ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

                  ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

 

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ

 

ΣΥΜΒΟΛΑ

 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

 

 

 

 

ΜΕΡΟΣ A

 

 

1.

ΘΕΩΡΙΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

1.1.

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

1.1.1.

Η ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ – ΜΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

1.1.2.

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

1.2.

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

1.2.1.

ΤΟ ΠΡΟΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ

1.2.2.

ΤΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ

 

 

2.

ΘΕΜΑΤΑ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

2.1.

Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΑΣΗ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΩΝ ΤΟΥ  ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΥ  ΚΡΑΤΥΛΟΥ

2.2.

ΟΙ ΗΧΟΜΙΜΗΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ

2.3.

Η «ΣΧΕΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΤΗΤΑ»

2.4.

Η «ΛΕΞΑΡΙΘΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ»

2.5.

Η ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΕΤΥΜΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΕΞΕΩΝ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΔΕΔΕΙΓΜΕΝΑ ΔΑΝΕΙΕΣ

2.6.

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ: Η «ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ» ΑΝΥΠΑΡΚΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΛΕΞΕΩΝ ΣΕ ΓΛΩΣΣΕΣ ΑΛΛΩΝ ΗΠΕΙΡΩΝ

 

 

 

 

 

ΜΕΡΟΣ Β

 

 

1.

ΘΕΩΡΙΑ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

1.1.

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ: ΓΡΑΦΗ, ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ, ΓΡΑΦΗΜΑ

1.2.

ΕΙΔΗ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ Η ΑΡΧΑΙΑ ΠΡΟΦΟΡΑ

1.3.

ΤΟ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

1.4.

ΤΟ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

 

 

2.

ΘΕΜΑΤΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

2.1.

H ΛΕΞΗ  ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ

2.2.

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ  ΑΦΤΙ  ΚΑΙ  ΑΒΓΟ

2.3.

Η ΛΕΞΗ  ΒΡΟΜΑ

2.4.

Η ΛΕΞΗ  ΑΛΛΙΩΣ

2.5.

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ  ΠΑΛΙΟΣ- ΔΙΚΙΟ- ΕΛΙΑ

2.6.

Η ΛΕΞΗ  ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ

 

 

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

 


                  ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

ΜΕΡΟΣ Β

2. ΘΕΜΑΤΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

Xαρακτηριστικά παραδείγματα ερασιτεχνισμού στον χώρο της ορθογραφίας αποτελούν οι απόψεις που υποστήριξε η φιλόλογος Άννα Τζιροπούλου- Ευσταθίου σε άρθρο της (εφημ.  Το Βήμα, 31.8.1997) για τη γραφή των λέξεων  καλύτερος, αφτί- αβγό, βρόμα, αλλιώς,  με αφορμή προηγούμενο δημοσίευμα γνωστού καθηγητή γλωσσολογίας στην ίδια εφημερίδα, η ορθογραφική της επιλογή ως προς τη λέξη  δίκιο,  καθώς και η άποψη του φιλολόγου Απόστολου Τζαφερόπουλου για τη γραφή της λ.  ορθοπαιδική  (εφημ.  Ελληνική Αγωγή,  φύλλο Μαρτίου 2000). Πιο συγκεκριμένα, για τους δύο αυτούς φιλολόγους οι παραπάνω λέξεις ορθογραφούνται ως εξής:  καλλίτερος, αυτί- αυγό, βρώμα, αλλοιώς, δίκηο  και  ορθοπεδική.  Ο ίδιος καθηγητής μάλιστα σε δεύτερο άρθρο του στο  Βήμα  (21.9.1997) επεσήμανε μεταξύ άλλων τα εξής: «τα γραφόμενα από την κυρία Ά. Τζ. ενδιαφέρουν περισσότερο γιατί αντιπροσωπεύουν το φαινόμενο του ανενημέρωτου γλωσσολογικά φιλολόγου («ανημέρωτου» λένε μερικοί»!…), που έχει επιπτώσεις στην όλη ποιότητα της παιδείας μας, όταν έχουμε να κάνουμε με (λίγους ευτυχώς) φιλολόγους οι οποίοι από άγνοια (δεν τα έχουν διδαχθεί στο Πανεπιστήμιο) ή αδιαφορία διδάσκουν άλλα αντί άλλων. Τέτοια φαινόμενα φέρνουν την επιστήμη από τον 21ο αιώνα στην προεπαναστατική Ελλάδα των αρχών του 19ου αιώνα και ακόμη παλαιότερα».  

             Η Ά. Τζ. δημοσίευσε για το θέμα της ορθογραφίας ένα ακόμη ατυχές άρθρο (εφημ.  Ελληνική Αγωγή,  φύλλο Νοεμβρίου 1997). Εκεί, εμφάνισε άλλη μια φορά τα διδάγματα της γλωσσολογίας για την ορθογραφία των λέξεων  καλύτερος, αφτί, αβγό κ.λπ. ως δήθεν απόψεις του συγκεκριμένου γλωσσολόγου και βάφτισε την απόκλισή της από τη γλωσσική επιστήμη διαφορετική γνώμη από αυτήν του καθηγητή. Η φιλόλογος είχε υποστηρίξει και από τις στήλες του  Βήματος  ότι  τάχα  υπάρχει  μια  διχογνωμία ανάμεσα στον καθηγητή και την ίδια για το εν λόγω θέμα. Επίσης, στο φύλλο της  Ελληνικής Αγωγής  που προαναφέρθηκε, ο ανώνυμος συντάκτης ενός κειμένου έκανε και αυτός λόγο για διαφωνία μεταξύ του καθηγητή της γλωσσολογίας και της Ά. Τζ. σε ζητήματα ορθογραφίας. Μα, ο  γλωσσολόγος αυτός στον πρόλογο του τελευταίου κειμένου του κατέστησε σαφές ότι στο πρώτο του δημοσίευμα δεν εξέφρασε υποκειμενικές απόψεις για το συζητούμενο θέμα, αλλά ανέφερε την επιστημονική ετυμολογία μερικών λέξεων, που αποτελεί «τρέχον νόμισμα» για όσους είναι εξοικειωμένοι με τα διδάγματα της γλωσσολογίας. Ο εκτενής πρόλογος του άρθρου αυτού στο  Βήμα  είναι η καλύτερη απάντηση στους  ισχυρισμούς της φιλολόγου και του ανώνυμου αρθρογράφου της  Ελληνικής Αγωγής  για διάσταση απόψεων σχετικά με την ορθογραφία των λέξεων  καλύτερος, αφτί, αβγό  κ.λπ. – όμως, και ο φιλόλογος Απόστολος Τζαφερόπουλος (εφημ.  Ελληνική Αγωγή,  φύλλο Νοεμβρίου 1999) εξακολουθεί να κάνει λόγο για διχογνωμία σχετικά με την ορθογραφία των λέξεων αυτών. Τέλος, η Ά. Τζ. στο δεύτερο δημοσίευμά της εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της από το γεγονός ότι ο καθηγητής τής καταλόγισε άγνοια εξαιτίας των εσφαλμένων απόψεων που υποστήριξε. Ωστόσο, από κανένα σημείο των κειμένων της δεν προκύπτει ότι γνώριζε την επιστημονική ετυμολογία των συγκεκριμένων λέξεων…

             Αναλυτικά:  

 

2.1. Η ΛΕΞΗ  ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ

Η λ.  καλύτερος  αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση της λεγόμενης  αναλογίας  στη γλώσσα. Ειδικότερα,  αναλογικός σχηματισμός  αποκαλείται «το φαινόμενον εκείνο, καθ’ ο γλωσσικόν τι στοιχείον πλάττεται ή μεταβάλλεται κατ’άλλο ή κατ’άλλα υπάρχοντα και γνωστά τοις λαλούσιν» (Χατζιδάκις 1915 α: 125). Η  αναλογία  (analogy) δηλ. σημαίνει τη  μεταβολή  (analogical change) ή τη  δημιουργία  (analogical creation) ενός γλωσσικού στοιχείου υπό την επίδραση άλλου, πιο γνωστού ή πιο συχνού στη χρήση μιας γλώσσας (βλ. και Bynon 1993: 32- 43). Kαι επειδή στην προκειμένη περίπτωση ο συνειρμός των στοιχείων αυτών μπορεί να γίνεται λόγω της σημασίας τους, η Aitchison (19912: 153) ορίζει ως ακολούθως την αναλογία: «the tendency of items that are similar in meaning to become similar in form» [«η τάση των στοιχείων που είναι παρόμοια στη σημασία να γίνουν παρόμοια στη μορφή»]. Για παράδειγμα, προϊόν αναλογικής μεταβολής είναι το  κρύο,  που ετυμολογείται από το αρχ. ( το κρύος,  με αποβολή του τελικού  -ς  σύμφωνα με τους άσιγμους τύπους της ονομαστικής των ουδετέρων (Χατζιδάκις 1905: 5)· ενώ προϊόν αναλογικής δημιουργίας αποτελεί o σχηματισμός του αγγλ. cheese-burger σύμφωνα με το ham-burger, που όμως δεν βασίζεται στο ham «ζαμπόν», αλλά στο τοπωνύμιο Hamburg «Αμβούργο» (Bynon 1993: 40)! Παραδείγματα αναλογίας με ορθογραφικό ενδιαφέρον αποτελούν οι σχηματισμοί: του νεοελληνικού  είναι  (< μεσν. έναι  < αρχ.  ένι ) κατά τα  είμαι, είσαι  (Χατζιδάκις 1905: 564- 568, 1977: 62, 143)· του  έξι  (< αρχ.  εξ) πιθανώς σύμφωνα με το  είκοσ-ι  (ΛΝΕΓ, λ.  έξι )· του  καλύτερος,  που μας ενδιαφέρει εδώ, κατά τα  βαθύτερος, γλυκύτερος, παχύτερος, ταχύτερος  κ.λπ. (Χατζιδάκις 1905: 577- 585, 1934: 559- 561, 1977: 137- 143)· του  πρωτύτερος  (αντί  πρωτότερος ) αναλογικά προς τα  ταχύτερος, βραδύτερος  κ.λπ. (Χατζιδάκις 1905: 577- 585)· τέλος, του  τέσσερεις  (< αρχ.  τέσσερες ) κατά το  τρεις  (Χατζιδάκις 1905: 617, 1907: 506, 1934: 630, Τριανταφυλλίδης 1965: 355).

            Ως προς τη λέξη καλύτερος, η φιλόλογος στο τελευταίο κείμενό της προσπάθησε πάλι να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, δηλ. τη γραφή  καλλίτερος. Φυσικά,  άφησε  αναπάντητο ένα εύλογο ερώτημα που της ετέθη, δηλ. πώς θα γραφούν τα συγκριτικά  μεγαλύτερος, κοντύτερος, χοντρύτερος, αρχύτερα και πρωτύτερα, που δεν έχουν αρχαίους τύπους. Αυτά, επειδή σχηματίζονται κατά τα συγκριτικά σε  -ύτερος  των επιθέτων σε     -ύς  ( ευρύς- ευρύτερος, βαρύς- βαρύτερος  κ.λπ.),  γράφονται σωστά με  -υ-.  Το  καλύτερος  δεν ανήκει στην ίδια κατηγορία; Για να δικαιολογήσει την εσφαλμένη γραφή με  -ι-   ( καλλίτερος ), η Ά. Τζ. υποστήριξε ότι το  κάλλιο,  που χρησιμοποιούμε μεταξύ άλλων στην παροιμιώδη φράση «κάλλιο αργά παρά ποτέ», προέρχεται  από το  καλλίτερα  (!) Κατά τη φιλόλογο, αφού  το  κάλλιο  γράφεται  με  -ι-,  άρα  και  το  καλύτερα  γράφεται με  -ι-  ( καλλίτερα )! Μόνο που το  κάλλιο,  που επικαλείται η Ά. Τζ., δεν ετυμολογείται από τον ανύπαρκτο τύπο  καλλίτερα, αλλά από το αρχαίο επίρρημα  κάλλιον  (βλ. ΛΝΕΓ, λ.  κάλλιο ). Επομένως, ο συλλογισμός με τον οποίον η φιλόλογος προσπάθησε να δικαιολογήσει τη γραφή  καλλίτερος  είναι αυθαίρετος (την πρώτη φορά ισχυρίστηκε ότι το καλύτερος προέρχεται από το …καλλίων,  ενώ τη δεύτερη ότι το  κάλλιο  ετυμολογείται από το …καλλίτερα.  Κάθε φορά η Ά. Τζ. προσπαθεί με διαφορετικό τρόπο να αποδείξει ότι το  καλύτερος  γράφεται με  -ι- ). Όπως εξήγησε αναλυτικά ο Χατζιδάκις (1905: 577- 585), το συγκριτικό  καλύτερος  γράφεται βεβαίως με  ύψιλον,  γιατί έχει σχηματιστεί κατά τον αντίστοιχο βαθμό των επιθέτων σε  -ύς  (πλατύς- πλατύτερος, ταχύς- ταχύτερος  κ.λπ.). Ας προστεθεί, επίσης, ότι από την επιστημονική- ετυμολογική ορθογραφία της συγκεκριμένης λέξης αποκλίνει και ο Απόστολος Τζαφερόπουλος ( Ελληνική Αγωγή,  φύλλο Μαρτίου 1998), που γράφει επανειλημμένως  καλύτερο  με  -ι-  (καλλίτερο), μολονότι είναι αυτός που διδάσκει την ετυμολογία στη σχολή αρχαίων Ελληνικών  Ελληνική Αγωγή  !

Tέλος, ας σημειωθεί ότι η Ά. Τζ. στο δεύτερο κείμενό της απέρριψε την ετυμολογικά δικαιολογημένη γραφή  καλύτερος,  επειδή  γενικότερα αξιολογεί αρνητικά την αναλογία στη γλώσσα, θεωρώντας ότι οδηγεί σε αυθαίρετη ορθογραφική απλούστευση. Ωστόσο, απάντηση σε αυτόν τον ισχυρισμό θα μπορούσαν να αποτελέσουν τα όσα γράφει ο Χατζιδάκις (1905: 181- 182): «αναλογία είναι κατ’ αλήθειαν πνευματική  εργασία  ουχί  νωθρότης.  Αν δε τις είναι έτοιμος να υπολάβη απόβλητα τα της ενεργείας ταύτης […], δεν θα τολμήση, νομίζομεν, να καταδικάση αυτήν επίσης, όταν μάθη, ότι αύτη εγέννησε και το Ομηρ.  πατέρος  αντί  πατρός,  το κοινόν  πατέρων  αντί  πατρών  […] και άπειρα άλλα τοιαύτα». Κατά συνέπεια, δεν έχει επιστημονική βάση η εντύπωση της Ά. Τζ. ότι η γραφή  καλύτερος  έναντι της εσφαλμένης παλαιότερης  καλλίτερος  αποτελεί προϊόν άκριτης απλοποίησης. Και δεν μπορεί να διδάσκεται σήμερα, ειδικά μάλιστα από μία φιλόλογο, ότι τάχα η ορθή γραφή της λέξης αυτής είναι  καλλίτερος  – για τη λ.  καλύτερος  βλ. και το Α΄, 1.1.1.

 

2.2. ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ  ΑΦΤΙ  ΚΑΙ  ΑΒΓΟ

Τα  αφτί  και  αβγό  αποτελούν λέξεις με νέους – σε σχέση με την αρχαία Ελληνική – φθόγγους, οι οποίοι θα πρέπει να παριστάνονται με την απλούστερη γραφή. Είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί εξαρχής ότι απλούστερη εδώ δεν σημαίνει απλοποιημένη γραφή, εφόσον οι καινούργιοι φθόγγοι στις λέξεις αυτές (ο [f] στο [aftí] και ο [v] στο [avγó]) θα πρέπει να αποδοθούν ορθογραφικά με τον  απλούστερο δυνατό  τρόπο, δηλ. με  -φ-  και  -β-  αντίστοιχα. Aναλυτικά:

Ο Αδ. Κοραής είχε ετυμολογήσει τη λ.  αφτί  από το  *αυτίον,  υποκοριστικό του δωρικού  αυς- αυτός,  τύπου που παραθέτει ο λεξικογράφος του 5ου αι. μ.Χ. Ησύχιος και αντιστοιχεί στο αττ.  ους- ωτός.  Ωστόσο, οι Κ. Foy, Γ. Χατζιδάκις (1907: 322), P. Kretschmer, Μ. Tριανταφυλλίδης (1965: 325- 330) κ.ά. μας διαφώτισαν για την ετυμολογική προέλευση, τη φωνητική εξέλιξη και την ορθογραφική παράσταση των λ.  αφτί  και  αβγό :  το  αφτί  έχει σχηματιστεί από τη συνεκφορά  τα ωτία,  ενώ το  αβγό  από τη συνεκφορά  τα ωά · η φωνητική εξέλιξη των δύο τύπων θα μπορούσε να θεωρηθεί παράλληλη:  τα ωτία  >  ταουτία  >  ταφτία  >  τ’αφτί  και  τα ωά  >  ταουά  >  ταγουά  >  ταουγά  >  ταβγά  >  τ’αβγό.  Στην προέλευση του  αφτί  από το αττικό  ωτίον  και όχι από το αμάρτυρο δωρικό  αυτίον  συνηγορεί  και ο τ.  ωτίν  (<  ωτίον), που έχει επιβιώσει στις αρχαιοπινείς διαλέκτους του Πόντου και της Καππαδοκίας (Μπαμπινιώτης 1997 γ). Άρα, το  αφτί  θα πρέπει να γράφεται με  -φ-  και το  αβγό  με  -β-,  γιατί τα γράμματα αυτά αντιπροσωπεύουν φθόγγους που προέκυψαν από φωνητική εξέλιξη.

