση περιλάμβανε επίσκεψη στο πεδίο, όπου χρησιμοποιήθηκαν αντίστοιχες δραστηριότητες.

    Κατά τις 5 συναντήσεις σε κάθε σχολείο καλύφθηκε όλη η θεματική ενότητα του εκπαιδευτικού υλικού και εφαρμόσθηκαν και οι 24 δραστηριότητες, ενώ επιδείχθηκε όλο το φωτογραφικό υλικό και οι ταινίες.



    7.1 Τρόπος της παρέμβασης.

    Είναι ολοφάνερο ότι έχουμε να εισάγουμε τη ιδέα της προστασίας σε νεαρές ηλικίες, αλλά πρέπει επίσης να είμαστε προσεκτικοί με τον τύπο της προστασίας που θα διαλέξουμε να διδάξουμε (Classen-Bauer & Dussart 1993).

    Υπάρχουν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις:

    1. Πρέπει να ενδιαφέρομαι για το περιβάλλον γιατί θα έχω μία καλύτερη ζωή.
    2. Πρέπει να ενδιαφέρομαι για το περιβάλλον

    Η πρώτη προσέγγιση είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος για να εξηγήσουμε στα παιδιά γιατί πρέπει να ενδιαφερόμαστε για το περιβάλλον. Αυτό περιλαμβάνει την έννοια της χρήσης. Η ετυμολογική και η πραγματική απόσταση της χρήσης από την κατάχρηση είναι μικρή. Η κατάχρηση λαμβάνει χώρα σε μεγαλύτερη έκταση, προϋποθέτοντας και περιλαμβάνοντας μέσα της την έλλειψη σεβασμού προς τους φυσικούς πόρους.

    Η δεύτερη προσέγγιση συνεπάγεται ότι, πριν από τη μελέτη προστασίας περιβαλλοντικών πόρων, ίσως πρέπει να φροντίσουμε να διδάξουμε για τις περιβαλλοντικές ανάγκες. Προσεγγίζοντας το πρόβλημα περισσότερο από την περιβαλλοντική εκπαίδευση, παρά από την περιβαλλοντική επιστήμη, μπορούμε να ξεπεράσουμε το πρόβλημα. Παρέχοντας γνώση για το περιβάλλον δεν προάγεται απαραίτητα και η σωστή και υπεύθυνη συμπεριφορά, και αυτό είναι που κάνει την εκπαίδευση για το περιβάλλον αναγκαία.

    Η περιβαλλοντική εκπαίδευση για το ποτάμι χωρίζεται σε δύο σκέλη:
    α) τις γνώσεις και
    β) την απόκτηση συμπεριφοράς
    με κείμενα και δραστηριότητες που αφορούν την προστασία του ποταμού (και κατ' επέκταση του περιβάλλοντος), με την ενεργό συμμετοχή των πολιτών.

    Οι προτεινόμενες διδακτικές προσεγγίσεις για διαφορετικά κεφάλαια που έχουν σχέση με το ποτάμι, αναπτύχθηκαν με βάση τους παρακάτω προβληματισμούς:

  • Πως μπορούν να περιληφθούν οι διαφορετικές αισθήσεις του παιδιού;
  • Τι συναισθήματα μπορούμε να δημιουργήσουμε για τα ποτάμια;
  • Τι γνώσεις πρέπει να δώσουμε;
  • Πως μπορούν αυτά να εφαρμοστούν, ώστε να δημιουργήσουν μια προστατευτική στάση;
  • Αν θελήσουμε να εισάγουμε το θέμα "ποτάμι" στα σχολεία, μπορούμε να το κάνουμε αυτό μέσω των αισθήσεων και με τη διέγερση των συναισθημάτων;

    Η επικοινωνία βοηθάει στη συσχέτιση εμπειριών, ανταλλαγή πληροφοριών και ιδεών. Τα παιδιά ψάχνουν για φίλους με αντίστοιχα ενδιαφέροντα, για συνομιλία και αποδοχή.



    7.2 Αποτελέσματα της παρέμβασης.