Προκειμένου να αποδείξει ότι το  αφτί  πρέπει δήθεν να γράφεται με  -υ-,  η Ά. Τζ. επανέλαβε την παραπάνω άποψη του Κοραή, σύμφωνα με την οποία η λέξη ετυμολογείται από το αμάρτυρο δωρικό  αυτίον.  Ωστόσο, τέτοιες ετυμολογίες αποτελούσαν τη βάση της  αιολοδωρικής θεωρίας,  που υποστήριξαν παλαιότερα μεταξύ άλλων ο Αθ. Χριστόπουλος, ο Αδ. Κοραής και ο Κωνστ. Οικονόμος: σύμφωνα με αυτούς τους μελετητές, η νέα Ελληνική κατάγεται από την αρχαία αιολική και δωρική διάλεκτο· ειδικότερα, κατά τους οπαδούς της συγκεκριμένης θεωρίας, η νέα Ελληνική διακρίνεται σε δύο μορφές, αυτήν του γραπτού λόγου, που ταυτίζεται σχεδόν με την αρχαία αττική διάλεκτο, και αυτήν του προφορικού, που προέρχεται από την αρχαία Αιολική και τη Δωρική (Καλιτζοπούλου- Παπαγεωργίου 1991: 29). Στον αντίποδα της εν λόγω θεωρίας, ο Χατζιδάκις ήδη από τα τέλη του 19ου αι. δίδαξε την κοινώς αποδεκτή σήμερα επιστημονική αλήθεια, ότι η Αλεξανδρινή Κοινή (3ος αι. π.Χ.- 6ος αι. μ.Χ.), από την οποία προέρχεται μέσω της μεσαιωνικής (6ος αι.- 18ος αι.) η σύγχρονη Ελληνική, βασίστηκε στην  αττική διάλεκτο  της Αρχαίας όχι μόνο ως προς τον γραπτό, αλλά και ως προς τον προφορικό λόγο (Χατζιδάκις 1977: 296). Επομένως, δεν είναι επιστημονικό να εντοπίζονται σε σύγχρονους τύπους αιολικά και δωρικά στοιχεία (όπως το  *αυτίον  στην προκειμένη περίπτωση) που έχουν εξαλειφθεί από την Ελληνική εδώ και αιώνες: όπως επεσήμανε χαρακτηριστικά ο Χατζιδάκις (1977: 258), «και τα της γλώσσης [στοιχεία] αναπτύσσονται συν τω χρόνω, […] άρα έχουσιν ιστορίαν, και ανάγκη απαραίτητος να λαμβάνηται υπ’ όψιν προς τοις άλλοις και ο χρόνος καθ’ ον έκαστον τούτων ήτο εν χρήσει ή καθ’ ον απώλετο».

 Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα το ακόλουθο χωρίο του καθηγητή που απάντησε στην Ά. Τζ. από τις στήλες του  Βήματος  για τα θέματα αυτά: «για να εντυπωσιάσει προφανώς και να πείσει για τις ετυμολογίες που ανασύρει από το παρελθόν, η κυρία  Ά. Τζ. παραπέμπει στο «έγκριτο Λεξικό των Liddell και Scott». Αγνοεί όμως ποια είναι η έγκυρη έκδοση του L.- S. στην οποία πρέπει να παραπέμψει! Αγνοεί δηλ. την έκδοση του 1940 (την ενάτη), όπως αγνοεί και την έκδοση του 1996 (με ενσωματωμένες διορθώσεις, βελτιώσεις κ.λπ.)! Στις εκδόσεις αυτές δεν υπάρχει, φυσικά, τέτοια ετυμολογία. Και πού παραπέμπει; Στην ελληνική έκδοση του 1900 που είναι μετάφραση της 7/ 8ης έκδοσης του L.- S. του 1897! Εκεί οι Έλληνες μεταφραστές – όχι φυσικά το L.- S. – έχουν περιλάβει απλώς την ετυμολογία του Κοραή. Αυτό το προβάλλει η κυρία Ά. Τζ. ως επικρότηση της ετυμολογίας του Κοραή από το L.- S.! Πλήρης σύγχυση με το ελαφρυντικό της γλωσσολογικής άγνοιας… ». Δεν είναι, άλλωστε, η μόνη φορά που η Ά. Τζ. ακολουθεί μια τέτοια πρακτική. Ο Χαραλαμπάκης (1997: 250), ασκώντας κριτική σε μια εργασία της ίδιας φιλολόγου, γράφει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα: «η βιβλιογραφία στην οποία στηρίζεται η εργασία αυτή (βλ. σσ. 584 κ.ε.) είναι εντελώς ασήμαντη. Δεν υπάρχει καμιά σχεδόν αναφορά σε σύγχρονους Έλληνες ή ξένους γλωσσολόγους […]. Για δημιουργία εντυπώσεων αναφέρεται στον «ακαδημαϊκό κ. Ντελόπουλο» (σ. 45), ενώ πρόκειται για συνταξιούχο συντάκτη του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών. Είναι εξοργιστικές οι ανεξακρίβωτες πληροφορίες που παρατίθενται φύρδην μίγδην, χωρίς καμιά συνοχή και λογικό ειρμό». Ας επιστρέψουμε, όμως, στο θέμα μας.

Για να αποδείξει ότι το  αβγό  πρέπει τάχα να γράφεται με  -υ-,  η φιλόλογος ισχυρίστηκε ότι το  -υ-  στη λέξη αυτή αποτελεί εξέλιξη του αρχαίου δίγαμμα ( F ): ωFόν > αυγό.  Ωστόσο, δεν εξήγησε επιστημονικά την εμφάνιση καθενός από τα φωνήματα στον νεοελληνικό τύπο  αυγό,  πράγμα που θα απαιτούσε η έγκυρη ετυμολόγησή του. Ενώ, ειδικά ως προς το δίγαμμα, γεννάται το εξής ερώτημα: αφού έπαψε να προφέρεται στην Ιωνική- Αττική πριν από την κλασική περίοδο, πώς έδωσε το υποτιθέμενο   -υ-  του  αβγό,  ενός τύπου που, σύμφωνα με τον Τριανταφυλλίδη (1965: 328), δεν εμφανίζεται νωρίτερα από τους μεσαιωνικούς χρόνους; Όσον αφορά στο αρχαίο δίγαμμα και την επιβίωσή του στη σύγχρονη Ελληνική, ο Χατζιδάκις (1907: 316) έγραφε χαρακτηριστικά: «και περί του δίγαμμα ανάγκη να γίνη εκτενής λόγος, το μεν διότι μεγάλη κατάχρησις αυτού εγένετο υπό των ερασιτέχνων [στον Χατζιδάκι, γενική πληθυντικού της λ.  ο ερασίτεχνος], ετυμολογούντων τας λέξεις της ημετέρας Ελληνικής και πολλά άτοπα και πλημμελή περί τούτου προηνέχθησαν [προφέρθηκαν], τούτο δε διότι η εξήγησις των τυχών αυτού μέγα συμβάλλεται εις το ζήτημα περί της καταγωγής της νέας Ελληνικής». Πιο συγκεκριμένα, ο μεγάλος γλωσσολόγος παρατηρεί ακολούθως ότι το δίγαμμα εξακολούθησε να προφέρεται στην αρχαία αιολική και δωρική διάλεκτο για μεγαλύτερο διάστημα σε σχέση με την Ιωνική- Αττική. Άρα, κατ’αυτόν, ο εντοπισμός του δίγαμμα στη νέα Ελληνική θα αποτελούσε απόδειξη της αιολικής και δωρικής καταγωγής της. Από την έρευνά του, όμως, προκύπτει το εξής συμπέρασμα (Χατζιδάκις 1907: 322): «βέβαια και αναντίλεκτα λείψανα του  F  είναι μόνα τα Τσακωνικά και το  Βοίτυλος  [βλ. το Α, 1.1.1.], πάντα δε τάλλα, όσα τούτου τεκμήρια μέχρι τούδε προηνέχθησαν [προφέρθηκαν], είναι πλημμελή και άτοπα, διαφοροτρόπως δυνάμενα και οφείλοντα να ερμηνευθώσιν». Άρα, και ο τ.  αβγό,  ο οποίος πράγματι ανάγεται στο αρχ.  ωFόν,  δηλ. σε τύπο με  Fδεν διασώζει σήμερα το αρχαίο δίγαμμα υπό μορφήν  -υ-.    

Σχετικά με τις λέξεις  αφτί  και  αβγό,  η Ά. Τζ. στο δεύτερο άρθρο της υποστήριξε και πάλι απόψεις που δείχνουν απόκλιση από τα σχετικά επιστημονικά διδάγματα. Άφησε, βεβαίως, αναπάντητα μερικά ερωτήματα, όπως π.χ. πώς εξηγείται ο τύπος  ωτίν  των ελληνικών αρχαιοπινών διαλέκτων του Πόντου και της Καππαδοκίας ή πώς το δίγαμμα, αφού σιγήθηκε στην Ιωνική- Αττική από την προκλασική περίοδο, έδωσε το υποτιθέμενο  -υ-  του μεσαιωνικού  αυγό.  Η φιλόλογος στο τελευταίο άρθρο της δήλωσε ότι οι ετυμολογίες που έχουν προτείνει οι γλωσσολόγοι για τα  αφτί  και  αβγό  δεν είναι αποδεδειγμένες. Μα, ούτως ή άλλως η ετυμολόγηση των λέξεων είναι δύσκολη, γιατί η ορθότητά της δεν «αποδεικνύεται» ούτε από λογικά πορίσματα ούτε από πειραματική διαδικασία (βλ. Picoche 1992: 3). Το θέμα είναι, όμως, οι ετυμολογίες που προτείνει κανείς να έχουν επιστημονική βάση. Ο μη πειραματικός χαρακτήρας της διαδικασίας για την ανεύρεση του ετύμου (βλ. άρθρο Άδ. Γεωργιάδη στην  Ελληνική Αγωγή,  φύλλο Νοεμβρίου 1999) δεν μπορεί να αποτελέσει πρόσχημα  για σύγχυση επιστημονικότητας και ερασιτεχνισμού στα πλαίσια ενός άκρατου σχετικισμού. Η Ά. Τζ., επίσης, επανέλαβε δογματικά ότι οι γραφές των λέξεων  αφτί  και  αβγό  με  -φ-  και   -β-  αντίστοιχα αποτελούν αδόκιμους τύπους της δημοτικής. Δεν φαίνεται να γνωρίζει τη γενική αρχή ότι η ορθογραφία μιας λέξης δεν αποτελεί θέμα δημοτικής ή καθαρεύουσας, αλλά κατά κανόνα ρυθμίζεται από την επιστημονική ετυμολογία της. Η φιλόλογος παρέπεμψε, ακόμη, στο παλιό λεξικό του Δημητράκου, όπου η ετυμολογική ορθογραφία των λέξεων της νέας Ελληνικής δεν εφαρμόζεται πολύ αυστηρά, και ανέφερε ότι στους συντάκτες του έργου αυτού συγκαταλέγονται οι Γ. Χατζιδάκις και Ν. Ανδριώτης. Ωστόσο, ο Τριανταφυλλίδης (1965: 325- 330) ήδη από το 1943 έχει δώσει απάντηση σε έναν επιστολογράφο της  Νέας Εστίας,  ο οποίος είχε εκφράσει την απορία πώς συμβαίνει επιστήμονες, κατά τα έργα ή τις επιτροπές όπου συμμετείχαν, να ακολουθούν διαφορετικές γραφές. Ο Τριανταφυλλίδης επεσήμανε ότι το φαινόμενο αυτό δεν πρέπει να μας ξενίζει, αφού η προσαρμογή μιας προσωπικής θέσης σε συλλογική απόφαση ή γενική αρχή είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίον μπορεί να ληφθεί μια ομαδική απόφαση. Επομένως, η παραπομπή εκ μέρους της Ά. Τζ. στο λεξικό του Δημητράκου δεν έχει καμία απολύτως αξία.

            Στο ερώτημα που της ετέθη πώς προέκυψε το  -α-  της λέξης  αβγό,  η Ά. Τζ. απάντησε ότι το γράμμα αυτό οφείλεται σε απλή …εναλλαγή των φωνηέντων, όπως αυτή των τύπων  πρώτος- πράτος, ώριστος- άριστος(!). Η φιλόλογος, όμως, θέτει και εκείνη ερωτήματα σχετικά με την προέλευση του  -γ-  στον τύπο  αβγό  και του  -φ-  στον τύπο  αφτί.  Ακόμη, ρωτάει γιατί στον έναν τύπο υπάρχει  -β-,  ενώ στον άλλον  -φ-.  Η απάντηση στο πρώτο από τα τρία αυτά ερωτήματα είναι η εξής: το   ημιφωνικό   στοιχείο  -γ- > στο  αβγό  αναπτύχθηκε στο ενδιάμεσο στάδιο  ταουά  για αποφυγή της χασμωδίας. Απάντηση στο δεύτερο και το τρίτο ερώτημα της φιλολόγου δίνει το ακόλουθο χωρίο του Τριανταφυλλίδη (1965: 327) για τη φωνητική εξέλιξη των λέξεων  αφτί  και  αβγό  (τα ωτία  >  ταουτία…-  τα ωά  >  ταουά… ): «το μισόφωνο  -u- έγινε στα παραπάνω παραδείγματα κοντά στον άηχο φθόγγο (τ) ή τον ηχηρό (γ) που ακολουθούσαν, διχειλικό στην αρχή και έπειτα χειλοδοντικό  -φ-  ή -β-  – όπως προφέρομε και σήμερα τα δυο αυτά γράμματα – ακολουθώντας τον ίδιο περίπου δρόμο που πήραν και οι αρχαίοι δίφθογγοι  -αυ-, -ευ-,  που και αυτοί είχαν σε όλη την αρχαιότητα την προφορά  -αου-, -εου-». Στο τρίτο ερώτημα δηλ. η απάντηση είναι η εξής: στο  αβγό  υπάρχει  -β-,  για⛬ί το επόμενο σύμφωνο  (-γ-)  είναι ηχηρό, ενώ το  αφτί  έχει  -φ-,  γιατί το σύμφωνο που ακολουθεί (-τ-) είναι άηχο.