    Κατά την αξιολόγηση της παρέμβασης, τα αποτελέσματα παρουσίασαν μια αύξηση των γνώσεων των παιδιών και μια συνέχεια μεταξύ γνώσεων, απόψεων και στάσης. Ώστε μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η ανάπτυξη γνώσεων, τουλάχιστον όταν πρόκειται για ένα συγκεκριμένο θέμα όπως αυτό, και όχι γενικά για το περιβάλλον, μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία πιο θετικών απόψεων και στάσης των παιδιών.

    Κάποιες πρώτες σκέψεις, που προσπαθούν να αιτιολογήσουν τα θετικά αποτελέσματα της παρέμβασης, θα μπορούσαν να είναι:
    α) η σφαιρική αντιμετώπιση του θέματος "To ποτάμι", με έμφαση σε θέματα οικολογίας αλλά και
    β) η κατ' εξοχήν μεθοδολογική προσέγγιση με την οποία έγινε η παρέμβαση, μέσω των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων και γενικά του υποστηρικτικού υλικού που χρησιμοποιήθηκε (σχήματα, πίνακες, φωτογραφίες, διαφάνειες, κασέτες κ.λ.π.).

    Βέβαια, κατά τη μεθοδολογική προσέγγιση, η τακτική που ακολουθήθηκε ήταν η εφαρμογή των βιωματικών εμπειριών και όχι η δασκαλοκεντρική διδασκαλία, τουλάχιστον όσον αφορά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων: Οι δραστηριότητες εκτελέσθηκαν από τους μαθητές με απλή καθοδήγηση. Αυτή η τακτική ακολουθήθηκε όπου αυτό ήταν εφικτό.

    Προτείνεται η περαιτέρω εφαρμογή και αξιολόγηση του προγράμματος αυτού, αφού τα μέχρι τώρα αποτελέσματα και συμπεράσματα είναι ενθαρρυντικά.




  • 8. Έλεγχος του Εκπαιδευτικού Υλικού.





    Μετά την ολοκλήρωση της παρέμβασης, θεωρήθηκε απαραίτητο να ξεκινήσει κάποια διαδικασία με σκοπό αρχικά να διερευνηθεί κατά πόσο το Εκπαιδευτικό Υλικό για τους καθηγητές είναι γενικά κατανοητό και εύχρηστο, και εάν, και κατά πόσο, προσφέρει στους καθηγητές τη δυνατότητα πραγματοποίησης προγραμμάτων Π.Ε. για τα ποτάμια, μέσω των γνώσεων και απόψεων που προσφέρει αλλά και συμπεριφορών που προτείνει και αντιλήψεων που διαμορφώνει. Κατόπιν της σχετικής έρευνας ακολούθησαν διορθώσεις, διευκρινίσεις, και γενικά οποιαδήποτε αναπροσαρμογή κρίθηκε απαραίτητο να γίνει, ώστε το Εκπαιδευτικό Υλικό να εξυπηρετεί τους στόχους για τους οποίους δημιουργήθηκε.



    8.1 Μεθοδολογία.

    Το Εκπαιδευτικό Υλικό δόθηκε σε 8 καθηγητές της Μ.Ε. διαφόρων ειδικοτήτων, οι οποίοι και είχαν συμμετάσχει κατά την εφαρμογή της παρέμβασης. Λόγω της έκτασης του υλικού, κάθε ενότητα, μαζί με τα περιεχόμενα των 4ων ενοτήτων, δόθηκε σε δύο καθηγητές, ώστε να έχουν να αντιμετωπίσουν λιγότερη ύλη, αλλά ταυτόχρονα να έχουν μια σφαιρική εικόνα της ποικιλίας των θεμάτων τα οποία αναπτύσσονται στο σύνολο του Εκπαιδευτικού Υλικού. Μετά τη μελέτη του Εκπαιδευτικού Υλικού, (οι καθηγητές ανταποκρίθηκαν σε χρονικά διαστήματα 3-15 ημερών) συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο όπου τους ζητήθηκε να κρίνουν το κατά ηόσον απορρέουν από το Εκπαιδευτικό Υλικό ορισμένες συγκεκριμένες βασικές γνώσεις, απόψεις και αντιλήψεις.

    Μετά την επεξεργασία των αποτελεσμάτων αυτών των ερωτηματολογίων πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις βάσει ενός άλλου ημι-δομημένου ερωτηματολογίου, κατά τις οποίες διευκρινίστηκαν οι απαντήσεις των ερωτηματολογίων και συζητήθηκε η γνώμη των καθηγητών για το Εκπαιδευτικό Υλικό. Τα ερευνητικά ερωτήματα τα οποία τέθηκαν κατά τις συνεντεύξεις αφορούσαν:

    1. Το ενδιαφέρον των καθηγητών για την ύπαρξη γενικά Εκπαιδευτικού Υλικού όπως το συγκεκριμένο, για τη διεξαγωγή προγραμμάτων Π.Ε.
    2. Τη γνώμη τους για το συγκεκριμένο Εκπαιδευτικό Υλικό, δηλαδή εάν το Ε.Υ. είναι κατανοητό, εύχρηστο κλπ, και εάν προσφέρει γνώσεις και μπορεί να διαμορφώσει απόψεις και συμπεριφορές.
    3. Τη γνώμη τους για τη χρησιμότητα του συγκεκριμένου Ε.Υ., δηλαδή εάν και κατά πόσο προσφέρει στους καθηγητές τη δυνατότητα πραγματοποίησης προγραμμάτων Π.Ε.

    Η ανάλυση των συνεντεύξεων οδήγησε στην εξαγωγή κάποιων συμπερασμάτων, βάσει των οποίων έγινε και μερική αναπροσαρμογή του Εκπαιδευτικού Υλικού, όπως διευκρινήσεις, επεξηγήσεις, απλουστεύσεις, συντομεύσεις, προσθήκες, μικροαλλαγές αλλά και εμπλουτισμός αυτού, όπου κρίθηκε απαραίτητο.



    8.2 Ανάλυση των Συνεντεύξεων.

    Σχετικά με τη χρησιμότητα γενικά κάποιου εκπαιδευτικού υλικού, όσον αφορά την πραγματοποίηση προγραμμάτων Π.Ε., ήταν όλοι τους απόλυτα θετικοί και κατηγορηματικοί:

  • "ούτε συzήτηση!"
  • "Πολύ χρήσιμο σίγουρα, είναι ό,τι καλύτερο."
  • "Αυτό είναι ιδανικό, και στην ειδικότητα να είναι κάποιος (βιολόγος ή φυσικοχημικός), πάντα υπάρχουν κάποιες έννοιες που... Τώρα εγώ που είμαι και άλλης ειδικότητας, δεν το συzητώ."
  • "Αντί να έχεις ν' ανατρέξεις σε εκατό πηγές, δεν υπάρχει χρόvoς, και εξ άλλου είναι και επεξεργασμένο υπεύθυνα, ώστε ν' αποφεύγεις και'πιθανόν μη αξιόλογες πηγές, π.χ. υποκειμενικές..."
  • "Σαφώς και είναι χρήσιμο να υπάρχει ένα βοήθημα για έναν καθηγητή..."

    Επίσης δήλωσαν όλοι τους ότι θα προτιμούσαν προσωπικά να στηριχθούν σε κάποιο Εκπαιδευτικό Υλικό για την υλοποίηση των προγραμμάτων Π.Ε.:

  • "Σίγουρα θα το προτιμούσα γιατί θα ήταν μια πυξίδα, ένα background... Μπορείς να κάνεις οτιδήποτε, αλλά να έχεις αυτό για να αισθάνεσαι μια βάση, ότι κάπου πατάς:.."
  • "Δεν σε περιορίzει να ψάχνεις και μόνος σου αν θέλεις, αλλιώς χάνεσαι... Κατ' aρχάς οι περισσότεροι που ασχολούμαστε με Π.Ε., δεν είναι η ειδικότητά μας, δεν είμαστε Βιολόγοι..."
  • "Έχεις και μια πιο επιστημονική άποψη..."
  • "Ναι, θα το χρησιμοποιούσα απόλυτα!"
  • "Θα μ' ενδιέφερε να υπάρχει υλικό για Π.Ε. για να διαλέξω και να πάρω αυτό που μου ταιριάzει..."