            Προκειμένου να υποστηρίξει την άποψη του Κοραή ότι το  αφτί  προήλθε δήθεν από τον αμάρτυρο τύπο  αυτίον,  υποκοριστικό του τύπου  αυς, αυτός  της δωρικής διαλέκτου, η φιλόλογος Ά. Τζ. προέβαλε το ακόλουθο επιχείρημα: παρέθεσε ένα απόσπασμα από κείμενο του Ν. Ανδριώτη, όπου ο αείμνηστος γλωσσολόγος μιλάει για επιβίωση διαλεκτικών στοιχείων σε διάφορες φάσεις της Ελληνικής. Το χωρίο, όμως, αυτό είναι εντελώς άσχετο με το συζητούμενο θέμα και δεν αποδεικνύει σε καμιά περίπτωση ότι «διεσώθη ο δωρικός τύπος “αυς”», όπως διατείνεται η Ά. Τζ. ή ότι «ο Κοραής έχει  δίκηο  [sic]», όπως αγλωσσολόγητα γράφει. Αντίθετα, το αττικό  ωτίον,  από όπου προέρχεται το σωζόμενο σε νεοελληνικές συντηρητικές διαλέκτους  ωτίν,  ήταν αυτό που έδωσε τον τύπο  αφτί.  Για την επιβίωση, όμως, του τύπου  ωτίν  στις διαλέκτους του Πόντου και της Καππαδοκίας, η φιλόλογος αποφεύγει να κάνει λόγο αφήνοντας αναπάντητο το σχετικό ερώτημα που της ετέθη. Τέλος, δεν έχει  επιστημονική βάση η απόπειρα του Αθανασίου Αβελλίου να ετυμολογήσει το  αβγό  από το  αυγάζω  «φωτίζω» και το  αφτί  από τη δοτική  τω αυτί  του δωρικού  αυς,  προκειμένου να υποστηρίξει τις γραφές με  -υ-  (περιοδ.  Δαυλός,  Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2002). Το ρ.  αυγάζω  δεν μπορεί να δώσει ένα τέτοιο παράγωγο όπως το  αυγό  ούτε μπορεί το  αυτί  να προέρχεται από τύπο δοτικής! – σε ένα χωρίο του Τριανταφυλλίδη (1965: 326), ωστόσο, μπορεί να εντοπίσει κανείς την πραγματική αιτία της προσκόλλησης ορισμένων στις αναθεωρημένες από τη γλωσσική επιστήμη γραφές  αυτί, αυγό  (αντί των ορθών  αφτί, αβγό )· ο αείμνηστος γλωσσολόγος είχε πει κάποτε απευθυνόμενος στον Γάλλο νεοελληνιστή Η. Pernot: «[…] όταν επιστρατεύωνται προλήψεις βαθιοριζωμένες, όταν εξαφανίζεται η λογική και ξεσπούν τα πάθη, φαντάζεστε πως απομένει καιρός για εξήγηση και συζήτηση για το αν χρειάζωνται τα  αυτιά -φ-  ή  -υ- ;». 

          Προσθήκη (Δεκέμβριος 2006). Γράφει ο Κωνσταντίνος Π. σε διαδικτυακό χώρο:  «[...] αφτί  και [...] αβγό.  Και τώρα το θυμηθήκαμε αυτό, μετά από τουλάχιστον 1000 χρόνια που έγινε αυτή η εξέλιξη της λέξης και η μεταγραφή της; Και θα πετάξουμε 800 χρόνια μεσαιωνικής ιστορίας και άλλα 200 νεότερη που γράφεται αυτί; Και μεις στο Μεσολόγγι λέμε το ποδάρι αντί για πόδι και υπάρχει και επιχείρημα ότι είναι σωστότερο, (υποκοριστικό ποδαράκι αντί για ποδάκι), αλλά δεν προτείνει κανένας να αντικαταστήσουμε τη λέξη πόδι [...] Το θέμα είναι ότι το κράτος προωθεί τροποποιήσεις της επίσημης γλώσσας (συγκεκριμένα απλοποίηση) και πάντα ακούγονται ένα σωρό επιχειρήματα ΜΟΝΟ προς αυτήν την κατεύθυνση». Σχόλια: βασικός σκοπός εδώ είναι να δειχθεί ότι οι γραφές  αυτί  και  αυγό  δεν είναι δικαιολογημένες ετυμολογικά. Αν κάποιος δεν θέλει να εγκαταλείψει τη γραφή  αυτί,  ας την επιλέξει, εν γνώσει του όμως ότι δεν ακολουθεί την ετυμολογική γραφή της συγκεκριμένης λέξης. Πάντως, όπως δεν είναι εύκολο να αγνοηθούν οι γραφές  αυτί  και  αυγό,  που είναι οι συνηθέστερες, έτσι δεν είναι εύκολο να παραβλεφθούν και οι γραφές  αφτί  και  αβγό,  που και αυτές χρησιμοποιούνται κατά κόρον και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της γλωσσικής πραγματικότητας. Ο παραλληλισμός με το  πόδι- ποδάρι  είναι άστοχος, γιατί εδώ μιλάμε για θέματα ετυμολογικής ορθογραφίας. Δικαιολογημένα δεν προτείνει κανείς να αντικατασταθεί το  πόδι  από το  ποδάρι,  που άλλωστε στην Κοινή Νεοελληνική έχει μια τέτοια υφολογική χροιά, ώστε δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακριβώς στη θέση του  πόδι.  Διαφορετικό είναι το θέμα του  αφτί  (και του  αβγό):  πρόκειται για ορθογραφικά θέματα. Και ας επαναληφθεί ότι οι γραφές αυτές είναι υπαρκτές. Τέλος, με αφορμή τις γραφές  αυτί  και  αυγό,  δεν είναι σωστό να γίνεται λόγος για «απλοποίηση». Από τα προαναφερθέντα είναι σαφές ότι οι γραφές  αφτί  και  αβγό  δεν είναι απλοποιημένες.

 

2.3. Η ΛΕΞΗ  ΒΡΟΜΑ

Ο Χατζιδάκις (1977: 259- 260) έχει διευκρινίσει ποια είναι η επιστημονική ετυμολογία της λέξης  βρόμα,  που ρυθμίζει την ορθογράφησή της με -ο-: «την λέξιν  βρόμα  παρήγον πολλοί εκ του γνωστού «σκωλήκων βρώμα και δυσωδία». Αλλ’ ουδείς ηρώτα, πώς συμβαίνει να σχηματίζηται εξ αυτού το ρήμα  βρωμείν,  αφού εκ των εις  -μα  ονομάτων δεν παράγονται ρήματα εις  -έω ·  ή πώς ήτο δυνατόν να παράγωνται εξ αυτού τόσον πλήθος παραγώγων και συνθέτων, αφού αι εκ της εκκλησιαστικής γλώσσης εισαχθείσαι εις την συνήθειαν άλλαι λέξεις [οι άλλες λέξεις που προέρχονται από την εκκλησιαστική γλώσσα και μπήκαν στην καθομιλουμένη] δεν χρησιμεύουσι συνήθως εις παραγωγήν και σύνθεσιν· και το σπουδαιότατον, πώς συμβαίνει να ευρίσκηται η λέξις ήδη προ Χριστού εν τη Π. Δ. και βραδύτερον παρά Φρυνίχω επί της δυσωδίας. Πάντα ταύτα τα απορήματα εξαφανίζονται, όταν γνωσθή ότι ήδη π. Χ. το όνομα  ο βρόμος  (εκ του  βρέμειν ) εδήλωσε προς τω ψόφω, κρότω [εκτός από τον θόρυβο, κρότο] και την εκ τινων ψόφων προερχομένην κακήν οσμήν· πρβλ. Ησυχ.  βρομήσει, φυσήσει, ψοφήσει  και το πασίγνωστον  ουχ όμοιος ο ψόφος.  Ότι δε ρήμα τι δύναται προς τη κυρία σημασία [εκτός από τη βασική σημασία] να δηλώση και την ευθύς μετά την πρώτην συνήθη επομένην, δήλον εκ τε άλλων πολλών και εκ του  πίπτειν εν τη μάχη  δηλούντος ου μόνον την πτώσιν αλλά και τον επερχόμενον θάνατον· πρβλ. και  ψοφείν = κροτείν, πίπτειν μετά κρότου (επί των υποζυγίων), αποθνήσκειν. Όμοιον τω  ψοφείν  είναι το ομ.  δουπείν,  τω δε  βρομείν  (= κροτείν και έπειτα όζειν) είναι το εν Κεφαλληνία  κρούειν  ομοίως επί του πέρδεσθαι» – για τη λ.  βρόμα,  βλ. και το Α, 1.1.2.   

            Ως προς τη λέξη  βρόμα,  η Ά. Τζ. στην  Ελληνική Αγωγή  επανέλαβε τις εμπειρικές απόψεις που είχε εκφράσει την πρώτη φορά από τις στήλες του  Βήματος, για να υποστηρίξει τη γραφή με  -ω-.  Αφενός, εμφάνισε ως πιθανή την προέλευση του ( η βρόμα  από το εκκλησιαστικό « βρώμα και δυσωδία »· αφετέρου, παρέθεσε διάφορες σημασίες της λέξης (το βρώμα  από το λεξικό του Δημητράκου («τεμάχιον κρέατος που έχει προσαρτηθή σε παγίδα ζώων», «καρκινώδης πληγή», «διάβρωσις οδόντων»), που αποδεικνύουν τάχα «τη δυσώδη έννοια του όρου   βρώμα». Τα όσα αναφέρει ο Χατζιδάκις στο παραπάνω χωρίο για την ετυμολογία της λ.  βρόμα  αναιρούν, βεβαίως, τα επιχειρήματα που προέβαλε η Ά. Τζ. στα δύο κείμενά της. Στα προαναφερθέντα επιστημονικά στοιχεία ας προστεθούν και τα ακόλουθα (Χατζιδάκις 1915 β: 59), που αντικρούουν την ετυμολογική σύνδεση του θηλ.  βρόμα  με το ουδ.  βρώμα  (< βιβρώσκω  «τρώγω»): «τα βρώσιμα [τα φαγώσιμα] δύνανται μεν αληθώς να σαπώσιν, όπως λ.χ. ο σίτος κ.τ.λ. εν ταις αποθήκαις και έπειτα να καταστώσι κάκοσμα· αλλά τούτο δεν είναι των συνήθων φαινομένων, όπως λ.χ. τα κενέβρεια [τα πτώματα ζώων], τα αποκρίματα [οι εκκρίσεις] και οι τούτων συχνότεροι αποματαϊσμοί [τα δύσοσμα αέρια]. Τα εδώδιμα [τα φαγώσιμα] οι άνθρωποι εσθίομεν [τρώμε], σπανίως δε καταλείπομεν αυτά να φθαρώσι και σαπώσι και έτι σπανιώτερον να καταστώσι δυσώδη. Δήλον άρα ότι δεν είναι πιθανόν ότι δια της λέξεως της δηλούσης τα βρώματα εδηλώθη και η έννοια της δυσωδίας». Ένα ακόμη επιχείρημα που επικαλέστηκε η φιλόλογος, για να υποστηρίξει ότι η λέξη  βρόμα  δεν συνδέεται με το αρχ.  βρόμος  «κρότος, δυσοσμία», είναι ότι «η μεγαλοπρεπής λέξις  βρόμος  που σημαίνει τη βροντή του Διός, τον θόρυβο των στοιχείων της φύσεως και της μάχης» δεν μπορεί να «κατέληξε στο  βρομώ  με την έννοια του …πέρδομαι». Ωστόσο, ακόμη και μια λέξη με «μεγαλοπρεπή» (κατά τη φιλόλογο) σημασία («θορυβώ») μπορεί να δηλώσει και μια δεύτερη («μυρίζω άσχημα»), αφού υποστεί σημασιολογική μεταβολή. Η αλλαγή στη σημασία της συγκεκριμένης λέξης οφείλεται στο γεγονός ότι (ΛΝΕΓ, λ.  βρομώ ) «ορισμένοι χαρακτηριστικοί κρότοι ακολουθούνται από δυσοσμία». Ανάλογη, άλλωστε, σημασιολογική εξέλιξη με αυτήν του  βρομείν  εμφανίζει το κεφαλληνιακό  κρούειν :  δηλ. και αυτό δήλωσε αρχικά τον κρότο και, εν συνεχεία, τη δυσάρεστη οσμή.

Επίσης, η φιλόλογος, στα πλαίσια της προσπάθειάς της να αναιρέσει τα προαναφερθέντα επιχειρήματα για τη γραφή (ηβρόμα  με  -ο-,  αντέκρουσε μια άποψη που δεν διατύπωσε κανείς: ότι δηλ. «η τυχόν γραφή με  ωμέγα,  (τοβρώμα,  θα έδινε  οπωσδήποτε  ρηματικό τύπο  βρωματίζω  […]», δηλ. τύπο ρήματος με κατάληξη  -ίζω.  Μα, ο Χατζιδάκις δεν υποστήριξε ότι τα σε  -μα  ονόματα δίνουν  απαραιτήτως  ρήματα σε  -ίζω,  αλλά απλώς ότι δεν μπορούν να δώσουν ρηματικούς τύπους σε  -έω,  όπως το  βρομώ  (η ανωτέρω φράση, που παρέθεσε σε εισαγωγικά η Ά. Τζ., στην πραγματικότητα δεν ανήκει σε κανέναν). Η φιλόλογος, ακολούθως, ανέφερε ως αντεπιχείρημα ότι το  σώμα  δίνει  σωματόω,   δηλ.  ρήμα σε   -όω.  Ο Χατζιδάκις (1977: 555- 559), όμως, έχει ήδη διδάξει ότι τα ουδέτερα σε  -μα  μπορούν να δώσουν ρηματικούς τύπους όχι μόνο σε  -ίζω  (π.⛯. αρωματίζω  <   άρωμα ), αλλά και σε  -αίνω  (π.χ.  σημαίνω  <  σήμα), σε  -άζω  (π.χ.  πτωμάζω  <  πτώμα ), σε  -εύω  (π.χ.  πραγματεύομαι  <  πράγμα ), σε  -όω  (π.χ.   σωματόω  <  σώμα ) και σε  -σσω  (π.χ.  αιμάσσω  <  αίμα ).  Ποτέ, όμως, σε  -έω ! Αυτό ακριβώς είναι το θέμα. Άρα, το ρ.  βρομέω, -ώ  είναι αδύνατον να παράγεται από το ουδέτερο  βρώμα, -ατος&nbbsp; και, ως εκ τούτου, είναι λάθος να γράφεται με  ωμέγα  ·  επίσης, εφόσον το θηλ.  βρόμα  παράγεται  υποχωρητικώς  από το  βρομώ,  πρέπει και αυτό να γράφεται με -ο- – ας σημειωθεί εδώ ότι  υποχωρητική παραγωγή  (back formation / inverse derivation) ονομάζεται η αντίστροφη από το κανονικό δημιουργία μιας λέξης, δηλ. ο σχηματισμός ενός ονόματος από ένα ρήμα (ΛΝΕΓ, λ.  υποχωρητικός )· ο όρος αυτός συνήθως σημαίνει τη δημιουργία μιας βραχύτερης λέξης από άλλη, μακρότερη (Σακελλαριάδης 1997: 74). Παραδείγματα αποτελούν οι σχηματισμοί: των  αρρώστια, ζήλια, περηφάνια, φτώχια  κατά το σχήμα  άρρωστος- αρρωσταίνω- αρρώστια, ζηλεύω- ζήλια, περήφανος- περηφανεύομαι- περηφάνια, φτωχός- φτωχαίνω- φτώχια αντίστοιχα (ΛΝΕΓ, λ.  -ια, αρρώστια, ζήλια, περηφάνια, φτώχια,  Χατζιδάκις 1905: 76- 77, 1915 α: 163- 164)· επίσης, του  γέλιο  από το  γελώ  (Χατζιδάκις 1907: 66, 1915 α: 164 , 1934: 215, 315).