    Με εξαίρεση μια καθηγήτρια Χημικό, που δήλωσε ότι λόγω ιδιοσυγκρασίας προτιμά να συλλέγει, να επιλέγει, να ταξινομεί και να ιεραρχεί μόνη της το υλικό που θα χρησιμοποιήσει για την Π.Ε., αλλά και επειδή ασχολείται αποκλειστικά με συγκεκριμένα θέματα της ειδικότητάς της, όλοι τους, όταν ζητήθηκε η γνώμη τους για το συγκεκριμένο Εκπαιδευτικό Υλικό, σε γενικές γραμμές συμφωνούσαν πως δεν υπάρχουν αδυναμίες ή ελλείψεις ή πλεονασμοί στην επιλογή θεματικών ενοτήτων:

  • "Όχι, δεν θεωρώ τίποτε παραπανίσιο, κέρδος είναι... Απ' τη στιγμή που απευθύνεται σε καθηγητές, ό,τι περισσότερο, καλό είναι."
  • "Είναι πλήρες."
  • "Θα ήθελα κι' άλλα, αλλά μάλλον λέγονται αλλού, σε άλλη ενότητα... Στα θέματα που πρέπει να περιλαμβάνονται σ' αυτόν τον τίτλο, είναι πολύ καλό..."

    Η μορφοποίηση των κειμένων διευκόλυνε πολύ την αναγνωσιμότητα και άρεσε σε όλους. Μόνο στην 4η Ενότητα επισημάνθηκε μια μικρή έλλειψη σε περιλήψεις:

  • "Μ' άρεσε πάρα πολύ, πολύ υποβοηθητική!"
  • "...και με τα έντονα γράμματα και με τις περιλήψεις, έρρεε το κείμενο..."
  • "Λίγο πυκνογραμμένο μόνο το κομμάτι που αφορούσε τους οργανισμούς του ποταμού..."
  • "Ίσως μόνο λίγο υπερβολική στην 1η Ενότητα, επειδή τονιζόντουσαν περισσότερες λέξεις..."
  • "Ήταν πολύ καλή!"
  • "Πάρα πολύ καλή, πολύ ωραία γραμμένο, το έδειξα μάλιστα και σε άλλες καθηγήτριες και το άρεσαν πολύ!"

    Οι φωτογραφίες και τα σχήματα επίσης άρεσαν και βοήθησαν πολύ στην κατανόηση του Εκπαιδευτικού Υλικού:

  • "πολύ πλούσιο για μια τέτοια ιστορία, μόνο λίγες φωτογραφίες ασπρόμαυρες υστερούσαν σε απόδοση..."
  • "Μου άρεσαν πολύ!"
  • "Καλή εντύπωση."
  • "Πολύ υποβοηθητικά."
  • "Ήταν καταπληκτικά, βοηθάν πολύ, πάρα πολύ..."
  • "Ήταν εντάξει..."
    ...με εξαίρεση την 4η Ενότητα, όπου και λόγω της φύσης των θεματικών ενοτήτων που περιέχει, ήταν αρκετά περιορισμένα, σε σχέση με τις άλλες ενότητες:
  • "Θα μπορούσε να έχει περισσότερα..."

    Όσο για τις ερωτήσεις και τα θέματα συζήτησης, θεωρήθηκαν αρκετά και ικανά να καλύψουν το σύνολο του Εκπαιδευτικού Υλικού, αλλά όμως τονίστηκε ότι όσο περισσότερες τόσο το καλύτερο, για να υπάρχει μεγαλύτερη δυνατότητα επιλογής:

  • "Καλύπτουν. Απλώς, όσο πιο πολλά, ίσως τόσο το καλύτερο για να διαλέξεις..."
  • "Ήταν εντάξει, δεν μου φάνηκαν λίγες..."
  • "Αρκούν, και λόγω έλλειψης χρόνου... (δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε περισσότερες)"
  • "Είναι αρκετές, αλλά και λίγες ακόμη δεν θα πείραζε..."

    Επίσης, άλλοι εκφράζουν την προτίμησή τους σε ερωτήσεις ή θέματα που απορρέουν άμεσα από το κείμενο, ενώ άλλοι το αντίθετο:

  • "Λίγο προβληματικά, υπήρχαν κάποιες μικρές δυσκολίες επειδή δεν σχετίζονταν απόλυτα με το περιεχόμενο, βέβαια για να προβληματιστείς λίγο..."
  • "Δεν απορρέουν άμεσα, αλλά είναι και θετικό, πολύ καλύτερα να έχεις μια βάση υλικού και να την επεξεργαστείς και λίγο μόνος σου, παρά να έχεις τα πάντα έτοιμα, οι κατευθύνσεις οι βασικές δίνονταν, από 'κεί και πέρα ήθελε και λίγο επεξεργασία, ν' ανατρέξεις και κάπου αλλού, καλό είναι αυτό, ίσως λίγο περισσότερο να απορρέουν, αλλά το ότι χρειάζεται και λίγη επεξεργασία είναι πολύ καλό. Εξ άλλου υπήρχαν και θέματα που σχετίζονταν άμεσα..."
  • "Αρκετά καλά δοσμένα, μερικά πολύ ενδιαφέροντα..."

    Επισημάνθηκε ιδιαίτερα ότι το Εκπαιδευτικό Υλικό δεν είναι καθόλου βαρετό, παρά μόνο σε λίγα σημεία της 2ης και 3ης Ενότητας, στα οποία αναφέρονται πάρα πoλλά παραδείγματα ασπόνδυλων οργανισμών:

  • "Όχι, καθόλου, πάρα πολύ ενδιαφέρον!"
  • "Όχι, μάλιστα με τα σχήματα είναι ωραίο!"
  • "Καθόλου βαρετό!"
  • "Μου άρεσε το ξεκίνημα, όπως γινόταν η εισαγωγή στη χημεία, προς το τέλος το βρήκα λίγο βαρετό, π.χ. στην αναπνοή... όχι στο pH."
    ...αλλά ούτε και κουραστικό:
  • "Καθόλου, το αντίθετο..."
  • "Λίγο κουραστικό λόγω του κόπου που κατέβαλα εξ αιτίας της έλλειψης χρόνου και του φόρτου εργασίας..."
  • "Όχι, δεν με κούρασε..."
  • "Όχι, καθόλου κουραστικό!"

    Επίσης δεν φάνηκε δυσνόητο και δεν είχε ασάφειες, με εξαίρεση ορισμένα σημεία, κυρίως όπου κάποιοι όροι ήθελαν περισσότερη επεξήγηση:

  • "Λίγο δυσνόητο σε μερικά σημεία, λόγω έλλειψης διευκρινίσεων..."
  • "Όχι, ίσα-ίσα το αντίθετο!"
  • "Είναι ενδιαφέρον και κατανοητό γενικά, και σε εκπαιδευτικούς που δεν ξέρουν Χημεία ειδικότερα, απλώς, μερικές χημικές έννοιες θα πρέπει να αποσαφηνιστούν, ακόμη π.χ. και η αντίδραση φωτοσύνθεσης θα πρέπει να ξεκαθαρίσει..."
  • "Όχι, εφ' όσον απευθύνεται στους εκπαιδευτικούς και όχι στα παιδιά..."
  • "Όχι, απλώς σε ορισμένα σημεία δεν είναι καλά διατυπωμένο, π.χ. στους ηλεκτρολύτες..."
    ...και τους κάλυψε πλήρως, με εξαίρεση δυό-τρεις όρους που χρειάζονται περαιτέρω διευκρινίσεις:
  • "Όχι, μόνον κάποιοι όροι χρειάζονται διευκρίνιση."
  • "Όχι, δεν είναι ελλειπές, τουλάχιστον σαν μέρος ενός συνόλου που αφορά τα γεωμορφολογικά - υδρολογικά στοιχεία του ποταμού..."
  • "Δεν ξέρω, γιατί δεν είμαι ειδικός, αλλά με κάλυψε."

    Τέλος συμφώνησαν όλοι ότι το Εκπαιδευτικό Υλικό δεν είναι υποκειμενικό, ούτε έχει σκοπό να προπαγανδίσει αστήρικτα υπέρ του περιβάλλοντος, αλλά στηρίζει απόψεις αντικειμενικές, και επιστημονικά τεκμηριωμένες:

  • "Καθόλου υπερβολικό, όχι."
  • "Απ' όσα έχω διαβάσει και ξέρω, δεν είναι υποκειμενικό."
  • "Όχι, σίγουρα όχι."
  • "Όχι, καθόλου, ίσα-ίσα μάλιστα, σε ορισμένα σημεία είναι αρκετά μετριόφρον σε σχέση με το περιβάλλον, δεν είναι τόσο εγκάθετες οι απόψεις, όσο μερικών οικολόγων, κι' αυτό το δέχομαι γιατί θα πρέπει να συνδυάσουμε την τεχνολογία, την παραγωγή, την ανάπτυξη και το περιβάλλον..."