             Ένα ακόμη στοιχείο που παρέθεσε η Ά. Τζ. είναι η φράση «αναπνοάς βρωμώδεις» του γεωγράφου Στράβωνα (65 π.Χ.- 23 μ.Χ.), όπου το επίθετο είναι γραμμένο με  -ω-.  Ούτ⛝ αυτό, όμως, αποδεικνύει ότι το θηλ.  βρόμα  πρέπει να γράφεται με  -ω- ! Ο Χατζιδάκις έχει επισημάνει επανειλημμένως (1905: 638- 639, 1915 β: 53- 56, 1934: 441- 442, 1977: 142) ότι τεκμήριο για την επιστημονική ορθογραφία μιας λέξης δεν μπορεί να αποτελέσει η γραφή της στους μεταγενέστερους και μεσαιωνικούς χρόνους, τότε δηλ. που η προφορά της Ελληνικής είχε διαφοροποιηθεί από την αντίστοιχη της Aρχαίας (π.χ. τα  -ι-, -η-  κ.λπ. αντιπροσώπευαν πλέον τον φθόγγο [ι], τα   -αι-  και  -ε-  τον [ε], η διάκριση μακρών- βραχέων φωνηέντων και διπλών- απλών συμφώνων είχε εκλείψει κ.λπ.)· για παράδειγμα, η τάση των μεταγενέστερων, μεσαιωνικών και νεότερων Ελλήνων να γράφουν  φιλονεικία  (αντί του ορθού  φιλονικία,  που βασίζεται στο  νίκη ),  βρώμα  (αντί  βρόμα,  <  βρομώ  <  βρόμος  <  βρέμω ),  σπήτι  (αντί  σπίτι,  <  οσπίτιον  < λατ. hospitium),  καλλίτερος  (αντί  καλύτερος,   αναλογικά προς τα  παχύτερος, πλατύτερος  κ.ά.) κ.λπ. αντανακλά απλώς τις εσφαλμένες αντιλήψεις που είχαν σχετικά με την ετυμολογία των συγκεκριμένων λέξεων και δεν μπορεί να ρυθμίσει τη σημερινή γραφή τους, η οποία πρέπει να ακολουθεί τα διδάγματα της γλωσσικής επιστήμης. Κατά τον Χατζιδάκι (1915 β: 55- 56), «δήλον ότι προκειμένου περί των λέξεων  βρόμος, βρομείν, βρόμα  μόνα εκείνα τα μαρτύρια θα είναι ημίν ισχυρά όσα ανήκουσι τοις προ της συγχύσεως του  -ω-  και  -ο-  χρόνοις, τα δε άλλα ουχί. Και παλαιά τοιαύτα μαρτύρια ευτυχώς υπάρχουσι τα τρία της Π. Δ. [έκδ. του Tischendorf (τόμ. Β΄, σ. 6, 160 και 236)] […] γεγραμμένα δια του  -ο-  […]. Ώστε η παλαιοτέρα, η προ της συγχύσεως των μακρών και βραχέων φωνηέντων, παράδοσις βοά υπέρ του  -ο- ! Και η μετά ταύτα δε παρέχει αναμίξ  -ο-  και  -ω-  επί πολύ, μόλις δε μετά αιώνας φαίνεται κατισχύσασα η δια του  -ω-  γραφή. Και ο λεξικογράφος δε Ησύχιος έχει το τε όνομα « βρόμος…  και οσμή», και την μετοχήν « βρομέον ·  οζόμενον», και τον ρηματικόν τύπον « βρομήσει · φυσήσει, ψοφήσει», πάντα δια του  -ο-  γεγραμμένα […]. Μετά την επελθούσαν δε μετά ταύτα φωνητικήν εξίσωσιν του  -ο-  και  -ω-  ηδύνατο βεβαίως και ο Φρύνιχος [ο λεξικογράφος του 2ου αι. μ.Χ.] και έτι μάλλον ο Αρκάδιος και ο Κύριλλος και ο Πρόδρομος και απαξάπαντες να γράφωσι δια του  -ω-  και οι Ρωμαίοι το bromus, όθεν το bromosus, δια του ō, αλλ’ημείς δεν θα παραπλανηθώμεν υπό της γραφής και μαρτυρίας αυτών».    

 

2.4. Η ΛΕΞΗ  ΑΛΛΙΩΣ

Ο Ζηκίδης (19264: λδ΄- λε΄) υποστήριξε ότι το επίρρ.  αλλιώς  πρέπει να γράφεται με  -οι-,  δηλ.  αλλοιώς,  επειδή συνέδεσε παρετυμολογικά το  αλλιώτικα  (κατά τον Ζηκίδη:  αλλοιώτικα ) με το αρχ. επίθ.  αλλοιωτικός.  Ωστόσο, η έρευνα του Ψάλτη (1923: 93- 94) σε μεσαιωνικά κείμενα απέδειξε ότι το  αλλιώς  προήλθε από το μεσαιωνικό  αλλέως  με συνίζηση, που μπορεί να δηλωθεί στη γραφή με ένα απλό  -ι-,  και όχι από το λόγιο και σπάνιο  αλλοίως,  που τάχα συνιζήθηκε σε  αλλοιώς ·  το  αλλιώτικος,  και αυτό μεσαιωνικό, έχει σχηματιστεί με βάση το  αλλιώς  κατά τα  ρουμελιώτικος, ηπειρώτικος, αναφιώτικος, φαναριώτικος  κ.ά. και δεν αποτελεί εξέλιξη του αρχ.  αλλοιωτικός  για τρεις λόγους (Ψάλτης 1923: 98- 100): πρώτον, επειδή το αρχαίο επίθετο είναι πάρα πολύ σπάνιο· δεύτερον, επειδή δεν σήμαινε τον διαφορετικό, αλλά τον κατάλληλο προς αλλοίωση· και, τρίτον, επειδή τα επίθετα σε   -ικός  που κατάγονται από την Αρχαία,  όπως  γραμματικός, μυστικός, ψυχικός, κοπιαστικός  κ.λπ., εξακολουθούν να τονίζονται στη λήγουσα – όσα τονίζονται στην προπαραλήγουσα, όπως  αιγύπτικος, βενέτικος, τούρκικος, πολίτικος,  είναι μεσαιωνικά ή νεότερα· ειδικά το τελευταίο δεν αποτελεί εξέλιξη του αρχ.  πολιτικός,  η οποία θα μπορούσε να δικαιολογήσει την εξέλιξη και του  αλλοιωτικός  σε  αλλοιώτικος,  αλλά είναι νεότερο και προέρχεται από το  Πολίτης  – απεναντίας, το μεσαιωνικό  πολιτική  «εταίρα», ως κληρονομημένο από την Αρχαία, τονιζόταν ακόμη στη λήγουσα.

Ο καθηγητής γλωσσολογίας που απάντησε στην Ά. Τζ. για το θέμα της ορθογραφίας σημείωσε στο  Βήμα  σχετικά με το εν λόγω επίρρημα τα εξής: «το  αλλιώς  από το μεσαιωνικό  αλλέως / αλλεώς  η κυρία Ά. Τζ. δεν το δέχεται γιατί «τύπος  αλλέως  […] είναι ανύπαρκτος στην ελληνική γλώσσα, την κλασική», γι’ αυτό πρέπει να γράφουμε  αλλοιώς  (από το  αλλοίος). Άρα η μεσαιωνική Ελληνική, από την οποία προήλθε με φυσική εξέλιξη και συνέχεια η νέα Ελληνική, είναι ανύπαρκτη και απορριπτέα! Μόνο η κλασική Ελληνική μπορεί να εξηγήσει τη νεοελληνική! Χωρίς να το ξέρει – δεν φαίνεται να γνωρίζει τίποτε από τη σχετική βιβλιογραφία – η κυρία Ά. Τζ. μάς ξαναφέρνει πίσω στην άποψη του, σοφού κατά τα άλλα, Αδ. Κοραή και του Αθ. Χριστόπουλου για την απευθείας σύνδεση της νέας Ελληνικής με την Αρχαία, περί της οποίας έγινε λόγος στην αρχή [βλ. και πάλι τα προαναφερθέντα στο Β΄, 2.2. για την αιολοδωρική θεωρία]. Τίθεται λοιπόν ζήτημα καταγωγής της νέας Ελληνικής και αμφισβητείται αναπόφευκτα η συνέχεια της νέας Ελληνικής. Να, πού οδηγούν τέτοιες πρόχειρες και ξεπερασμένες ετυμολογίες και ορθογραφίες, που άκριτα επαναλαμβάνει η κυρία Ά. Τζ. […].

»Θέλει επιστήμην και μέθοδον η ετυμολογία».

            Τα γραφόμενα από την Ά. Τζ. για το  αλλιώς  δίνουν εδώ την αφορμή για άλλη μια γενικότερη αναφορά στην εσφαλμένη ετυμολογική μέθοδο που ακολουθούσαν οι υποστηρικτές της αιολοδωρικής θεωρίας στην Ελλάδα, προτού η ετυμολογία θεμελιωθεί επιστημονικά. Σύμφωνα με τα όσα προαναφέρθηκαν στο Β΄, 2.2., οι αιολοδωριστές είχαν την τάση να συνδέουν σύγχρονους τύπους απευθείας με αντίστοιχους αρχαίους αιολικούς και δωρικούς, χωρίς να λαμβάνουν υπ’όψιν τα ενδιάμεσα στάδια της Ελληνικής, δηλ. την Αλεξανδρινή (Ελληνιστική) Κοινή και τη Μεσαιωνική. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα αυτό που αναφέρει η Καλιτζοπούλου- Παπαγεωργίου (1991: 37) για τον Αθ. Χριστόπουλο, τον μελετητή που συστηματοποίησε την αιολοδωρική θεωρία: «η Ελληνιστική Κοινή ήταν προφανώς άγνωστη στον Χριστόπουλο». Ομοίως, η Ά. Τζ. στην περίπτωση της ετυμολογίας του  αλλιώς  παρέκαμψε τη μεσαιωνική Ελληνική και έλαβε υπ’όψιν της μόνο την Αρχαία, όπου ανήκει το επίρρημα  αλλοίως.  Ωστόσο, μια τέτοια μέθοδος, που ακολουθεί τα αιολοδωρικά πρότυπα του 18ου και του 19ου αι., συνιστά επιστημονικό αναχρονισμό. Εξίσου εσφαλμένη είναι και η μέθοδος ενός ετυμολόγου που εμφανίστηκε στο διαδίκτυο και υποστήριξε ως «ορθότατη» τη γραφή  αλλοιώς  με τα ακόλουθα επιχειρήματα: πρώτον, ότι αυτήν τη γραφή έμαθε στο σχολείο. Δεύτερον, ότι η συγκεκριμένη γραφή έρχεται από τα βάθη της ελληνικής γλώσσας. Φυσικά, το γεγονός ότι η γραφή  αλλοιώς  διδασκόταν άλλοτε στο σχολείο δεν σημαίνει ότι είναι σωστή! Επίσης, το  αλλοίως  δεν έρχεται από τα βάθη των αιώνων κουβαλώντας μαζί του το  -οι-  μέχρι σήμερα, για τον απλούστατο λόγο ότι μεσολαβεί ο μεσαιωνικός τύπος  αλλέως,  άρα το  -οι-  του συγκεκριμένου επιρρήμματος δεν έχει έλθει στη νέα Ελληνική! Δείγμα αντιεπιστημονικής μεθόδου από τον ίδιον ετυμολόγο είναι και η δήλωσή του ότι δεν εκφέρει γνώμη για την ορθότητα της γραφής  αλλιώς,  αλλά υποστηρίζει ότι είναι ορθότατη η γραφή  αλλοιώς ! Δεν μπορούν, όμως, να είναι και οι δύο γραφές ετυμολογικά σωστές! Το  αλλιώς  κάποτε γραφόταν  αλλοιώς  ως  άμεσα  προερχόμενο από το αρχαίο  αλλοίως.  Αυτή ήταν απλώς μια άποψη για την ετυμολογία του επιρρηματικού τύπου, η οποία αναθεωρήθηκε με τη μελέτη του Ψάλτη. Απεδείχθη δηλ. ότι ήταν εσφαλμένη άποψη. Σήμερα, γνωρίζουμε πλέον ότι το  αλλιώς  δεν προήλθε  απευθείας  από το αρχ.  αλλοίως,  αλλά αποτελεί εξέλιξη του μεσαιωνικού  αλλέως.  Η άμεση εξάρτηση του νεοελληνικού από τον αρχαίο τύπο ακολουθεί τα πρότυπα της αιολοδωρικής θεωρίας. Ο ετυμολόγος του διαδικτύου, για να προσδώσει κύρος στις «αιολοδωρικές» απόψεις του, έκανε σύγκριση μεταξύ του Κοραή, υποστηρικτή της αιολοδωρικής θεωρίας, και ενός σύγχρονου γλωσσολόγου, υπαινισσόμενος διαφορά πνευματικών μεγεθών! Όπως είδαμε, όμως, η θεωρία για την άμεση εξάρτηση της νέας με την αρχαία Ελληνική αναιρέθηκε όχι από κάποιον σύγχρονο γλωσσολόγο, που υποτίθεται ότι δεν έχει τη σοφία του Κοραή, αλλά από τον Χατζιδάκι στα τέλη του 19ου αι.  

            Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η φιλόλογος Ά. Τζ. στο δεύτερο άρθρο της δεν έγραψε απολύτως τίποτε για τη λέξη  αλλιώς,  που να αποτελεί απάντηση στον καθηγητή!

 

2.5. ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ  ΠΑΛΙΟΣ- ΔΙΚΙΟ- ΕΛΙΑ

                Οι λ.  παλιός, δίκιο  και  ελιά  γράφονταν άλλοτε με  -η-  και υπογεγραμμένη (παληός, δίκηο, εληά), επειδή (Χατζιδάκις 1905: 577) στη χρονική αύξηση των ρηματικών τύπων της Αρχαίας το  -αι-  τρέπεται σε   -η-  (π.χ.  αιτώ- ήτουν ).  Ωστόσο, αφενός η φωνητική εξέλιξη των  παλιός  κ.λπ. και αφετέρου η αύξηση στα αρχαία ρήματα αποτελούν δύο φαινόμενα εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους: τα  παλιός, δίκιο  και  ελιά  είναι συνιζημένοι τύποι των αρχ.  παλαιός, δίκαιον  και  ελαία ·  πιο συγκεκριμένα, όταν το  παλαιός  προφέρθηκε  παλιός  [pal’ós], όταν δηλ. έγινε η συνίζηση (συμπροφορά) του  -αι-  με το ακόλουθο φωνήεν, η δίφθογγος  -αι-  της Αρχαίας είχε συμπέσει φωνητικά με το  -ε-,  ενώ &##964;ο μακρό  -η-  [ē] με το  -ι-  (Μπαμπινιώτης 1997 β) – τα ίδια ισχύουν και για τα  δίκιο, ελιά.  Ως προς τη γραφή των εν λόγω λέξεων, το  -ι-  αποτελεί τον απλούστερο τρόπο με τον οποίο μπορεί να αποδοθεί η συνίζηση των φωνηέντων στους τύπους αυτούς (ΛΝΕΓ, λ.  δίκιο ) – το ίδιο ισχύει και για το  αλλιώς,  που μόλις προαναφέρθηκε. 

Την απόκλιση της Ά. Τζ. από τη γλωσσική επιστήμη ως προς την ορθογραφία μαρτυρεί και η ορθογράφηση του  δίκιο : συγκεκριμένα, στο τελευταίο κείμενό της και σε ένα ακόμη (Ελληνική Αγωγή,  φύλλο Αυγούστου- Σεπτεμβρίου 1998) γράφει τη λέξη αυτή με  -η-  (δίκηο), ενώ η επιστημονική ετυμολογία της λέξης υπαγορεύει τη γραφή της με  -ι-  (δίκιο). Στο ΛΝΕΓ (λ.  δίκιο ) διαβάζουμε το   εξής σχόλιο, που αποτελεί μια ακόμη απάντηση στη φιλόλογο για την εσφαλμένη  γραφή   δίκηο : « δίκιο ή δίκηο ; Ο τύπος  δίκιο  έγινε με  συνίζηση  (συμπροφορά) του  -αι-  με το  ακόλουθο   φωνήεν.   Στη  συμπροφορά   το   -αιο   προφέρθηκε  ημιφωνικά ως [-yo], γι’αυτό και γράφεται με τον απλούστερο τρόπο   (ως  -ι-),  ήτοι  δί-και-ο   > δί-καιο >  δί-κιο  (το  -η-  θα σήμαινε ότι το  -αι-  ετράπη σε  -η-,  πράγμα που δεν είναι σωστό)· πβ.  παλαιός > παλιός, ελαία > ελιά,  ωραίος > πανώριος ». Χαρακτηριστικό της ερασιτεχνικής μεθόδου που ακολουθούν ορισμένοι αρθρογράφοι της  Ελληνικής Αγωγής  σε θέματα ετυμολογίας και ορθογραφίας είναι και το ακόλουθο στοιχείο: ο ανώνυμος συντάκτης ενός κειμένου (Ελληνική Αγωγή,  φύλλο Νοεμβρίου 1997), μολονότι πληροφορήθηκε από το πρώτο άρθρο του καθηγητή στο  Βήμα  γιατί η  ελιά  πρέπει να γράφεται με  -ι-  ( ελιά ) και όχι με  -η-  ( εληά ), ισχυρίζεται ότι η γραφή  ελιά  (με  -ι- )  αποτελεί δείγμα εφαρμογής της φωνητικής γραφής, που θα οδηγήσει στην επιβολή του λατινικού αλφαβήτου!