    Όλοι οι καθηγητές συμφώνησαν ότι συνεισφέρει απόλυτα στην απόκτηση απαραίτητων γνώσεων για το θέμα "Ποτάμι":

  • "Ναί, απολύτως!"
  • "Σαφώς, βέβαια!"
  • "Ναί, συνεισφέρει σαφώς."
  • "Ναι, το πιστεύω απόλυτα."
  • "Αυτό που δεν ήξεραν καθόλου ήταν για τα φράγματα, και για τη διαχείριση..."

    Επίσης ότι μπορούν, χρησιμοποιώντας το υλικό αυτό, να επηρεάσουν τη γνώση των μαθητών, ακόμη και στην περίπτωση που κάποιες γνώσεις προϋπάρχουν σ' αυτούς, κι' αυτό εξ αιτίας του τρόπου με τον οποίο δομούνται και δίδονται οι πληροφορίες του Εκπαιδευτικού Υλικού. Βέβαια τόνισαν ότι αυτό εξαρτάται κι' από έναν άλλo υποκειμενικό παράγοντα, που είναι n ικανότητα του εκάστοτε δασκάλου που θα το χρησιμοποιήσει:

  • "Σίγουρα, γιατί είναι τρόπος δόμησης της πληροφορίας που βοηθάει να μεταφέρεις κι' εσύ πιο ξεκαθαρισμένα στους μαθητές κάποια πράγματα. Θα εξαρτηθεί βέβαια κι' από τη μεταδοτικότητα του δασκάλου..."
  • "Αυτό είναι υποκειμενικό, αν ο δάσκαλος είναι αυτός που θα τα καταφέρει, ναί, αυτή είναι η απάντηση."
  • "Ναι, σαφώς, γιατί συνήθως ξεκινάς από μηδενική γνώση (επομένως από μη δομημένη γνώση)."
  • "Ναι, αλλά όχι πάρα πολύ, γιατί πολλά απ' αυτά τα ξέρουν ήδη, π.χ. από τη Γεωγραφία, θα μπορούσε να είναι συμπλήρωμα, βοήθημα."
  • "Έχει πληροφορίες αρκετά καλές, όχι στεγνές..."

    Όταν ρωτήθηκαν εάν έχουν επηρεαστεί οι απόψεις τους και οι αντιλήψεις τους από το συγκεκριμένο Εκπαιδευτικό Υλικό, όλοι δήλωσαν ότι ήταν ήδη αρκετά ευαισθητοποιημένοι ως προς το περιβάλλον. Ωστόσο φάνηκε κάποια διαφοροποίηση στις απαντήσεις, ανάλογα και με την ενότητα που είχε διαβάσει ο καθένας.

    Όσοι είχαν ασχοληθεί με τις δυο πρώτες ενότητες, "Δημιουργία του Ποταμού" και "Φυσικοχημικές lδιότητες του Νερού σε Σχέση με τη Ζωή", οι οποίες και στοχεύουν κυρίως στο γνωστικό επίπεδο, ήταν περισσότερο απόλυτοι σ' αυτή την άποψη:

  • "Όχι, γιατί αυτά πίστευα, ούτως ή άλλως..."
  • "Όχι πάρα πολύ οι αντιλήψεις μου, γιατί ούτως ή άλλως εκεί πέρα ήμουν..."
  • "Γνώσεις ναί, απόψεις όχι..."
  • "Δεν ήταν πρωτόγνωρα, απλώς εμπλουτίστηκαν οι γνώσεις..."

    Όσοι όμως ασχολήθηκαν με τις δυό άλλες ενότητες, "Η Ζωή του Ποταμού" και "Λειτουργίες του Ποταμού - Η Σχέση με τον Άνθρωπο", στις οποίες αναπτύσσονται και απόψεις και αντιλήψεις, δήλωσαν ότι επηρεάστηκαν περισσότερο οι απόψεις τους, σε σχέση με τους προηγούμενους:

  • "Ναί, αρκετά, οπωσδήποτε, γιατί ξεκαθαρίzεις κάποια πράγματα και είσαι πιο σίγουρος, δηλαδή πατάς κάπου, υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση, γίνεσαι πιο απόλυτος σε κάποια πράγματα, κι' είναι καλό..."
  • "Ναι, αλλάζουν κάποιες απόψεις, πάνε προς το καλύτερο, μαθαίνοντας π.χ. πώς μπορεί τα φράγματα να επηρεάσουν τα οικοσυστήματα, πράγμα που δεν το ήξερα."
  • "πιστεύω πως οι γνώσεις συσχετίζονται με τις αντιλήψεις, πάντως είχε και απόψεις στηριζόμενες, αλλά και τη δική σου άποψη..."