 

2.6. Η ΛΕΞΗ  ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ

Η λέξη  ορθοπαιδική  θα πρέπει να γράφεται με  -αι-,  γιατί δημιουργήθηκε με βάση τα ελλην.  ορθόν  και  παιδίον  τον 18ο αι. από τον καθηγητή της Ιατρικής Σχολής των Παρισίων Nicolas Andry και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σε έργο του, εκδοθέν το 1741, που αφορούσε στις σωματικές δυσμορφίες των  παιδιών.  Απόδειξη ότι η σωστή γραφή της εν λόγω λέξης είναι με  ­αι-  αποτελεί η δήλωση του ίδιου του Andry, που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του (την παραθέτει σε άρθρο του ο καθηγητής Ιατρικής Ι. Πουρνάρας, βλ. την πολύ ενδιαφέρουσα ιστοσελίδα): «quant au titre en question,  Orthopédie,  je lai formé de deux mots grecs, à savoir dOrthos,  qui veut dire Droit, et  Paidίon,  qui signifie Enfant» [«ως προς τον εν λόγω τίτλο,  ορθοπαιδική,  τον δημιούργησα από δύο ελληνικές λέξεις, δηλ.  ορθός  και  παιδίον »]. Αξιοσημείωτο μάλιστα είναι και αυτό που αναφέρει εν συνεχεία ο Πουρνάρας: «για να τιμήσουν δε την ελληνική προέλευση της ονομασίας, η Αμερικανική Ορθοπεδική Εταιρεία και η Αμερικανική Ακαδημία Ορθοπεδικών Χειρουργών, που είναι και ο πολυπληθέστερος φορέας της ορθοπεδικής επιστήμης παγκοσμίως, περιλαμβάνουν τις δύο ελληνικές λέξεις [ ορθόν, παιδίον ] με ελληνικά στοιχεία γραμμένες και πολύ εμφανώς στο σήμα και το λογότυπό τους».   

Η εσφαλμένη γραφή του όρου με  ­ε-  ( ορθοπεδική ) μπορεί να οφείλεται στην παρετυμολογική του σύνδεση:

α)  με το λατ. pes, pedis «πόδι» (πβ. το ελλην.  ορθοποδώ ).

β)  με το β συνθετικό  πέδη  λέξεων όπως  τροχοπέδη  (άρα  ορθοπεδική  είναι «η όρθωση (των οστών) με πέδες», δηλ. δεσμά, επιδέσμους κ.λπ.). 

γ)  με το  πέδον  «έδαφος» (πβ.  οικόπεδον ).

Την πρώτη άποψη υποστηρίζει σε επιστολή του στην εφημερίδα  Ελευθεροτυπία  (31.1.2001) ο Βρασίδας Παπαδόπουλος. Ο επιστολογράφος αποφαίνεται δογματικά ότι η λέξη είναι ελληνολατινική, σύνθετη από τα  ορθός  και pes.

Τη δεύτερη άποψη διατυπώνει ο Απόστολος Τζαφερόπουλος (  Ελληνική Αγωγή,  φύλλο Μαρτίου 2000), χωρίς όμως κανένα στοιχείο που να τεκμηριώνει τη σύνδεση του όρου  ορθοπαιδική  με την  πέδη.  O φιλόλογος μεταφέρει μάλιστα αυτό που διάβασε σε γνωστό λεξικό, ότι δηλ. ορθότερη θα ήταν η μορφή  παιδορθωτική  αντί του  ορθοπαιδική.  Ωστόσο, η παρατήρηση αυτή αφορά στη  μορφολογική δομή  του τύπου και δεν έχει σχέση με το συζητούμενο  ορθογραφικό  θέμα. Είτε  ορθοπαιδική  είτε  παιδορθωτική  είναι η μορφή της λέξης, δηλ. όποια κι αν είναι η σειρά των συνθετικών της μερών, το  -αι-  δεν επηρεάζεται, εφόσον έχει ετυμολογική βάση. Επίσης, ο Απ. Τζ. παραθέτει τον ορισμό της  ορθοπαιδικής  από τον Ανδριώτη, όπου «δεν γίνεται διάκρισι ηλικίας του ασθενούς». Ο ορισμός που περιλαμβάνεται όμως σε ένα συγχρονικό νεοελληνικό λεξικό, όπως αυτό του Ανδριώτη,  αποτυπώνει τη  σημερινή  σημασία της λέξης, ενώ η ετυμολογική ορθογραφία μπορεί να ρυθμίζεται από μια  προγενέστερη  σημασία, την αρχική σημασία της λέξης στην προκειμένη περίπτωση. Εκείνο που μας ενδιαφέρει εδώ είναι ότι ο όρος αρχικά χρησιμοποιήθηκε για θεραπεία  παιδιών,  γι’αυτό και πρέπει να γραφεί ακόμη και σήμερα με  -αι-.  Αλλιώς, δεν εφαρμόζεται ετυμολογική ορθογραφία, αναιρείται η ουσία της ιστορικής ορθογραφίας. 

Την τρίτη άποψη εκφράζει ο επιστολογράφος της  Ελευθεροτυπίας  Χριστόφορος Μπενέκος, φιλόλογος (25.1.2003). Ο τελευταίος επιχειρεί μια τεχνητή, εκ των υστέρων ετυμολογική σύνδεση του όρου  ορθοπαιδική  με το αρχ.  πέδον  «έδαφος», που, μολονότι αληθοφανής, δεν είναι έγκυρη, αφού αναιρείται από την ίδια την ιστορία της λέξης. Τι θα πει ότι «η λέξη έχει διαμορφώσει ένα εννοιολογικό περιεχόμενο ως σύνθεση των λέξεων  ορθό  +  πέδον »; Η ιστορία της λέξης αποδεικνύει ότι είναι αυθαίρετη, αν και αληθοφανής, η ετυμολόγησή της από το  πέδον  «έδαφος» και η ερμηνεία της  ορθοπαιδικής  ως επιστήμης που «θέλει να βοηθήσει τον πάσχοντα να σταθεί όρθιος στο έδαφος». Τέλος, η ύπαρξη επιμέρους κλάδων όπως η  ορθοπαιδική  για παιδιά ή για ζώα δεν μπορεί να αναιρέσει σε καμιά περίπτωση τη γραφή με  -αι-,  όπ⛱ς πιστεύει ο Χριστόφ. Μπεν. Σήμερα, βεβαίως, ο συγκεκριμένος όρος έχει επεκταθεί σημασιολογικά, αφού δεν χρησιμοποιείται μόνο για παιδιά. Ωστόσο, η αρχική του σημασία, που αφορούσε μόνο σε παιδιά, επιβάλλει την ορθογράφησή του με  -αι-.  Όσο κι αν δεν είναι πια άμεσα αισθητή η σύνδεση της λέξης  ορθοπαιδική  με το  παιδί,  η γραφή της με  -αι-  ( ορθοπαιδική ) είναι η ετυμολογικά δικαιολογημένη και πάντως προτιμότερη από την αντίστοιχη με  -ε-  ( ορθοπεδική ), που βασίζεται σε καθαρή παρετυμολογία.

Για τη λέξη  ορθοπαιδική  είχαν γραφεί ανακρίβειες και παλιότερα. Ο συντάκτης της πειραϊκής εφημερίδας  Η γλώσσα μας  (φύλλο Οκτωβρίου 1995), στην προσπάθειά του να αποδείξει ότι η λέξη πρέπει να γράφεται με  -ε-,  παρέθετε  το λήμμα  πέδη  του γνωστού λεξικού της Αρχαίας Liddell-Scott, με αρχαιοελληνικά χωρία που περιλαμβάνουν διαφόρους τύπους της λημματογραφούμενης λ. πέδη,  καθώς και ερμηνεύματα της  ορθοπαιδικής  και συγγενών λέξεων από νεοελληνικά λεξικά. Στο τέλος αναρωτιόταν δημαγωγικά: μα τόσο λάθος έκανε ο Πλάτων, ο Όμηρος, ο Πλούταρχος και οι κορυφαίοι συγγραφείς των λεξικών; Προσέξτε πόσο παραπλανητική είναι στην προκειμένη περίπτωση η επίκληση των αρχαίων κειμένων, αλλά και των λεξικών της νέας και της αρχαίας Ελληνικής! Μα, τι απέδειξε η παράθεση χωρίων με τη λ.  πέδη,  που περιλαμβάνονται στο αντίστοιχο λήμμα του Liddell-Scott; Απολύτως τίποτε σχετικό με το συζητούμενο θέμα, που είναι η ετυμολογική ορθογραφία του νεότερου όρου  ορθοπαιδική.  Απλώς απέδειξε ότι στην αρχαία Ελληνική ...υπήρχε η λέξη  πέδη,  πράγμα που ήδη γνωρίζαμε. Ως προς την παράθεση ορισμών της  ορθοπαιδικής  και του  ορθοπαιδικού  από νεοελληνικά λεξικά, ας σημειωθεί και πάλι ότι η ετυμολογία είναι η αναγωγή στην αρχική μορφή και την αρχική σημασία μιας λέξης. Άρα, ετυμολογική είναι η ορθογραφία που ρυθμίζεται από την αρχική μορφή ή σημασία. Σύμφωνα με αυτό, είναι εσφαλμένο να ανατρέχουμε στον σημερινό ορισμό της  ορθοπαιδικής,  προκειμένου να τεκμηριώσουμε την ετυμολογική ορθογραφία της λέξης. Εκτός αυτού, όπως εξηγεί ο καθηγητής Ιατρικής Π. Συμεωνίδης στη μνημονευθείσα ιστοσελίδα, η εσφαλμένη ετυμολόγηση του όρου από το αρχ.  πεδώ  «περιδένω», που έδωσε και την  πέδηση,  «δεν ανταποκρίνεται ούτε ανταποκρινόταν στο αντικείμενο της ορθοπαιδικής σε όλη του την έκταση». Ούτε, βεβαίως, η ορθοπαιδική περιορίζεται στη βοήθεια που προσφέρει σε κάποιον να «ορθοποδήσει» ούτε, φυσικά, αφορά μόνο στα πόδια. Αλλά, όπως και νά’χει, δεν ετυμολογείται έτσι μια λέξη, δηλ. εμπειρικά και χωρίς στοιχεία. Η γιατρός Τ.Μ. (εφημ.  Η γλώσσα μας,  φύλλο Οκτωβρίου 1995) συνδέει αυθαίρετα την ορθοπαιδική με τα  πέδον, πέδη, πέδησις.  Ομοίως, για τους λόγους που εξηγήσαμε, αντιεπιστημονική είναι και η μέθοδος του συγγραφέα Δ.Σ., ο οποίος στην ίδια εφημερίδα προσπαθεί να στηρίξει τη γραφή με  -ε-  προβάλλοντας το επιχείρημα ότι η ορθοπαιδική αγωγή (κατ’αυτόν  ορθοπεδική ) προϋποθέτει την πέδηση, δηλ. την ακινησία του ανθρώπινου μέλους. Η ετυμολογική ορθογραφία μιας λέξης, όμως, δεν ρυθμίζεται από τη σημασία της σε συγχρονικό επίπεδο, αν είναι αυτή φυσικά η σημασία της επίμαχης λέξης. Συν τοις άλλοις, αυτές οι ετυμολογίες είναι εμπειρικές, ακριβώς επειδή δεν βασίζονται σε επιστημονική έρευνα, αλλά χαρακτηρίζονται από μια απλή αληθοφάνεια. Το γεγονός ότι αποδεδειγμένα ο όρος πρωτοχρησιμοποιήθηκε για θεραπεία παιδιών μάς δεσμεύει να τον γράφουμε με  -αι-.  Η Τ.Μ. λέει, ακόμη, ότι μια ζωή ξέρουμε και γράφουμε τη λέξη με  -ε-  εμείς και τα ορθογραφικά λεξικά. Απάντηση: το τι γράφουμε «μια ζωή» δηλώνει απλώς τη συνήθη γραφή μιας λέξης, που μπορεί κάλλιστα να αποκλίνει από την ετυμολογική. Και το  τραβώ  αποδίδεται μια ζωή με  -β-,  ενώ θα έπρεπε να παριστάνεται με  -υ-,  γιατί συνδέεται με το  ταύρος  μέσω του παλαιότερου τ.  ταυρίζω  «ασκώ ισχυρή έλξη όπως ο ταύρος».  Όσο για τα ορθογραφικά λεξικά, υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους δεν επιλέγουν μια ετυμολογική ορθογραφία: ένας λόγος είναι η άγνοια (και τα λεξικά γράφονται από ανθρώπους, που δεν είναι παντογνώστες). Ένας άλλος είναι η επιθυμία μερικών λεξικογράφων να μην ξενίσουν τον αναγνώστη με γραφές σωστές, αλλά μη συνηθισμένες. Αξιοσημείωτη είναι και η δικαιολόγηση της γραφής της επίμαχης λέξης με  ­ε-  από το έγκυρο Λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη (ΛΙΤΡ, λ.  ορθοπεδική ) «κατά το γαλλ. πρότυπο ίσως και για να μη συνδέεται αποκλειστικά με τη θεραπεία παιδιών». Μήπως εκείνο που πραγματικά ενοχλεί τους ετυμολόγους ενός συγκεκριμένου ιδεολογικού χώρου είναι η συμμετοχή ενός Γάλλου καθηγητή στο όλο θέμα; Μάλλον τα αίτια των αντιδράσεων στη γραφή του όρου με  -αι-  είναι και ιδεολογικά, εκτός από την προφανή άγνοια του θέματος και της επιστημονικής μεθόδου που ακολουθείται κατά την ετυμολόγηση των λέξεων. Ποιο θα ήταν τώρα το στοιχείο που θα ανέτρεπε το όλο σκηνικό; Μόνο ένα: η ανακάλυψη της λέξης  ορθοπεδική  (με  -ε- και με την ίδια σημασία) σε κείμενο της Ελληνικής πριν από το 1741. Τέτοιο κείμενο, όμως, δεν υπάρχει! Άλλωστε, την όλη συζήτηση καθιστά περιττή η καταγεγραμμένη ομολογία του καθηγητή Andry ότι έπλασε τη λέξη με βάση το  παιδίον.  Ο συντάκτης της εφημερίδας  Η γλώσσα μας  σημειώνει ακόμη ότι σε δύο γαλλικά λεξικά ο όρος γράφεται με -e-. To ακριβές είναι ότι γράφεται με -é- (με accent aigu), το οποίο αντιστοιχεί στο ελληνικό  -αι-  (πβ. το γαλλ. pédiatrie «παιδιατρική»× πβ. επίσης και την αγγλική γραφή orthopaedics, που θα έπρεπε να λέει πολλά σε όσους ανατρέχουν σε ξενόγλωσσα λεξικά, για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα σχετικά με την ετυμολογική προέλευση του όρου  ορθοπαιδική ). Επίσης, στο φύλλο Δεκεμβρίου 1995 της εφημερίδας   Η γλώσσα μας,  η λογοτέχνις Ε.Α. σχολιάζει αρνητικά τη μορφολογική δομή του όρου και, πιο συγκεκριμένα, την όντως εσφαλμένη σειρά των συνθετικών του μερών, που όμως είδαμε ότι δεν  επηρεάζει καθόλου το ετυμολογικά βάσιμο  -αι-  της λέξης  ορθοπαιδική.  Και ο περίεργος νεολογισμός  παιδ-ορθοπαιδικός,  που κατά την Ε.Α. θα δήλωνε τον ορθοπαιδικό που ασχολείται με παιδιά, δεν αποδεικνύει τίποτα.

Την εσφαλμένη γραφή του όρου  ορθοπαιδική  με  -ε-  υποστήριξε σε ατυχές κείμενο που έστειλε στους καθηγητές της Φιλοσοφικής Αθηνών τον Μάιο του 2003 ο Κώστας Πνευματικός, φοιτητής του τμήματος ιστορίας-αρχαιολογίας. Το βασικότερο χαρακτηριστικό του εν λόγω άρθρου είναι η στομφώδης κενολογία, δείγμα ιδεολογικού φανατισμού και επιστημονικής άγνοιας. Ο αρθρογράφος, π.χ., σχολιάζει την πρωτοβουλία των γλωσσολόγων και των ορθοπαιδικών να ενημερώσουν για τη σωστή γραφή της λέξης και τη σχετική αρθρογραφία τους ως «θνησιγενείς σταυροφορίες», «προκατασκευασμένα εθνικά θέματα» και άλλα ηχηρά ευτράπελα. Επίσης, συνδέει αυθαίρετα τη δραστηριότητα αυτή με …το κίνημα του αττικισμού, που πρέσβευε στη μετακλασική Ελλάδα τη μίμηση της γλώσσας των κλασικών χρόνων, κάτι εντελώς άσχετο με το συζητούμενο θέμα. O K.Π. σχολιάζοντας τη γραφή  ορθοπαιδική,  που επιδίδει τα τελευταία χρόνια, κάνει λόγο γενικά κι αόριστα για «αλλαγή της ελληνικής γλώσσας», «άλωση του γλωσσικού μας πλούτου», ενώ παραθέτει και στίχους από τις  Ευμενίδες  του Αισχύλου, όπως τον στ. 539 ( βωμόν αίδεσαι δίκας,  δηλ. «στης Δίκης τον βωμό νά’χεις σέβας»). Η ρύθμιση της γραφής μιας λέξης με βάση την ετυμολογία της δεν συνιστά, βεβαίως, «αλλαγή της γλώσσας». Ο ισχυρισμός αυτός όχι μόνο αποτελεί δείγμα υπερ-γενίκευσης, αλλά έχει και ένα αντιεπιστημονικό υπόβαθρο, την ταύτιση γλώσσας και γραφής. Ως προς την υποτιθέμενη άλωση του γλωσσικού μας πλούτου, κάθε εχέφρων άνθρωπος είναι σε θέση να αντιληφθεί ότι η γραφή του όρου  ορθοπαιδική  με  -αι-,  ακόμη κι αν δεν ήταν ετυμολογικά βάσιμη όπως πράγματι είναι, σε καμιά περίπτωση δεν θα είχε ως επακόλουθο την άλωση του πλούτου της Ελληνικής! Σχετικά με το απόσπασμα από τον Αισχύλο, κανείς δεν είπε ότι ένας αρθρογράφος δεν μπορεί να διανθίσει το κείμενό του με ένα εισαγωγικό απόφθεγμα ή μερικούς στίχους, όπως αναφέρει σε μεταγενέστερο σημείωμά του ο Κώστας Πνευματικός. Κριτική ασκείται, γιατί απλούστατα το συγκεκριμένο χωρίο του Αισχύλου για την απονομή της δικαιοσύνης, πέρα από δείγμα αλαζονείας του Κ.Π., είναι τελείως άσχετο με το συζητούμενο θέμα. Σε διευκρινιστικό του σχόλιο για το κομμάτι από τον Αισχύλο, ο φοιτητής συνιστά να διαβαστεί η Δίκη ως Λογική! Φυσικά, είναι ο τελευταίος που μπορεί να επικαλείται μια τέτοια έννοια... Άτοπο είναι και ένα χωρίο από τον Γάλλο φιλόσοφο Auguste Comte (1798-1857) που παραθέτει ο Κώστας Πνευματικός: «δεν μπορεί κανείς να κατέχει μιαν επιστήμη, παρά μόνον όταν γνωρίζει την ιστορία της». Εδώ το θέμα δεν είναι η ιατρική γνώση, αλλά η εξακρίβωση μιας ετυμολογίας. 

Ακόμη, ο Κώστας Πνευματικός σχολιάζει υποτιμητικά τα του Andry γράφοντας ότι αποτελούν το ένα και μοναδικό επιχείρημα για τη γραφή του όρου με  -αι-Στην πραγματικότητα, αυτό το ένα και μοναδικό στοιχείο που τόσο υποτιμά ο Κ.Π. είναι αδιάσειστο, αφού αποτελεί μια ρητή μαρτυρία του ίδιου του καθηγητή ότι έπλασε τη λέξη  ορθοπαιδική  με βάση το  παιδίονΗ ομολογία αυτή, που έχει καταγραφεί στο βιβλίο του Andry, στηρίζει τη γραφή του όρου με  -αι-.  Ο Κώστας Πνευματικός αρνούμενος πεισματικά να δεχθεί ένα  γεγονός,  τη δημιουργία του όρου από τον καθηγητή Αndry, έκανε τον περιττό κόπο να γράψει πενήντα σελίδες, προκειμένου να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, δηλ. τη γραφή με  -ε-.  Ο Αndry ομολογεί ότι έπλασε τον όρο  ορθοπαιδική  βασιζόμενος στο  παιδίον.  Δικαίωμα του καθενός είναι να εθελοτυφλεί.                 

Ακολούθως, ο Κ.Π. επικαλείται το άτοπο επιχείρημα ότι «το γλωσσικό ένστικτο του ελληνικού λαού, του συνόλου δηλαδή των ζώντων ομιλητών της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας, σε τελική ανάλυση, αποφασίζει πώς γράφεται μία λέξη». Καταρχάς, θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ δύο διαφορετικών θεμάτων που φαίνεται να συγχέονται από τον συγκεκριμένο φοιτητή: το ένα είναι η επιστημονική ετυμολογία μιας λέξης, ενώ το άλλο η ορθογραφική της απόδοση, που μπορεί πράγματι σε μερικές περιπτώσεις να μη ρυθμίζεται από την ετυμολογική προέλευσή της. Η αλήθεια είναι ότι στη γλωσσική κοινότητα υπάρχουν κάποιες ορθογραφικές τάσεις που οδηγούν σε γραφές ετυμολογικά αβάσιμες (βλ. τη λ. τραβώ ), όμως το θέμα αυτό διαφέρει από την επιστημονική ετυμολόγηση μιας λέξης, που γίνεται ασφαλώς από τους ειδικούς επιστήμονες και κατά κανόνα καθορίζει τη γραφή της (βλ. τη λ.  καλύτερος ). Στην προκειμένη περίπτωση, εκείνο που πρωτίστως μας ενδιαφέρει είναι η ετυμολογία της λέξης. Και για το θέμα αυτό τον πρώτο λόγο δεν μπορεί παρά να τον έχουν οι αρμόδιοι γλωσσολόγοι. Αυτό δεν δηλώνει καμία περιφρόνηση για τον καθ’όλα σεβαστό απλό ομιλητή μιας γλώσσας, αλλά είναι σύμφωνο με την κοινή λογική. Το συζητούμενο θέμα είναι η ετυμολογική προέλευση της  ορθοπαιδικής.  Εφόσον είναι δεδομένο ότι συνδέεται ετυμολογικά με το  παιδίον,  η λέξη θα μπορούσε να γραφεί από όλους με  -ε,  μόνο αν συμφωνούσαμε να ακολουθήσουμε στη γραφή της το κριτήριο της χρήσης (αυτό που υπαγορεύει να γράφουμε  αγόρι  και όχι  αγώρι,  μολονότι ανάγεται στο αρχ.  άωρος ) ή το κριτήριο της παρετυμολογικής γραφής (αυτό που οδηγεί στη γραφή  πολυθρόνα  αντί  πολιθρόνα,  από παρετυμολογική σύνδεση με τα  πολύς  και  θρόνος,  ενώ η λέξη προέρχεται από το ιταλ. poltrona).

Επίσης, για επιστημονικά θέματα είναι σωστό να μην αρθρογραφεί κανείς χάριν εντυπώσεων, αλλά να επικαλείται συγκεκριμένα επιχειρήματα. Ο Κώστας Πνευματικός αποφαίνεται δημαγωγικά ότι «την αλλαγή στη γραφή έστω και μιας λέξης την αποφασίζει όλος ο ελληνικός λαός». Και μόνο ένας τέτοιος ο ισχυρισμός δείχνει για αυτόν που τον διατυπώνει πόσο ανυποψίαστος είναι σχετικά με θέματα ορθογραφίας της νέας Ελληνικής και ιστορίας της νεοελληνικής ορθογραφίας. Αν ίσχυε αυτό το «παλλαϊκό» κριτήριο, θα έπρεπε να νεκραναστήσουμε όλες τις εσφαλμένες γραφές που υπήρχαν παλαιότερα, όπως  καλλίτερος, παληός,  αλλά αναθεωρήθηκαν με βάση την επιστήμη της γλώσσας από ειδικούς γλωσσολόγους, επειδή οι τελευταίοι ...αρθρογραφούσαν στα «κρυφά» και δεν εξασφάλισαν τη σύμφωνη γνώμη του συνόλου του ελληνικού λαού, όπως ορίζει το κριτήριο του Κ.Π.! Αν όμως ο Κώστας Πνευματικός ήταν γλωσσολόγος, θα είχε υπόψιν του την ιστορική παράμετρο της ορθογραφικής ρύθμισης της νέας Ελληνικής και δεν θα έλεγε τέτοιες ανακρίβειες...

Επιπροσθέτως, ο Κ.Π. αναφέρει ότι ένα και μοναδικό λεξικό, το ΛΝΕΓ, γράφει την  ορθοπαιδική  με  -αι-.  Ωστόσο, και κανένα λεξικό να μην την έγραφε έτσι, αυτό δεν θα αποδείκνυε τη βασιμότητα της γραφής με  -ε-.  Η ετυμολογική ορθογράφηση μιας λέξης δεν είναι θέμα «ποσοτικό». Η ανακολουθία, όμως, του Κώστα Πνευματικού φαίνεται από το εξής: ενώ αναγκάζεται να ισχυριστεί ότι δεν τον ενδιαφέρει το «ποσοτικό» αυτό κριτήριο, δηλ. πόσα λεξικά λημματογραφούν τη λέξη με   -ε-  και πόσα με    -αι-,  παραθέτει έναν κατάλογο από λεξικά και εγκυκλοπαίδειες που περιλαμβάνουν τη γραφή με  -ε-.  Αφού δεν αναγνωρίζει το προαναφερθέν «ποσοτικό» κριτήριο, προς τι αυτός ο κατάλογος; Η δική μας στάση, απεναντίας, δεν είναι καθόλου ανακόλουθη, όπως νομίζει ο Κώστας Πνευματικός, αφού το κρίσιμο στοιχείο για την ορθογράφηση του τύπου είναι η καταγεγραμμένη ομολογία του Andry ότι έπλασε τον όρο με βάση το  παιδίον  και όχι η λημματογράφηση του τύπου  ορθοπαιδική  σε κάποιο λεξικό. Επιπλέον, μπορεί να μη μας ενδιαφέρει το «ποσοτικό» κριτήριο, μπορεί η επίκληση ενός λεξικού από μόνη της να μην έχει μεγάλη σημασία, θα πρέπει όμως να γίνει μια λεπτή διάκριση: δεν είναι δυνατόν να εξισώνεται η επίκληση ενός λεξικού που για διαφόρους λόγους καταγράφει ως λήμμα τον τύπο  ορθοπεδική,  χωρίς περαιτέρω εξήγηση, με την επίκληση ενός άλλου λεξικού, το οποίο παραθέτει αναλυτικότατο σχόλιο για την ετυμολογική προέλευση του όρου. Το αναλυτικό και κατατοπιστικό αυτό σχόλιο του ΛΝΕΓ, που μάλιστα τίθεται εκτός λήμματος, αποτελεί πράγματι μια πηγή πληροφόρησης με μεγαλύτερη αξία από ένα απλό λήμμα  ορθοπεδική  κάποιου άλλου λεξικού. Άρα, δεν παραπέμπουμε έτσι γενικά κι αόριστα στο «ένα και μοναδικό λεξικό», όπως ανακριβώς γράφει ο Κ.Π., αλλά στο αναλυτικότατο σχόλιο αυτού του λεξικού...

Και τώρα κάτι πάρα πολύ σοβαρό: στην υποσημείωση 19 της εργασίας του ο Κώστας Πνευματικός συγκαταλέγει το λεξικό Σταματάκου της Αρχαίας σε αυτά που γράφουν την  ορθοπαιδική  με  -ε-.  Αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν ένα λεξικό της Αρχαίας να περιλαμβάνει έναν νεότερο όρο του 1741, όπως είναι ο όρος  ορθοπαιδική.  Όποιος ανατρέξει στο λεξικό Σταματάκου της Αρχαίας θα διαπιστώσει φυσικά ότι δεν υπάρχει λήμμα  ορθοπεδική ! Ο Κ.Π. δηλ. παραθέτει βιβλιογραφική αναφορά που δεν στηρίζει τον ισχυρισμό του για τη γραφή της λέξης με  -ε-.  Ο καθένας, βέβαια, μπορεί να αναλογιστεί τι θα σήμαινε να καταγραφόταν τύπος  ορθοπεδική  σε ένα λεξικό της αρχαίας Ελληνικής, όπως αυτό του Σταματάκου. Ο Κώστας Πνευματικός με αυτό το συνειδητό ψέμα του αφήνει να εννοηθεί ότι ο επίμαχος όρος είναι της Αρχαίας και πάντως προγενέστερος του 1741! Η αλήθεια, όμως, είναι ότι ο όρος αυτός δεν απαντά σε κείμενο της Ελληνικής πριν από το 1741!

O K.Π. γράφει για τη δημιουργία του όρου  ορθοπαιδική  από τον Andry τα εξής: «εδώ το ζητούμενο είναι το κατά πόσον η λέξη που δημιούργησε ήταν επιτυχής κι αυτό είναι σίγουρα ένα άλλο ζήτημα… Πώς είμαστε τόσο σίγουροι ότι επέλεξε τις κατάλληλες λέξεις για τον σχηματισμό και ότι η λέξη αυτή που παρήγαγε περιγράφει ορθά το ζητούμενο;». Αξίζει να επισημανθεί ότι δεν είναι καθόλου ζητούμενο το αν η συγκεκριμένη λέξη περιγράφει επιτυχώς το δηλούμενο. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η επίμαχη λέξη απλώς βασίζεται σε ελληνικά στοιχεία, αλλά δημιουργήθηκε στο εξωτερικό, στα πλαίσια μιας ξένης γλώσσας. Η  ορθοπαιδική  αποτελεί μια περίπτωση διεθνισμού  (internationalism): ο σχετικός όρος δηλώνει γενικά μια λέξη που έχει σχηματιστεί από στοιχεία της Ελληνικής ή / και της Λατινικής (ή άλλων γλωσσών) και απαντά στο λεξιλόγιο αρκετών γλωσσών. Συνήθως, οι λέξεις της κατηγορίας αυτής, ακριβώς επειδή έχουν πλασθεί για τις ανάγκες άλλων γλωσσών, δεν συμμορφώνονται με τους μορφολογικούς και σημασιολογικούς κανόνες της αρχαίας Ελληνικής, μολονότι μπορεί να βασίζονται σε αρχαιοελληνικά στοιχεία. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της λέξης  μικρόβιον  (< γαλλ. microbe), που θα έπρεπε να είναι  βραχύβιον  ή  μικρόζωον,  προκειμένου να προσαρμοστεί στο σύστημα της αρχαίας Ελληνικής (βλ. ΛΙΤΡ, λ.  μικρόβιο ). Περαιτέρω, ο Κώστας Πνευματικός, που θέτει τέτοια ερωτήματα, γνωρίζει άραγε ότι στην ιστορία της Ελληνικής παρατηρείται το φαινόμενο να αναβιώνουν τύποι σε νεότερους χρόνους και να χρησιμοποιούνται με σημασία διαφορετική από αυτήν που είχαν στην αρχαιότητα; Η λέξη  οικογένεια  αποτελεί μια τέτοια περίπτωση: ενώ στους ελληνιστικούς χρόνους χρησιμοποιήθηκε με τη σημασία  «ιδιότητα του  οικογενούς,  δηλ. του δούλου που έχει γεννηθεί σε συγκεκριμένο σπίτι και δεν έχει αγορασθεί» (βλ. ΛΙΤΡ και ΛΝΕΓ, λ.  οικογένεια), τον 19ο αι. επανεισάγεται στο λεξιλόγιο της ελληνικής γλώσσας με ολότελα διαφορετική σημασία, τη γνωστή σημερινή σημασία. Ο Κ.Π., που διατυπώνει λοιπόν τέτοια ερωτήματα, αναρωτήθηκε αν περιγράφει σωστά το δηλούμενο η  οικογένεια,  μια λέξη δηλ. που άλλαξε εντελώς σημασία; Όπως δεν υφίσταται θέμα για το  μικρόβιο  και την  οικογένεια,  ομοίως ανύπαρκτο είναι και το ζήτημα που γέννησε ο Κώστας Πνευματικός για την επιτυχή ή μη δημιουργία του όρου  ορθοπαιδική. 
 