    Όταν ρωτήθηκαν όμως εάν πιστεύουν ότι θα μπορούσαν με το συγκεκριμένο Εκπαιδευτικό Υλικό να επηρεάσουν απόψεις και αντιλήψεις των μαθητών, ήταν όλοι τους (εκτός από έναν που δήλωσε ότι τους δίνει μόνο γνώσεις και δεν θέλει να επηρεάζει τις απόψεις των μαθητών) κατηγορηματικά θετικοί:

  • "Ούτε συζήτηση, πώς εσύ θα καταφέρεις να πλασάρεις ένα θέμα, να το συζητήσεις με τα παιδιά, να τους πεις διαβάστε κι' εκείνο, και τ' άλλο..."
  • "Θα 'θελα να τους κάνω να ψαχτούν μόνοι τους, μέσα τους, να τους προβληματίσω κυρίως... χρησιμοποιώντας τη γνώση που παίρνει από 'δώ μέσα, ένας μαθητής μπορεί να ενημερωθεί και να επηρεαστεί περιβαλλοντικά και να επηρεαστούν προς το θετικότερο οι απόψεις του..."
  • "Ναι, βέβαια, δεν είναι σκέτη πληροφορία ούτως ή άλλως, ο τρόπος που δίνεται το υλικό κατευθύνει προς τα εκεί..."
  • "Μπορούμε ν' αλλάξουμε κάποιες απόψεις χρησιμοποιώντας το..."



    8.3 Συμπεράσματα.

    1. Το Εκπαιδευτικό Υλικό θεωρήθηκε ότι κάλυψε πλήρως το θέμα "Το Ποτάμι", με μιά ολιστική θεώρηση του θέματος και χαρακτηρίστηκε ως ολοκληρωμένο, αντικειμενικό, ευκολονόητο, ενδιαφέρον και καθόλου βαρετό, με εξαίρεση ορισμένα σημεία όπου γίνεται εκτενής αναφορά σε ασπόνδυλους οργανισμούς, ή άλλα σημεία που χρειάστηκαν μερικές ακόμη αποσαφηνίσεις.

      Η μορφοποίηση και η εικονογράφηση επίσης θεωρήθηκαν πολύ υποβοηθητικές.

    2. Το συγκεκριμένο Εκπαιδευτικό Υλικό συνεισφέρει απόλυτα στην προσφορά γνώσεων προς τους καθηγητές και τους μαθητές και μπορεί να επηρεάσει τις απόψεις και τις αντιλήψεις των καθηγητών, ιδιαίτερα όταν αυτοί είναι ανυποψίαστοι. Χρησιμοποιώντας το για προγράμματα Π.Ε. με θέμα "Το ποτάμι", είναι σίγουρο ότι μπορούν οι καθηγητές, μέσω της ενημέρωσης και των προβληματισμών που προσφέρει, να διαμορφώσουν με τη σειρά τους απόψεις και αντιλήψεις στους μαθητές τους.

      Επίσης η Π.Ε. γενικά, λόγω της ολιστικής προσέγγισης των θεμάτων, μπορεί να προσφέρει μιά νέα εκπαιδευτική οπτική, αυτή της συνθετικής διαφόρων επί μέρους επιστημών.

    Μετά τις διορθώσεις στα κείμενα και στη μορφοποίηση και μετά τον εμπλουτισμό που έγινε αναλόγως των υποδείξεων, προτείνεται το συγκεκριμένο Εκπαιδευτικό Υλικό να χρησιμοποιηθεί από καθηγητές που επιθυμούν να αναλάβουν προγράμματα Π.Ε. σχετικά με τα ποτάμια, ώστε να αξιολογηθεί περαιτέρω στην πράξη.