Εν συνεχεία, ο Κ.Π. αναρωτιέται αν η επινόηση του όρου από τον Αndry έγινε για τις ανάγκες του βιβλίου του ή για τη δήλωση ενός επιστημονικού κλάδου. Αυτό είναι ψευδοδίλημμα, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς ανατρέχοντας στην προαναφερθείσα ιστοσελίδα με τα κείμενα των καθηγητών Ιατρικής. Ο Κώστας Πνευματικός τελικά ισχυρίζεται ότι αναφορά σε παιδιά γίνεται μόνο στον τίτλο του βιβλίου του Andry. O K.Π. θα αποδείκνυε τη βασιμότητα του ισχυρισμού αυτού, αν είχε ανατρέξει στο ίδιο το βιβλίο και έβλεπε ότι δήθεν απουσιάζουν από αυτό οι αναφορές σε παιδιά. Αντ’αυτού, περιορίστηκε στο να διαβάσει το άρθρο μιας εγκυκλοπαίδειας Ιατρικής για τον Andry και από εκεί έβγαλε παραπλανητικά το συμπέρασμα ότι μόνο για τον τίτλο του βιβλίου δημιουργήθηκε η λέξη  ορθοπαιδικός  (από το  παιδί ). Απάντηση: και μόνο το γεγονός ότι στον τίτλο υπάρχει μια τέτοια λέξη αποδεικνύει ότι  σε όλο το βιβλίο  και όχι μόνο στον τίτλο υπάρχουν αναφορές στα παιδιά. Ποια είναι η αλήθεια, που σκόπιμα συσκοτίζει ο Κώστας Πνευματικός; Ότι σε όλο το βιβλίο του Andry υπάρχουν συμβουλές σε τροφούς και παιδαγωγούς, αφού ο καθηγητής πίστευε ότι τα αίτια των σωματικών δυσπλασιών εντοπίζονται στην παιδική ηλικία! Άλλωστε, και η εικόνα ενός ραβδιού που χρησιμοποιείται για το ίσιωμα ενός αναπτυσσόμενου δενδρυλλίου (το διεθνές έμβλημα των ορθοπαιδικών εταιρειών) είναι προφανές ότι συμβολίζει τη διόρθωση δυσμορφιών στον άνθρωπο που αναπτύσσεται, δηλ. το παιδί ! Στην  ιστοσελίδα  διαβάζουμε τα ακόλουθα: «the basic objective of orthopaedics at its inception, was the prevention or correction of childrens deformities. Its emblem is a crooked tree tied by a rope to a supporting post. The analogy is the knowledge to correct deformity. The image of the crooked tree has been adopted by local, national and international orthopaedic societies». Eπίσης, από την ιστοσελίδα πληροφορούμαστε τα εξής: «Andry believed that skeletal deformities result from muscular imbalances during childhood». Κι έτσι, με όλα αυτά, καταρρίπτεται πανηγυρικά άλλος ένας ψευδέστατος ισχυρισμός του Κ.Π., ότι δήθεν δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά σε παιδιά, το παραμικρό υπονοούμενο για παιδιά (διατύπωση του Κώστα Πνευματικού), πέρα από τον  τίτλο  του βιβλίου του Andry. Όλο το βιβλίο μιλάει για παιδιά, όχι μόνο ο τίτλος! Και γενικότερα ο κλάδος της  ορθοπαιδικής  αρχικά αφορούσε κυρίως σε παιδιά. Αυτά, για να αποκατασταθεί η αλήθεια και να μην πέφτει κανείς θύμα παραπλάνησης.
 

Ο Κ.Π. θέτει και το ερώτημα αν ο Andry ήταν σε θέση να διακρίνει το ελλην.  παις  από το λατ. pes «πόδι», σε μια ατυχή προσπάθεια να συνδέσει τον όρο  ορθοπαιδική  με το pes και το  πόδι.  Δεν αξίζει να επιμείνει κανείς σε αυτό το σημείο.  

Ακόμη, ο Κώστας Πνευματικός εξακολουθεί να αναρωτιέται: «σήμερα οι ορθοπεδικοί θεραπεύουν αποκλειστικά και μόνο παιδιά; Εδώ και πόσα χρόνια (ή αιώνες;) θεραπεύουν ανθρώπους όλων των ηλικιών;» και διαπιστώνει «οι ορθοπεδικοί δεν γιατρεύουν μόνο παιδιά». Μα, πόσες φορές πρέπει να εξηγήσουμε ότι η σημερινή σημασία του όρου δεν είναι δεσμευτική για την ορθογράφησή του, η οποία μπορεί κάλλιστα να εξαρτηθεί από την πρωταρχική σημασία του, ακόμη κι αν αυτή ανάγεται στο μακρινό παρελθόν; Ύστερα και από αυτό, δεν μας κάνει εντύπωση η αδυναμία του συγκεκριμένου φοιτητή να δει στην πλευρά μας επιχειρήματα για την αναίρεση της γραφής με  -ε-.  Γράφει ο Κώστας Πνευματικός: «αν αποδεικνυόταν, με  πραγματικά επιχειρήματα  όμως, ότι η λέξη  ορθοπεδικός  ήταν λανθασμένη και έπρεπε να γράφεται με  -αι-,  τότε θα συμμετείχε και ο γράφων σε αυτήν την προσπάθεια, κι ας μετριόμασταν, όλοι κι όλοι, στα δάχτυλα του ενός χεριού». Σχόλιο: δηλ. αυτό που γράφτηκε για τη μη λειτουργία του «σημασιολογικού κριτηρίου» σε συγχρονικό επίπεδο δεν είναι  πραγματικό επιχείρημα,  γλωσσολογικό μάλιστα, που αποδεικνύει εσφαλμένη τη σύνδεση του νεότερου (του 18ου αι.) όρου  ορθοπαιδική  με το  πεδώ,  την  πέδηση,  το  πόδι  κ.ά.; Δεν είναι  πραγματικό επιχείρημα  το ότι η γραφή ενός όρου δεν ρυθμίζεται από τη συγχρονική του σημασία, πράγμα άγνωστο σε μερικούς μη γλωσσολόγους; Δεν είναι  πραγματικό επιχείρημα  ότι η παλαιότερη μαρτυρία του όρου είναι αυτή με  -αι-, που απαντά στον ίδιον τον Andry; Αν όλα αυτά που έχουμε γράψει δεν συνιστούν πραγματικά και επιστημονικά επιχειρήματα που αντικρούουν τη γραφή με  -ε-,  τότε οι λέξεις έχουν χάσει τις σημασίες τους. Ύστερα, ποιες είναι οι «ιστορικές-φιλολογικές προσεγγίσεις» που κατά τον Κ.Π. ενισχύουν τη γραφή  ορθοπεδική; Το γεγονός ότι ένας φοιτητής του ιστορικού τμήματος ή ένας φιλόλογος προβάλλουν αβάσιμους ισχυρισμούς για τη γραφή μιας λέξης δεν καθιστά αυτομάτως «ιστορική» ή «φιλολογική» την προσέγγιση ενός θέματος ετυμολογίας από την πλευρά τους! Και ποια είναι επιτέλους τα ...«γλωσσικά τεκμήρια που παραθέτουν φιλόλογοι και γλωσσολόγοι» για τη γραφή  ορθοπεδική; Δεν υπάρχει ούτε ένα τέτοιο τεκμήριο και, επίσης, δεν υπάρχει ούτε ένας γλωσσολόγος που να υποστηρίζει τη γραφή με  -ε-  ως ετυμολογικά δικαιολογημένη.

Ο Κώστας Πνευματικός θίγει και το θέμα της μεταγραφής της λέξης σε ευρωπαϊκές γλώσσες, διαστρεβλώνοντας όμως την αλήθεια. Αφού διευκρινιστεί ότι η απόδοση της  ορθοπαιδικής  σε ξένες γλώσσες δεν είναι το κυρίαρχο στοιχείο για τη γραφή της με  -αι-,  ας σημειωθεί ότι κανείς ποτέ δεν είπε ότι «το γαλλικό -é- αντιστοιχεί πάντοτε στο ελληνικό  -αι- » και ότι «στη Γαλλική, accent aigu παίρνουν μόνο τα -e- που δηλώνουν    -ae-». Κανείς ποτέ δεν είπε ότι δεν υπάρχει στην Αγγλική η γραφή pedagogue. Η  απόδοση της ελληνικής λέξης σε ξένες γλώσσες είναι απλώς ένα επιπρόσθετο στοιχείο. Η αγγλική γραφή orthopaedics δεν είναι φυσικά η μοναδική, αλλά κάτι δηλώνει. Και στο οικείο λ. του ΛΝΕΓ επισημαίνεται ότι «στην Αγγλική ο όρος orthopaedics (από το orthopédie) τείνει να επικρατήσει», άρα η γραφή με -ae- δεν είναι η μοναδική. Yπάρχουν και αντίστοιχες γραφές με  -e- σε ευρωπαϊκές γλώσσες. Kαι στα αμερικανικά Αγγλικά συνηθίζεται η γραφή με -e-. Ο καθηγ. Πουρνάρας γράφει εύστοχα όμως: «και αν ακόμη στη Γαλλική ή άλλες γλώσσες η λέξη γράφεται με -e-, κανείς και ουδέποτε αμφισβήτησε την προέλευσή της από τις δύο ελληνικές  ορθός  και     παιδίον ». Ο φοιτητής Κώστας Πνευματικός ασκεί δημαγωγία, διαστρεβλώνει τα γραφόμενα των άλλων χάριν εντυπώσεων, αλλά παραβιάζει ανοικτές θύρες. Ακολουθούν όμως πιο συγκεκριμένα παραδείγματα της τακτικής που εφαρμόζει:

Ο Κώστας Πνευματικός υποστηρίζει για τον υποφαινόμενο ότι αφενός έγραψε «κανείς ποτέ δεν είπε ότι το -é- της Γαλλικής αντιστοιχεί στο   -αι-  της αρχαίας Ελληνικής» και αφετέρου «προσπάθησε στη συνέχεια να το αναιρέσει». Σχόλιο: ο Κ.Π. διαστρεβλώνει την αλήθεια. Ιδού τι είχε γραφτεί από τον υποφαινόμενο: κανείς ποτέ δεν είπε ότι «το γαλλικό -é- αντιστοιχεί  πάντοτε  στο ελληνικό  -αι- ». Ο Κώστας Πνευματικός δηλ. παρέθεσε το χωρίο παραλείποντας την κρίσιμη λέξη  πάντοτε ! Δυστυχώς, όμως, για τον Κ.Π., scripta manent. Και τα γραπτά που μένουν, αποδεικνύουν ότι και σε αυτήν την περίπτωση παραποίησε το περιεχόμενο του σχολιαζόμενου κειμένου παραλείποντας μια λέξη που αλλάζει τη σημασία, τη λ.  πάντοτε...

Ακόμη, γράφει ο Κώστας Πνευματικός στο κείμενό του: «τη λέξη αυτή [ενν. othopaedics] χρησιμοποιεί παραπλανητικά ο κ. Β.Α., αφήνοντας να εννοηθεί από τους Έλληνες που δεν έχουν το χρόνο, τη δυνατότητα ή τη διάθεση να ψάξουν τα διάφορα ξενόγλωσσα λεξικά, ότι όλα τα ξενόγλωσσα λεξικά έχουν τη γραφή με -ae-». Σχόλιο: ο Κώστας Πνευματικός διαστρεβλώνει για άλλη μια φορά την αλήθεια. Ιδού τι είχε γραφτεί  από τον υποφαινόμενο: «ο συντάκτης της εφημερίδας  Η γλώσσα μας  σημειώνει ακόμη ότι σε δύο γαλλικά λεξικά ο όρος γράφεται με -e-. To ακριβές είναι ότι γράφεται με -é- (με accent aigu), το οποίο αντιστοιχεί στο ελληνικό  -αι-  (πβ. το γαλλ. pédiatrie «παιδιατρική»- πβ. επίσης και την αγγλική γραφή orthopaedics, που θα έπρεπε να λέει πολλά σε όσους ανατρέχουν σε ξενόγλωσσα λεξικά, για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα σχετικά με την ετυμολογική προέλευση του όρου  ορθοπαιδική)». Από αυτό το χωρίο δεν προκύπτει σε καμιά περίπτωση το συμπέρασμα ότι κατά τον υποφαινόμενο  όλα  τα ξενόγλωσσα λεξικά έχουν τη γραφή με -ae-. Απλώς, κάναμε παραπομπή σε μια γραφή, αυτήν με -ae-, που αποσιωπήθηκε σε άρθρο μιας πειραϊκής εφημερίδας. Και γράψαμε «παράβαλε και την αγγλική γραφή orthopaedics». Κανείς δεν είπε ότι η γραφή με -ae- απαντά σε  όλα  τα ξενόγλωσσα λεξικά. Η λέξη  όλα  αποτελεί παραπλανητική προσθήκη του Κ. Πνευματικού, που και αυτή παραποιεί το περιεχόμενο του σχολιαζόμενου κειμένου...

Πάντως, αξιοσημείωτη είναι και η απόδοση της  ορθοπαιδικής  στη Γερμανική ως Οrthopädie. Ο συγκεκριμένος τύπος παριστάνεται με το -ä-, τη σύγχρονη μορφή της διφθόγγου -ae- που υπήρχε παλιότερα στη γερμανική ορθογραφία. Tην ετυμολογική αυτή ορθογραφία, όπως και την επιστημονική ετυμολογία της λέξης, καταγράφουν τα έγκυρα λεξικά της γερμανικής γλώσσας. Γράφει ο Χρυσόστομος Παπασπύρου, διδάκτωρ φιλοσοφίας της σχολής γλωσσικών επιστημών του Πανεπιστημίου Αμβούργου (βλ. την ηλεκτρονική σελίδα): «εκείνο που κατά τη γνώμη μου έχει προκαλέσει σύγχυση με αποτέλεσμα την ενίσχυση της παραδοχής ότι αυτοί οι όροι [logopedics και orthopedics] έχουν σχέση με το  πόδι  και όχι με το  παιδί,  πράγμα που οδήγησε στην εσφαλμένη ορθογραφία, είναι η απλοποίηση του γραφηματικού συμπλέγματος -ae- (δια του οποίου απεδίδετο αρχικά το  -αι-  της Ελληνικής στην αγγλική γλώσσα) σε απλό -e- (πρβλ. aequilibration > equilibration, haematology > hematology, laevorotatory > levorotatory, κ.τ.λ.). Στη γερμανική γλώσσα, αντίθετα, η ορθογραφία έχει διατηρηθεί με το -ä-, δια του οποίου απεδόθη αρχικά           ορθότατα το  -αι-  της ελληνικής (Logopädie, Orthopädie), οπότε, αν γινόταν η διατύπωση του αντιδανείου απευθείας από τη Γερμανική, δεν θα είχε προκύψει σύγχυση». Ο Χρ. Π. σημειώνει επίσης: «σήμερα η ορθογραφία του γραφήματος -ae- στην Αγγλική και Γαλλική έχει απλοποιηθεί σε -e- κι έτσι; καταφαίνεται η αιτία της σύύγχυσης. Στη Γερμανική, όμως το -ä- παραμένει, οπότε είναι εύκολο να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας για την ορθή γραφή των όρων στη Νεοελληνική» (βλ. την ιστοσελίδα).

Επίσης, ο φοιτητής Κώστας Πνευματικός φαντάζεται τους φιλολόγους «να αποφασίζουν ότι πρέπει να λέγονται  φυλόλογοι  (sic), επειδή κάποιος Αλεξανδρινός γραμματικός συνέγραψε μια πραγματεία με τον τίτλο  Περί Φύλου Λόγος ». Ο καθένας αντιλαμβάνεται πόσο άστοχος και παιδαριώδης είναι αυτός ο παραλληλισμός, που δεν αξίζει καν άλλης αντικρούσεως. Ακόμη, η υπόθεση του Κ.Π. ότι την εποχή που έπλασε ο Andry τη λέξη υπήρχαν δύο «ελευθέρως εναλλασσόμενοι τύποι»,  ορθοπαιδική  και  ορθοπεδική,  δύο παράλληλες γραφές που εμφανίζονταν ανάλογα με την ερμηνεία της λέξης, είναι εντελώς αυθαίρετη και δεν προκύπτει από πουθενά. Και στα δύο αυτά σημεία δεν αξίζει να σταθεί κανείς περισσότερο.

Στο τέλος του άρθρου του, ο Κ.Π. ισχυρίζεται δογματικά ότι η  ορθοπαιδική  θα πρέπει να γράφεται με  -ε-,  γιατί ετυμολογείται από το αρχ.  πεδώ  «περιδένω». Φυσικά, μόνο αυτό δεν απέδειξε στο εκτενές κείμενό του. Για να αποδείξει ένας αρθρογράφος ότι η επίμαχη λέξη είναι σωστό να γράφεται με   -ε-,  θα πρέπει να αναιρέσει με συγκεκριμένα, σοβαρά, επιστημονικά επιχειρήματα ένα προς ένα τα στοιχεία που τεκμηριώνουν την ετυμολογική σύνδεση του  ορθοπαιδική  με το  παιδίον  και τη διάκρισή του από το  πεδώ  «περιδένω» ή άλλους τύπους με  -ε-.  Μερικά από τα προαναφερθέντα στο τελευταίο αυτό κεφάλαιο αποτελούν ήδη απάντηση στον Κ.Π., ο οποίος δεν τα λαμβάνει υπ’όψιν. Για παράδειγμα, ανατρέχει σε λεξικά και επικαλείται τη σημερινή σημασία της  ορθοπαιδικής,  ενώ έχουμε εξηγήσει επανειλημμένως ότι τη γραφή του όρου ρυθμίζει η αρχική του σημασία. Eπίσης, ασχολείται με την ετυμολογία του αρχ.  πεδώ,  χωρίς όμως να τεκμηριώνει την παραμικρή σχέση του με τον νεότερο όρο  ορθοπαιδική.  Και η εμφάνιση του  ορθοποδώ  ή παρεμφερών τύπων στον Σοφοκλή ή την Καινή Διαθήκη επίσης δεν αποδεικνύει απολύτως τίποτε για την ετυμολογική σύνδεση της  ορθοπαιδικής  με το  πεδώ,  εφόσον δεν μαρτυρείται τύπος  ορθοπεδική  πριν από το 1741. Το κείμενο του Κ.Π., στο οποίο υποστηρίζεται η γραφή με  -ε-,  δεν έχει επιστημονικό χαρακτήρα. Δεν διαθέτει αποδεικτική δύναμη. Το μόνο που αποδεικνύει περίτρανα είναι το φαινόμενο του γλωσσικού ερασιτεχνισμού, η καταγγελία του οποίου ήταν ο σκοπός αυτού του βιβλίου. Ο Κ.Π. για δικούς του λόγους ενοχλήθηκε από την πρωτοβουλία ορισμένων γλωσσολόγων να δώσουν επιτέλους απαντήσεις για θέματα γλώσσας σε υποστηρικτές μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας και νόμισε ότι τα γραφόμενα για την  ορθοπαιδική  ήταν η «αχίλλειος πτέρνα». Πιάστηκε λοιπόν από εκεί, αλλά ατύχησε.

Στα πλαίσια της αφελούς προσπάθειάς του να αναιρέσει τη γραφή  ορθοπαιδική,  ο Κώστας Πνευματικός φτάνει στο σημείο να παραθέσει κριτικά σχόλια για τον Γάλλο Νicolas Andry (1658-1742) και να τον συγκρίνει με έναν άλλον επιστήμονα, τον Ελβετό Jean-André Venel (1740-1791)! Ο Κ.Π. παρατηρεί ότι σε μια εγκυκλοπαίδεια Ιατρικής, από όπου απουσιάζει το όνομα του Andry, αναφέρεται ο Venel ως ο επιστήμονας χάρη στον οποίον άρχισε να εμφανίζεται στο προσκήνιο ο σχετικός κλάδος της Ιατρικής! Διαπιστώνει επίσης ότι και άλλες εγκυκλοπαίδειες του χώρου δεν αναφέρουν τον Andry. Ομολογεί, όμως, ότι σε μία εγκυκλοπαίδεια εντοπίζεται το όνομα Andry. Βεβαίως, η απουσία του Andry από το λημματολόγιο μιας, δυο ή δέκα εγκυκλοπαιδειών δεν αποδεικνύει απολύτως τίποτα! Πάλι επιστρατεύονται από τον Κώστα Πνευματικό περίεργα «ποσοτικά» κριτήρια για λόγους εντυπώσεων. Τελικά, ο Κ.Π. παραδέχεται ότι σε μια Ιστορία της Ιατρικής πράγματι λημματογραφείται ο Andry. Άρα, λοιπόν, υπάρχει Andry! Αλλά, τότε, γιατί γράφτηκαν όλα τα προηγούμενα; Επίσης, η συμβολή του Andry στην επιστήμη σε σύγκριση με αυτήν του Venel τι σχέση έχει με το συζητούμενο θέμα και με ποιον τρόπο αναιρεί ότι ο Andry έπλασε τον επίμαχο όρο; Η εμμονή μερικών στην εσφαλμένη γραφή  ορθοπεδική  αντί της ορθής  ορθοπαιδική,  και μάλιστα ενώ έχει προηγηθεί εκτενής συζήτηση και έχουν ξεκαθαριστεί τα πράγματα, αποδεικνύει τη δύναμη της ορθογραφικής συνήθειας, αλλά και τον ισχυρό ρόλο του ιδεολογικού παράγοντα στην πραγμάτευση γλωσσικών θεμάτων. Ο φανατικός ιδεολόγος θα επιστρατεύσει τα πιο απίθανα επιχειρήματα, για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Ο ίδιος ο Andry  ομολογεί ρητά  ότι έπλασε τη λέξη  ορθοπαιδική  με βάση τα  ορθός  και  παιδίον  και ο συνομιλητής μας φτάνει στο σημείο να επικαλεσθεί το εξής επιχείρημα: ότι από μερικές εγκυκλοπαίδειες Ιατρικής απουσιάζει το όνoμα Andry! Κι αυτό τι αποδεικνύει άραγε; Ότι δεν υπήρξε ο Andry; Ο K.Π. κλείνει τα μάτια σε μια ρητή μαρτυρία. Και αντιτάσσει φλύαρα κείμενα με σαθρά επιχειρήματα.
 

Μια απλή περιδιάβαση σε ξενόγλωσσες ιστοσελίδες οδηγεί στα εξής συμπεράσματα:

α) ο όρος  ορθοπαιδική  δημιουργήθηκε από τον καθηγητή Αndry με βάση τη λέξη  παιδίον.  Δεν υπάρχει  ούτε μία  ξενόγλωσση πηγή στο διαδίκτυο που να περιλαμβάνει την ετυμολογική σύνδεση του όρου  ορθοπαιδική  με τα  πεδώ-πέδηση, πους-ποδός  κ.λπ. Παράδειγμα ιστοσελίδας:

The word  orthopaedics  finds its origin in two Greek words,  ortho  (straight) and  pais  (child). The word was originated by Nicolas Andry a French surgeon in 1741. He stated that, «οut of these two words I have compounded  Orthopaedia,  to express in one Term the Design I propose, which is to teach the different Methods of preventing and correcting the Deformities of Children».

 

β) η  ορθοπαιδική  στην αρχική της φάση αφορούσε πράγματι μόνο σε παιδιά, ενώ σήμερα αφορά σε ανθρώπους κάθε ηλικίας. Ο σχετικός όρος δηλ. έχει πλέον επεκταθεί σημασιολογικά. Παράδειγμα  ιστοσελίδας:

Orthopaedics  was once devoted solely to the care of children with spine and limb deformities. However, this specialty has expanded from the correction of deformities in children to embrace all aspects of diagnosis, treatment, rehabilitation, and prevention of injuries and diseases of the musculoskeletal system.  From newborns with dislocated hips to athletes with torn ligaments to older people with arthritis, orthopaedic surgeons manage special problems in many areas of the musculoskeletal system in patients of all ages.

           

            γ) ακόμη κι αν στην Αγγλική η γραφή orthopaedics δεν είναι η μοναδική, είναι η ετυμολογικά σωστή. Η αντίστοιχη γραφή orthopedics θα μπορούσε να θεωρηθεί απλώς ως παρετυμολογική με βάση το λατινικό pes-pedis «πους-ποδός». Παράδειγμα  ιστοσελίδας:

Orthopedics :  The branch of surgery broadly concerned with the skeletal system (bones).  Orthopedics  is how this field of surgery is listed under Physicians & Surgeons in the telephone Yellow Pages in Jacksonville, Florida. This spelling is quite common today. But it is incorrect, erroneous, flat out wrong.  Orthopedics  would relate the term to the foot because in Latin  pedis  means foot.  Orthopaedics  is not merely old-fashioned.  It is the correct spelling.  What was meant by the term  orthopaedics  when it was devised goes back to its roots: ortho-,  straight + the Greek   paes,  child = the practice, literally, of straightening the child. If the child had a crooked spine (scoliosis), it was the job of the orthopaedist to straighten the child, not just the childs foot. That is why there is no American Academy of  Orthopedic  Surgery but there is an American Academy of  Orthopaedic  Surgery.  And  that  is       also  why orthopaedists look after broken bones.

To παραπάνω κείμενο δίνει μια απάντηση στον Κώστα Πνευματικό για τον ακόλουθο ισχυρισμό του: «και ας μην ξεχνάμε βέβαια, ότι στην Αγγλική, μία λέξη που γράφεται με “ae” θεωρείται πιο “formal”, πιο επίσημη, έχει περισσότερο κύρος». Η γραφή orthopaedics δεν είναι απλώς μια γραφή με «επίσημο χαρακτήρα και κύρος», αλλά και με  ετυμολογική βάση.

δ) όποια κι αν ήταν η συμβολή του Andry στην ορθοπαιδική επιστήμη, όποια κι αν ήταν η επιστημονική του οντότητα και αξία, ένα είναι γεγονός: ότι ο συγκεκριμένος καθηγητής δημιούργησε τον σχετικό όρο! Ακόμη κι αν θεωρηθεί πατέρας της ορθοπαιδικής επιστήμης ο Venel, δημιουργός του όρου είναι ούτως ή άλλως ο Andry! Ακόμη κι αν έχει αμφισβητηθεί ο επιστημονικός χαρακτήρας του έργου του Andry, κανείς δεν έχει αρνηθεί ότι ο συγκεκριμένος καθηγητής χρησιμοποίησε πρώτος τον όρο  ορθοπαιδική.  Παράδειγμα ιστοσελίδας:

Some regard Andry as the Father of  Orthopaedics,  by many strongly disagree, believing that his work was un-scientific and that his only contribution was the use of the word  Orthopaedics

 

            Για το ετυμολογικό και ορθογραφικό θέμα της  ορθοπαιδικής,  έχει δημοσιευθεί σε ηλεκτρονική μορφή ένα ακόμη ατυχές άρθρο, του γιατρού Π.Μπ. (βλ. την ιστοσελίδα). Για την εισήγηση να γράφεται η λέξη    με  -αι-  και για το όλο θέμα σημειώνει ο Π.Μπ. μεταξύ άλλων τα εξής: «επληροφορήθην ότι η μετατροπή εγένετο δι’αποφάσεως της Ελληνικής Ορθοπεδικής Εταιρείας εις συνεδρίασίν της εν Θεσσαλονίκη […]. Η εισήγησις εγένετο, μάλλον, από τον καθηγητήν κ. Συμεωνίδη, ο οποίος φαίνεται, ως να αποδέχεται την άποψη ότι τη γλώσσαν μας γνωρίζουν κάλλιον ημών οι Γάλλοι και οι Αμερικάνοι […]. Ειλικρινά δεν γνωρίζω αν πρέπει να γελάσω με τα αλλοδαπά καπρίτσια ή να κλάψω με την ημεδαπή κατάντια […]. Η γλώσσα μας αφορά όλους τους Έλληνες και δεν είναι δυνατόν να παραποιείται κατά το δοκούν, από άγνοια, αγάπη στα καινοφανή, σκοπιμότητες ή ραγιαδισμό, ομάδων ή ατόμων! Κάπως έτσι, πριν κάποιες δεκαετίες, αντικατεστάθη η κατάληξη  -ης  των αρσενικών ονομάτων από την τριτόκλιτη θηλυκή (γιατί άραγε;) και, σ’άλλες περιπτώσεις, επιρρηματική κατάληξη  -ις από ανθρώπους, οι οποίοι βασιζόμενοι στην αναμφισβήτητη διάκριση στον τομέα τους – κυρίως καλλιτεχνικό – εθεώρησαν ότι είχαν το δικαίωμα να παραποιήσουν, μαζί με το όνομά τους, και τη γλώσσα μας! […]. Ως Έλλην πολίτης που – αν μη τι άλλο – γνωρίζει τη γλώσσαν του και (συγχωρήστε μου την αναφορά) ως τέως μαθητής των κορυφαίων Ελλήνων Φιλολόγων, στο κορυφαίο γυμνάσιο-λύκειο της χώρας, είμαι πεπεισμένος ότι ο όρος  ορθοπεδικός  προκύπτει από την  ορθή πέδηση  = ορθή βάδιση […]. Απευθύνομαι στον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, στον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών, στο Υπουργείο μας που χορηγεί τους τίτλους ειδικότητος αλλά και στο Υπουργείο Παιδείας που έχει την ευθύνη της γλώσσας μας και ζητώ να αποκαταστήσουν την γενομένη επιπολαίαν και ανεύθυνον αλλαγήν. Χρησιμοποιώ αυτούς τους χαρακτηρισμούς, απορρίπτοντας την άποψη των “έξωθεν πιέσεων”, διότι τότε θα έπρεπε να αναφερθώ όχι απλώς σε άδολους “πιθηκισμούς”, αλλά σε ύποπτες σκοπιμότητες και επαίσχυντους ραγιαδισμούς!». Το άρθρο αυτό του γιατρού Π.Μπ. συναγωνίζεται σε ηχηρή αερολογία ακόμη και την επιστολή του φοιτητή Κ.Π. που είδαμε προηγουμένως. Φυσικά, σε τέτοιες περιπτώσεις οι παράγοντες που συντελούν στη διατύπωση αβάσιμων απόψεων για τη γλώσσα και μάλιστα σε τόσο έντονο ύφος είναι μονίμως δύο, η έλλειψη επιστημονικής γνώσης και ο ιδεολογικός φανατισμός. Η διαφορά των δύο τελευταίων κειμένων μεταξύ τους είναι απλώς ότι ο γιατρός Π.Μπ. δεν μπήκε στη διαδικασία να παραθέσει στοιχεία που θα αποδείκνυαν εσφαλμένη τη θέση των γλωσσολόγων για το συγκεκριμένο θέμα, την οποία μάλλον δεν γνώριζε λεπτομερώς. Από αυτήν την άποψη, ο ιδεολογικός χαρακτήρας του κειμένου του δεν είναι τόσο συγκεκαλυμμένος. Από τα γραφόμενα του Π.Μπ. αξίζει να σχολιαστεί μόνο ένα σημείο, όπου υπαινίσσεται ίσως την επιλογή ορισμένων καλλιτεχνών, όπως ο αείμνηστος Μάνος Χατζιδάκις, να γράφουν το επώνυμό τους με κατάληξη  -άκις  και χαρακτηρίζει αυτήν την ορθογραφική τάση ως παραποίηση της γλώσσας. Η επιστημονική αλήθεια είναι ότι τα αρσενικά ονόματα σε  -άκις  προήλθαν από ουδέτερα σε  -άκιον,  όπως απέδειξε με στοιχεία ο πατέρας της ελληνικής γλωσσολογίας Γεώργιος Χατζιδάκις (1905: 422- 423), ο οποίος ακριβώς γι’αυτόν τον λόγο έγραφε το επώνυμό του με  -ι-  στην κατάληξη. Άρα, ο παραλληλισμός που επιχείρησε ο Π.Μπ. είναι άστοχος, αλλά ενδεικτικός της άγνοιας για την οποία έγινε λόγος προηγουμένως. Κάποιος στο διαδίκτυο έγραψε εύστοχα ότι, για να κάνουμε μια εγχείρηση, δεν κλείνουμε ραντεβού στο ...Ίδρυμα Τριανταφυλλίδη. Ομοίως, σε θέματα γλώσσας, συνήθως πιο έγκυρη γνώμη εκφέρει ο ειδικός, δηλ. ο γλωσσολόγος.

            Ο εκτενής σχολιασμός κειμένων όπως του γιατρού Π.Μπ. περιττεύει, εφόσον έχει προηγηθεί η διεξοδική αναφορά στην ετυμολογία της λέξης. Ας σημειωθεί μόνο το εξής: ο συγγραφέας Δ.Σ. σε προαναφερθέν ατυχές άρθρο του  χαρακτήρισε εφεύρεση αγραμμάτων και ριζικά σφαλερή τη γραφή  ορθοπαιδική,  ενώ έκανε λόγο για φαιδρότητες (εμείς καλύτερα να μην πούμε ποιοι λένε φαιδρότητες και είναι αγράμματοι. Κι αν όχι αγράμματοι, τουλάχιστον γλωσσολογικά ανενημέρωτοι). Και ο συντάκτης ενός σημειώματος δημοσιευμένου στο διαδίκτυο σχολιάζοντας ειρωνικά τους γιατρούς που επιλέγουν τη σωστή γραφή, αυτήν με  -αι-,  γράφει «να βράσω τις σπουδές τους», ενώ αναφωνεί «έλεος» και «ήμαρτον»!  Σε σχόλια αυτού του τύπου δεν χρειάζεται να απαντούμε για δύο λόγους: πρώτον, γιατί τα προαναφερθέντα στοιχεία που αποδεικνύουν τη βασιμότητα της γραφής  ορθοπαιδική  κάνουν από μόνα τους τέτοια σχόλια να πέφτουν στο κενό. Δεύτερον, γιατί τελικά όποιος θυμώνει υπερβολικά με το κύμα γλωσσικού ερασιτεχνισμού που μας κατακλύζει (συχνά μάλιστα στο όνομα μιας κακώς εννοούμενης φιλοπατρίας και αγάπης για τη γλώσσα) χάνει τις εντυπώσεις, αλλά προπάντων το δίκιο του.

 


 

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

 

EΓΡΑΨΑΝ ΓΙΑ ΤΗΝ  ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ...

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ  ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